Περισσότερα από 4.500 χρόνια ιστορίας, περισσότερα από 400 αρχαία έργα από άργυρο, χρυσό, χαλκό, γυαλί και πηλό που αντιπροσωπεύουν ένα ευρύτατο φάσμα του κυπριακού πολιτισμού από την Εποχή του Χαλκού έως τους πρώιμους βυζαντινούς χρόνους συνθέτουν την Κυπριακή Συλλογή του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης.
Στις 15 Μαρτίου η συλλογή παρουσιάζεται στο κοινό με νέα και εντυπωσιακή, εκθεσιακή αντίληψη. Σύγχρονες προθήκες, ειδικοί φωτισμοί και διαδραστικές οθόνες αναπαράγουν στον τρίτο όροφο του μουσείου την αρχαία ιστορία της Κύπρου με έναν ιδιαίτερα ελκυστικό αλλά και εκπαιδευτικό τρόπο.
Λίθινα και πήλινα ειδώλια, χάλκινα όπλα και εργαλεία, γλυπτά, γυάλινα αντικείμενα και κοσμήματα, νομίσματα, σφραγίδες και επιγραφές περιλαμβάνονται στην έκθεση. Να σημειωθεί εξάλλου ότι στο σύνολό τους τα έργα αυτά αποτελούν μέρος της συλλογής του Κύπριου επιχειρηματία και συλλέκτη Θάνου Ζιντίλη, την οποία έχει παραχωρήσει στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης για τη στέγαση και την ανάδειξή της με την άδεια βεβαίως του κυπριακού κράτους.
Τμήμα της συλλογής βρισκόταν στο Μουσείο Άλαρντ Πίρσον του Άμστερνταμ έως πριν από μερικά χρόνια – άλλωστε ο συλλέκτης είχε διατελέσει πρόξενος της Κύπρου στην Ολλανδία.
Ο πλούτος αυτής της συλλογής, η ποικιλία της, η μοναδικότητα πολλών αντικειμένων είναι στοιχεία που σπάνια συναντά κάποιος σε ιδιωτική συλλογή. Τα χρυσά κοσμήματα –περιδέραια, ενώτια, σκουλαρίκια, περικάρπια, σφικωτήρες– ξεχωρίζουν στην έκθεση καθώς είναι κατασκευασμένα με εξαιρετική λεπτότητα και μοναδική επεξεργασία.
Κάποια αναπαριστούν λιοντάρια, κριάρια ή άλλα ζώα, κάποια άλλα αποδίδουν το σχήμα των φύλλων ή της καρδιάς, εντυπωσιακά είναι εκείνα όπου ο χρυσός δεν αρκεί, αλλά στολίζονται επιπλέον με πολύτιμους ή ημιπολύτιμους λίθους (αχάτη, ρουμπίνια ή μαργαριτάρια). Υπάρχουν όμως και κοσμήματα της Εποχής του Χαλκού από απλά κοχύλια, φτιαγμένα με αριστουργηματικό τρόπο για να φορεθούν στο λαιμό ως περίαπτα φυλακτά.
Πουθενά αλλού, εξάλλου, από την Κύπρο δεν υπάρχουν τα λεγόμενα «σταυρόσχημα» ειδώλια (αρχές της 2ης χιλιετίας π.Χ.) με χαρακτηριστική αγκύλη που υποδηλώνει τα χέρια. Το ίδιο και τα μικροσκοπικά περίαπτα ειδώλια της Νεολιθικής Εποχής –το μεγαλύτερο φθάνει μόλις τα 6 εκατοστά)– τα οποία ονομάζονται πικρολιθικά από τον σαπωνοειδή λίθο από τον οποία είναι φτιαγμένα και ο οποίος εξορύσσεται στο όρος Τρόοδος της Κύπρου. Σημαντικά είναι και τα αγγεία, ιδιαίτερα αυτά της 3ης και 2ης χιλιετίας π.X., με πλαστικές μορφές πτηνών και ζώων και εγχάρακτες διακοσμήσεις.
Και φυσικά ειδική θέση κατέχουν τα χάλκινα αντικείμενα, καθώς η Κύπρος ήταν γνωστή από την Προϊστορική εποχή για τα πλούσια κοιτάσματα χαλκού που διέθετε.
Από τον 18ο αιώνα π.Χ. ο χαλκός της Κύπρου εξαγόταν στη Μεσοποταμία, ενώ αργότερα η λατινική ονομασία του χαλκού (cuprium) προήλθε από την έκφραση Cuprium aes, που σημαίνει «μέταλλο της Κύπρου».