Σημαντικοί αρχαιολογικοί χώροι, οι οποίοι κατοικήθηκαν πριν από 5.000 περίπου χρόνια, από την προϊστορική έως και την ιστορική περίοδο, έχουν εντοπιστεί στην ευρύτερη περιοχή του νοτίου Πηλίου, αναδεικνύοντας μια μακραίωνη ιστορική διαδρομή, με πολλές ενδιαφέρουσες ενότητες.
Η πολυετής δραστηριότητα της ΙΓ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, με σωστικές ανασκαφές αλλά και επιφανειακές έρευνες, έχει φέρει στο φως σημαντικά ευρήματα και αρχιτεκτονικά λείψανα που προσθέτουν σημαντικές μαρτυρίες στον αρχαιολογικό χάρτη. Η πλειοψηφία των εν λόγω αρχαιολογικών θέσεων εντοπίζονται στα όρια των Δημοτικών Ενοτήτων Αργαλαστής, Σηπιάδος και Τρικερίου και βρίσκονται κατ’ ουσία στο νοτιότερο άκρο του Πηλίου, κατέχοντας στρατηγική θέση κατά το μακρινό παρελθόν.
Στη διάρκεια του πρόσφατου συνεδρίου για το 4ο Αρχαιολογικό Έργο Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας, ο αρχαιολόγος της ΙΓ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Κώστας Βουζαξάκης, αναφέρθηκε σε δύο νέες θέσεις, οι οποίες εντοπίστηκαν πρόσφατα και χρίζουν διερεύνησης.
Η μία αρχαιολογική θέση εντοπίστηκε, συγκεκριμένα, στην περιοχή μεταξύ Χόρτου και Αργαλαστής, στο πλαίσιο αυτοψίας. Βρίσκεται κοντά στην γνωστή αρχαία πόλη που ανακαλύφθηκε παλαιότερα στο Χόρτο και σύμφωνα με τις πρώτες ενδείξεις κατοικήθηκε κατά την Κλασική περίοδο.
Η δεύτερη αρχαιολογική θέση που εντοπίστηκε πρόσφατα, βρίσκεται κοντά στον οικισμό Καλλιθέα της Αργαλαστής, στην διαδρομή μεταξύ Αργαλαστής και Ξινόβρυσης και όπως δείχνει εκ πρώτης όψεως, υπάρχουν εκτός από ενδείξεις για οικισμό των ιστορικών χρόνων και προϊστορικά ίχνη κατοίκησης, τα οποία ενδεχομένως ανάγονται στην Εποχή του Χαλκού.
Και στις δύο περιπτώσεις, πάντως, απαιτείται έρευνα προκειμένου να εξαχθούν σαφή συμπεράσματα γύρω από τον χρόνο κατοίκησης και την ταυτότητα των εν λόγω αρχαίων πόλεων.
Η αρχαιολογική περιήγηση στο νότιο Πήλιο έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ξεκινώντας από το νησί Τρίκερι, όπου έχουν εντοπιστεί στοιχεία, τα οποία μαρτυρούν κατοίκηση κατά την Εποχή του Χαλκού. Η θέση με την αρχαιότερη κατοίκηση έχει εντοπιστεί, ειδικότερα, στην χερσόνησο της Αγίας Σοφίας, ενώ λίθινα εργαλεία της ίδιας περιόδου έχουν βρεθεί και στην περιοχή της Χονδρής Άμμου.
«Επίσης πάνω στο νησί των Τρικέρων, την αρχαία Κικύνηθο σύμφωνα με τους αρχαίους ιστορικούς Σκύλακα και Στράβωνα, έχει εντοπιστεί οικισμός που ανάγεται στους ιστορικούς χρόνους, χωρίς, ωστόσο, να έχει πραγματοποιηθεί ιδιαίτερη έρευνα μέχρι σήμερα» υπογραμμίζει ο κ. Βουζαξάκης.
