Την ύπαρξη μιας παράνομης, κλειστής αγοράς αρχαίων αντικειμένων, τις διασυνδέσεις μεταξύ των κυκλωμάτων αρχαιοκαπηλίας, τα οποία ορισμένες φορές λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το σύστημα των επαφών και του «παζαριού» με τους επιλεγμένους πελάτες και τα αυστηρά μέτρα προστασίας επιβεβαιώνει η πρόσφατη υπόθεση του χρυσού στεφανιού στη Θεσσαλονίκη. Ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα που έχουν διασώσει από τα χέρια αρχαιοκαπήλων οι ελληνικές αρχές και το μοναδικό χρυσό στεφάνι που έχει κατασχεθεί ποτέ στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια επιχείρησης της ΕΛΑΣ και συγκεκριμένα της υποδιεύθυνσης Προστασίας Περιουσιακών Δικαιωμάτων, Πολιτιστικής Κληρονομιάς και Περιβάλλοντος της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι αξιωματικοί από την πρώτη στιγμή κατάλαβαν ότι είχαν στα χέρια τους έναν αρχαιολογικό θησαυρό, ωστόσο ένα μικρό φυλλαράκι, που είχε αποκοπεί από το στεφάνι και στάλθηκε σε χρυσοχόο επιβεβαίωσε πως το εύρημά τους όχι μόνον ήταν αρχαίο, αλλά είχε κατασκευαστεί από ατόφιο χρυσάφι 23 καρατίων και ζύγιζε κάτι λιγότερο από ένα κιλό. Μάλιστα, όταν στη συνέχεια εξετάστηκε από ειδικούς, η τιμή του συγκεκριμένου στεφανιού εκτιμήθηκε από 2 έως 15 εκατομμύρια ευρώ. Στο μεταξύ, οι αρχαιολόγοι έχουν εκτιμήσει ότι το συγκεκριμένο χρυσό στεφάνι, που αποτελείται από φύλλα και καρπούς βελανιδιάς, χρονολογείται πιθανότατα ανάμεσα στον 3ο και 4ο αιώνα π.Χ. και εξετάζεται εάν προέρχεται από τάφο της μακεδονικής ή θρακικής γης.
Τρεις συλλήψεις και ένα ένταλμα
Στο μεταξύ, οι αστυνομικοί του Τμήματος Πολιτιστικής Κληρονομιάς και Αρχαιοτήτων της Διεύθυνσης Ασφάλειας Θεσσαλονίκης αναζητούν ένα τέταρτο άτομο, για το οποίο έχει ήδη εκδοθεί ένταλμα σύλληψης, ενώ εκτιμάται πως είναι πολύ πιθανό να συμμετείχε στη λαθρανασκαφή από όπου προήλθε το χρυσό στεφάνι. «Τα δύο άτομα που έχουν προφυλακιστεί εμφανίζονται ουσιαστικά ως μεσάζοντες που επισημαίνουν πως δεν γνωρίζουν λεπτομέρειες. Ελπίζουμε ότι το άτομο που ψάχνουμε ίσως ρίξει φως στην υπόθεση. Άλλωστε δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν μόνο μεσάζοντες, κάποιος θα πρέπει να συμμετείχε και στην ανασκαφή», εξηγεί χαρακτηριστικά στέλεχος της ΕΛΑΣ.
Για την υπόθεση του χρυσού στεφανιού από φύλλα και καρπούς βελανιδιάς, μαζί με το οποίο κατασχέθηκε και ένα ολόχρυσο βραχιόλι που σχηματίζεται από φίδια που συμπλέκονται, έχουν ήδη συλληφθεί τρία άτομα, τα δύο από τα οποία προφυλακίστηκαν.
Οι φήμες, οι πελάτες, το στεφάνι
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι αστυνομικοί είχαν από καιρό πληροφορίες για κάποιο άτομο που είχε στην κατοχή του ένα αντικείμενο πολύ μεγάλης αξίας. Μάλιστα, για καιρό κανείς δεν είχε δει το στεφάνι, καθώς δεν είχαν κυκλοφορήσει φωτογραφίες του, ενώ μόνο λίγοι και… εκλεκτοί, που προέρχονταν από έναν πολύ στενό κύκλο ατόμων και για τους οποίους μπορούσαν να εγγυηθούν άτομα που είχαν σχέση με τους αρχαιοκάπηλους, απέκτησαν τελικά το προνόμιο να δουν το πολύτιμο εύρημα. Οι αστυνομικοί προσπαθούν τώρα να χαρτογραφήσουν τη διαδρομή του στεφανιού από τη στιγμή που «βγήκε» από τη γη μέχρι τη στιγμή που έφτασε στα χέρια των ατόμων που συνελήφθησαν στις αρχές Ιουνίου στην Ασπροβάλτα Θεσσαλονίκης.
