Η περιοχή ανάμεσα στον Τίγρη και στον Ευφράτη θεωρείται λίκνο του πολιτισμό: Πριν από 10.000 έτη, δημιουργήθηκαν εκεί οι πρώτες πόλεις των ανθρώπων. Η νέα ανακάλυψη είναι τα ίχνη πολλών αρχαίων οικισμών στα νοτιοανατολικά της Συρίας. Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν ένα λογισμικό, για να διακρίνουν σε δορυφορικές εικόνες συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του εδάφους τα οποία υποδηλώνουν ύπαρξη οικισμού. Έτσι, ανακάλυψαν περισσότερα από 14.000 (!) σημεία, που τα τελευταία οκτώ χιλιάδες χρόνια κατοικούνταν από ανθρώπους – ορισμένα δε εξακολουθούν να υπάρχουν μέχρι σήμερα.

Η Μεσοποταμία, με έκταση 23.000 τετρ. χλμ., είναι μέρος της επονομαζόμενης Εύφορης Ημισέληνου, μιας περιοχής της νοτιοδυτικής Ασίας, που θεωρείται γενέτειρα της γεωργίας αλλά και λίκνο πρώιμων πολιτισμών. Το αν ένας τόπος παραμένει ελκυστικός επί μακρόν, εξαρτάται πρώτα απ’ όλα από τα αποθέματα νερού που διαθέτει, γράφουν οι επιστήμονες στην επιστημονική επετηρίδα “Proceedings of the National Academy of Sciences”. Το ίδιο σημαντικό ρόλο, όμως, παίζει και η ενσωμάτωσή του σε ένα δίκτυο γειτονικών οικισμών.

Οι Bjoern Menze και Jason Ur του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ αναζητούσαν στις δορυφορικές εικόνες για εδάφη τύπου «anthrosol», εδάφη δηλαδή που σχηματίστηκαν ή γνώρισαν σημαντικές αλλαγές λόγω ανθρώπινων δραστηριοτήτων (π.χ. καλλιέργεια της γης). Τα εδάφη αυτά χαρακτηρίζονται από τα οργανικά κατάλοιπα, αλλά και τα αρχιτεκτονικά λείψανα που περιέχουν. Τα εδάφη τύπου «anthrosol» διαφέρουν συνήθως αισθητά από τα γειτονικά τους, εξού και μπορούν να εντοπιστούν σε δορυφορικές εικόνες.

Καθ’ ύψος ανάπτυξη

Οι οικισμοί αναπτύσσονται, στο πέρασμα των αιώνων, καθ’ ύψος, επειδή τα νέα κτίσματα –οι οικίες– ανεγείρονται συνήθως πάνω στα κατάλοιπα παλαιότερων, κατεδαφισμένων κτιρίων. Γι’ αυτό και οι επιστήμονες αναζήτησαν στις εικόνες και  εξάρματα και προσδιόριζαν τον όγκο τους. Έτσι, αποκόμισαν πληροφορίες για την οικιστική εξέλιξη ενός τόπου.

Σε 14.312 συνολικά σημεία, οι ερευνητές εντόπισαν χαρακτηριστικά των εδαφών τύπου «anthrosol». Από αυτά, τα 9.500 παρουσίαζαν αισθητή υψομετρική διαφορά από τη γύρω περιοχή. Οι οικισμοί είχαν, κατά μέσο όρο, έκταση 17.000 τετρ. μ. Το 2,5% των εξαρμάτων ξεπερνούσαν τα 100.000 τετρ. μ. Το μεγαλύτερο ύψωμα που εντόπισαν οι επιστήμονες ήταν ο γνωστός αρχαίος οικισμός Tell Brak της 3ης-2ης χιλιετίας π.Χ.

Οι έρευνες έδειξαν ότι ο τύπος τους εδάφους ελάχιστα επηρέαζε την ελκυστικότητα μιας περιοχής. Η διαθεσιμότητα νερού (είτε αυτό σήμαινε ένας κοντινός ποταμός είτε οι τακτικές βροχοπτώσεις), αντιθέτως, καθόριζε σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό το αν ένας οικισμός θα κατοικούνταν για μεγάλο χρονικό διάστημα ή όχι.

Θεωρητικά, οι έρευνες αυτές θα μπορούσαν να γίνουν και επιτόπου, εξηγεί ο Jason Ur. «Όμως θα χρειαζόταν να ξοδέψω πιθανότατα το υπόλοιπο της ζωής μου, για να καλύψω μια περιοχή τέτοιας έκτασης. Με τη βοήθεια της ψηφιακής τεχνολογίας, έχουμε γρήγορα στη διάθεσή μας έναν περιεκτικό χάρτη». Έτσι, όποιος θελήσει στο μέλλον να διεξάγει έρευνες στη Μεσοποταμία, ξέρει πού να ανατρέξει.