Στην είσοδο, εξάλλου, του Παγασητικού Κόλπου, στην θέση «Μύλος», βορειοδυτικά της Αγίας Κυριακής έχει εντοπιστεί ρωμαϊκό χωμάτινο οχυρό, ενώ στην περιοχή Κόττες συναντάει κανείς επιφανειακά ευρήματα και διάσπαρτους τάφους, που υποδεικνύουν κατοίκηση τουλάχιστον κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, ενδεχομένως δε και παλαιότερα.
Όπως αναφέρει μάλιστα στο σημείο αυτό ο κ. Βουζαξάκης «η περιοχή νότια του χωριού Κόττες αποτελεί ένα μεγάλο και βαθύ φυσικό λιμάνι, το οποίο δεν αποκλείεται να αποτελεί το λιμάνι «Ίσαι» που αναφέρει ο Στράβωνας».
Ιστορία χιλιάδων χρόνων
Εξίσου σημαντικά δεδομένα προκύπτουν και στην θέση «Διακόπι» της Δημοτικής Ενότητας Τρικερίου, όπου υπάρχει τείχος με ορθογώνιους πύργους τοποθετημένους ανά διαστήματα 120-150 μέτρων, το οποίο κλείνει το πέρασμα προς την χερσόνησο του Τρικερίου.
Ο τρόπος δόμησης παραπέμπει μάλλον σε αρχαία κατασκευή αλλά η παντελής απουσία επιφανειακών ευρημάτων και η έλλειψη αρχαιολογικών ανασκαφών, δεν επιτρέπει λεπτομερέστερη προσέγγιση. Λίγο βορειότερα, εντοπίστηκε αρχαία πόλη η οποία εκτείνεται από την Χονδρή Άμμο που βρίσκεται στην ακτή του Αιγαίου έως και την ακτή του Παγασητικού στην θέση του Αγίου Ανδρέα.
Έχουν εντοπιστεί μια σειρά από ορατές αρχαιότητες οι οποίες είναι διάσπαρτες στην περιοχή, καθώς και αρκετοί τάφοι, αλλά δεν έχει πραγματοποιηθεί ποτέ ανασκαφική έρευνα. Στην ίδια περιοχή βρέθηκε, εξάλλου, ακέφαλο γυναικείο άγαλμα των ύστερων ελληνιστικών χρόνων, το οποίο παραδόθηκε στη ΙΓ΄ ΕΠΚΑ.
Έχοντας κατεύθυνση προς βορρά, εντοπίζεται αρχαίος οικισμός στην περιοχή του Χόρτου. Στο λόφο «Πύργος» είχαν εντοπιστεί ήδη κατά το παρελθόν ερείπια αρχαίας πόλης με κατοίκηση πιθανόν από τους αρχαϊκούς χρόνους έως και τη ρωμαϊκή εποχή. Αναθηματικές και επιτύμβιες στήλες είναι γνωστές από την περιοχή ήδη από τις αρχές του 20ου αι..
Τη δεκαετία του ’60 είχε εντοπισθεί μικρός ναΐσκος μεταβυζαντινής περιόδου, ενώ τη δεκαετία του ’70 είχαν ανασκαφεί τάφοι της ελληνιστικής εποχής. Στα ιδιαίτερα ευρήματα της περιοχής συγκαταλέγεται ένας κυλινδρικός σφραγιδόλιθος από ορεία κρύσταλλο που χρονολογείται στην Αρχαϊκή περίοδο.
Πρόσφατα με αφορμή την οικοδομική δραστηριότητα στην περιοχή, ανασκάφηκαν τμήματα του ελληνιστικού και ρωμαϊκού οικισμού. Σύμφωνα με παλαιότερους μελετητές, η πόλη αυτή θα πρέπει να ταυτιστεί με τα αρχαία Σπάλαυθρα. «Παρότι το αρχαιολογικό υλικό από τις ανασκαφές δεν έχει βοηθήσει μέχρι σήμερα στην ταύτιση της αρχαίας πόλης, έχει ήδη συμβάλει σημαντικά στην κατανόηση της κατοίκησης στην περιοχή και στη χερσόνησο του Πηλίου γενικότερα» υπογραμμίζει ο αρχαιολόγος της ΙΓ΄ Εφορείας.
