Χωρίς χρήμα, προσωπικό, μέσα και —κυρίως— αντιαγοραίο προσανατολισμό στη διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς, ουσιαστική φύλαξή της δεν πρόκειται να υπάρξει, όσες «ομάδες εργασίας» κι αν φτιάξει το υπουργείο Πολιτισμού-Τουρισμού, όπως αυτή με αφορμή την πρόσφατη κλοπή στο παλιό Μουσείο Ολυμπίας.
Αυτό το συμπέρασμα προκύπτει από τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ), χτες, από το Συνεδριακό και Εκθεσιακό Κέντρο ΣΠΑΠ της Ολυμπίας. Η πρόεδρος του ΣΕΑ, Δέσποινα Κουτσούμπα, αναφερόμενη στις ευθύνες του κράτους, έθεσε το θέμα ως εξής: «Ολόκληρη η Αρχαιολογική Υπηρεσία το 2011 πήρε 12 εκατ. ευρώ από τον τακτικό προϋπολογισμό (για όλες τις Εφορείες και τα Μουσεία σε όλη την Ελλάδα). Με την εφεδρεία χάσαμε το 10% των εργαζομένων στον πολιτισμό, ενώ ακόμη και σήμερα, μετά την κλοπή, ο εφαρμοστικός νόμος του υπουργείου Οικονομικών, που ψηφίζεται το βράδυ (σ.σ. χτες) στη Βουλή, προβλέπει επιπλέον περικοπές από τον προϋπολογισμό του ΥΠΠΟΤ. Ακόμη και μετά την κλοπή στην Εθνική Πινακοθήκη, δεν αντιμετωπίστηκε, με τη δέουσα προσοχή, το θέμα της ασφάλειας των μουσείων και αρχαιολογικών χώρων, παρότι είχε ήδη χτυπήσει το καμπανάκι του κινδύνου».
Οι αρχαιολόγοι εκτιμούν ότι χρειάζεται συλλογική αντιμετώπιση των προβλημάτων στο ΥΠΠΟΤ από όλους τους κλάδους και τις ειδικότητες και ότι η κλοπή πρέπει να προβληματίσει και την κοινωνία, «καθώς η πολιτιστική κληρονομιά αποτελεί κοινή περιουσία όλων μας, όλου του ελληνικού λαού, και ως τέτοια πρέπει να προστατεύεται (…) Θα ’πρεπε να το διεκδικούν οι ίδιοι οι πολίτες ως κοινωνικό αγαθό, πλάι στην Υγεία και την Παιδεία. Θα ’πρεπε ως κοινωνία να μη δεχόμαστε “εκπτώσεις” στους τομείς αυτούς».