Όπως εξηγούν αξιωματικοί, τα κυκλώματα που ασχολούνται με παράνομες αγοραπωλησίες αρχαίων αντικειμένων, τα οποία συνήθως προέρχονται από λαθρανασκαφές, είναι μία πολύ «κλειστή» αγορά, ενώ τα άτομα που την απαρτίζουν είτε γνωρίζονται μεταξύ τους είτε έχουν… ακουστά ο ένας τον άλλον. «Συνήθως για να μπορέσει κάποιος να πλησιάσει ένα άτομο που πουλάει κάποιο αρχαίο αντικείμενο, πρέπει να έχει πολύ καλά διαπιστευτήρια, εκτός φυσικά από το χρήμα. Πρέπει να γνωρίζονται με κάποιο άτομο του χώρου, το οποίο θα τους συστήσει σε κάποιον άλλον ή θα εγγυηθεί γι’ αυτούς», αναφέρει αστυνομικός.
Μάλιστα, όπως προκύπτει από πληροφορίες, άτομα που διαθέτουν αρχαία και τα βγάζουν προς πώληση συνήθως χρησιμοποιούν δύο τρόπους: είτε δείχνοντας φωτογραφίες του αντικειμένου που κατέχουν είτε παρουσιάζοντας το αντικείμενο απευθείας στον ενδιαφερόμενο αγοραστή. Ωστόσο στη δεύτερη περίπτωση ο υποψήφιος αγοραστής θα πρέπει να έχει περάσει από αρκετά στάδια μέχρι να κερδίσει την εμπιστοσύνη του αρχαιοκάπηλου, ενώ ορισμένες φορές πρέπει να συνοδεύεται και από κάποιο άτομο, που μπορεί να εγγυηθεί γι’ αυτόν και που είναι γνωστός του κυκλώματος.
Συγκοινωνούντα δοχεία
Μάλιστα, οι αστυνομικοί επιβεβαίωσαν για ακόμη μία φορά την ύπαρξη «επικοινωνίας» μεταξύ των κυκλωμάτων αρχαιοκαπηλίας. Από πληροφορίες προκύπτει πως ένα από τα άτομα που συνελήφθησαν για την υπόθεση του χρυσού στεφανιού είχε στο κινητό του το τηλέφωνο ατόμου που είχε επίσης συλληφθεί παλαιότερα για άλλη υπόθεση αρχαιοκαπηλίας. «Αυτό σε καμία περίπτωση δε δείχνει κάποια σχέση ανάμεσα στις δύο υποθέσεις. Αποδεικνύει όμως πως πρόκειται για έναν πολύ “κλειστό” χώρο που είναι πολύ φυσικό τα άτομα να γνωρίζονται μεταξύ τους εφόσον μοιράζονται τα ίδια “ενδιαφέροντα”, ενώ και ο κύκλος των αγοραστών είναι επίσης πολύ μικρός», αναφέρει αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ.
Στα χέρια των αρχαιολόγων
Στο μεταξύ, το χρυσό στεφάνι βρίσκεται ήδη στα χέρια των αρχαιολόγων, οι οποίοι το εξετάζουν με σκοπό να καταλήξουν στην όσο το δυνατόν ακριβέστερη χρονολόγησή του, αλλά και να μπορέσουν να εκτιμήσουν την περιοχή από την οποία προέρχεται ή το εργαστήριο όπου πιθανότατα κατασκευάστηκε. Ωστόσο, ένα μεγάλο μειονέκτημα για ευρήματα που φτάνουν στα χέρια των αρχαιολόγων με αυτόν τον τρόπο είναι η έλλειψη στοιχείων για την περιοχή της ανασκαφής, κάτι που θα μπορούσε να τους βοηθήσει να δουν το στεφάνι ως κομμάτι ενός μεγαλύτερου συνόλου, να μάθουν την ιστορία του, τον τόπο από τον οποίο προήλθε, αλλά και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες κατασκευάστηκε, καθώς φυσικά και για ποιον προοριζόταν. Αν και το γεγονός ότι πρόκειται για στεφάνι φτιαγμένο από φύλλα και καρπούς βελανιδιάς υποδεικνύει ως κάτοχό του ένα άτομο με ιδιαίτερα εξέχουσα θέση στην κοινωνία εκείνης της εποχής.