Ο προσδιορισμός του τρόπου καλλιέργειας και εκμετάλλευσης του βαμβακιού στην Αίγυπτο ήταν τοπική υπόθεση, βασισμένη σε αφρικανικές φυτικές ποικιλίες, σε αντίθεση με την μέχρι σήμερα επικρατούσα υπόθεση ότι επρόκειτο για  επιρροή από την Ινδία. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα των ερευνών που πραγματοποιήθηκαν σε παλαιοβοτανολογικά δείγματα σπόρων  βαμβακιού, ηλικίας 1.600 ετών, από την περιοχή Κασρ Ιμπρίμ (Kasr Ibrim) της Αιγύπτου.

Όλα άρχισαν όταν μια  ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο Warwick (Η.Β.) με επικεφαλής τον δρα Robin Allaby, ξεκίνησε να αναλύει σπόρους από το Κασρ Ιμπρίμ, μια περιοχή που κατοικούνταν για 3.000 χρόνια, για να εγκαταλειφθεί μόλις τον 19ο αι. Η μελέτη έγινε χρησιμοποιώντας μεθόδους προσδιορισμού αλληλουχίας DNA, οι οποίες έδειξαν ότι οι σπόροι ανήκαν στο G. herbaceum, ένα έιδος ιθαγενές στην Αφρική, και όχι στο ινδικό G. arboreum. Ήταν επίσης η πρώτη φορά που η μέθοδος ανάλυσης εφαρμόστηκε σε αρχαία φυτά και μάλιστα σε τόσο ζεστό κλίμα.

Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν όχι μόνο το γεγονός ότι η ανάπτυξη του βαμβακιού ήταν εσωτερική υπόθεση για τους Αιγυπτίους αλλά επίσης και ότι μια γρήγορη εξέλιξη έχει πραγματοποιηθεί στο αρχαίο βαμβάκι. Μάλιστα η εξέλιξη αυτή έχει προχωρήσει τόσο, ώστε οι σημερινοί σπόροι να διαφέρουν σημαντικά από εκείνους της αρχαιότητας. Κατά περίεργο τρόπο όμως, οι αρχαίοι σπόροι μοιάζουν αρκετά με σημερινούς σπόρους ενός συγγενικού είδους, του G. Barbadense, που παράγεται στη Βραζιλία και το Περού!« Πιθανότατα το βαμβάκι στο Κασρ Ιμπρίμ να εγκλιματίστηκε αντιδρώντας στην πίεση των περιβαλλοντικών συνθηκών, όπως το λίγο νερό», εξηγεί ο δρ Allaby.