Στην περιοχή του Κατηγιώργη και συγκεκριμένα στην θέση «Θεοτόκος» συναντάται μια ακόμη σημαντική αρχαία πόλη, όπου ανακαλύφθηκαν ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα τάφοι της Γεωμετρικής περιόδου, ενώ υπήρχαν διάσπαρτα στην περιοχή τμήματα από δωρικούς κίονες.
Στην ανασκαφή που πραγματοποιήθηκε την συγκεκριμένη περίοδο, ανακαλύφθηκε χριστιανικός ναός με ψηφιδωτό δάπεδο, ο οποίος διαδέχτηκε πιθανόν προγενέστερο αρχαίο ναό. Την δεκαετία του ’80 ανασκάφηκε στην ίδια περιοχή τάφος της Πρωτογεωμετρικής περιόδου, ενώ την δεκαετία του ’90 ανασκάφηκαν τμήματα της οχύρωσης της πόλης των ιστορικών χρόνων.
Οι απόψεις σχετικά με την ταυτότητα της πόλης διίστανται καθώς γίνεται αφενός λόγος για την αρχαία Σηπιάδα, ενώ παράλληλα διατυπώθηκε η πρόταση ότι πρόκειται για την πόλη «Μύραι» την οποία αναφέρει ο Σκύλακας.
Ευρήματα που ζητούν διερεύνηση
Στον όρμο Πλατανιά τοποθετούνται σύμφωνα με τους μελετητές οι αρχαίοι «Αφέτες» αλλά η μοναδική σωστική ανασκαφή που πραγματοποιήθηκε δεν κατέστη δυνατή να επιβεβαιώσει την ύπαρξη κάποιου οικισμού. Τα επιφανειακή ίχνη κατοίκησης και τα τμήματα τάφων που βρέθηκαν χρονολογήθηκαν στην ύστερη αρχαιότητα και τους ρωμαϊκούς χρόνους.
Στην Πάλτση και συγκεκριμένα στην θέση «Αγ. Ταξιάρχες» όπου υπάρχει εγκαταλειμμένο μοναστηριακό συγκρότημα, έχουν εντοπιστεί οι γωνιόλιθοι ενός πύργου. Το συγκεκριμένο εύρημα «θα μπορούσε να είναι τμήμα αρχαίου τείχους ή ακόμα κι ενός αυτόνομου Πύργου της αρχαιότητας, με σκοπό την εποπτεία της θάλασσας και του διάπλου ανάμεσα στην χερσόνησο του Πηλίου και της Σκιάθου.
Η έλλειψη ανασκαφής, η απουσία άλλων ευρημάτων και τα λιγοστά φθαρμένα επιφανειακά όστρακα δεν βοηθούν ούτε στην ακριβή χρονολόγηση της κατασκευής, ούτε στην ερμηνεία της» εξηγεί ο αρμόδιος αρχαιολόγος της ΙΓ΄ Εφορείας.
Το ιδιαίτερης αισθητικής τοπίο του Πηλίου, αλλά και τα δυσπρόσιτα σημεία στα οποία έχουν εντοπιστεί αρκετές αρχαιολογικές θέσεις, καθιστούν δύσκολη την διεξαγωγή συστηματικών αρχαιολογικών ανασκαφών.
Όπως υπογραμμίζει, τέλος, ο κ. Βουζαξάκης «το έντονα πτυχωμένο φυσικό ανάγλυφο με τις απότομες και μεγάλες υψομετρικές διαφορές, που καθιστούν δύσκολη τη μετάβαση αλλά και την απλή ορατότητα από το ένα σημείο στο άλλο, οι ακραίες καιρικές συνθήκες ιδίως κατά τη διάρκεια του χειμώνα και το άσχημο οδικό δίκτυο, που δυσχεραίνει τις μετακινήσεις, δικαιολογούν εύκολα το γεγονός των ελάχιστων και πάντα σύντομων χρονικά αρχαιολογικών ερευνών που έχουν πραγματοποιηθεί στη συγκεκριμένη περιοχή».