Η Hürriyet δημοσιεύει άρθρο με τίτλο «Κωνσταντινούπολη, ένα κενό σύμβολο».

Η κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης, γράφει, από τους Τούρκους Οθωμανούς ήταν εν πολλοίς συμβολική, καθώς ήδη ήλεγχαν το μεγαλύτερο μέρος της χώρας, μέχρι σχεδόν τα τείχη της Πόλης. «Ήταν απλά ζήτημα του “πότε” όχι του “αν”».

Η ταινία Fetih 1453, η «Άλωση – 1453» σε μετάφραση, παρουσιάζει τους Οθωμανούς να κατακτούν την Κωνσταντινούπολη. Και γράφει η Hürriyet «κατακτούν την πόλη του Κωνσταντίνου, την πρωτεύουσα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας που πλέον δεν υπήρχε. Παρότι το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είχε από αιώνες καταρρεύσει, οι κάτοικοι της πόλης αρέσκονταν να ενθυμούνται τα περασμένα μεγαλεία αποκαλώντας τους εαυτούς τους Ρωμαίους.

»Ωστόσο, η νίκη ήταν εν πολλοίς συμβολική, καθώς οι Οθωμανοί από καιρό είχαν στα χέρια τους τις περιοχές που περιέβαλλαν την πόλη που αργοπέθαινε. Παρόλο που οι Ευρωπαίοι θεωρούσαν πως επρόκειτο για μια σπουδαία πόλη με αμύθητα πλούτη, αυτό είχε από καιρό πάψει να ισχύει».

Η Hürriyet αναφέρεται σε εξέχοντες ιστορικούς της Δύσης, όπως ο Σπύρος Βρυώνης και ο Σερ Στήβεν Ράνσιμαν, οι οποίοι περιέγραψαν την τριήμερη πολιορκία του 1204 ως ένα γεγονός λεηλασιών, βιασμών και φόνων, τόσο φρικτό που σχεδόν δυσκολεύεται κανείς να το πιστέψει. «Έργα τέχνης, κειμήλια, χρυσά και αργυρά αντικείμενα – οτιδήποτε μπορούσε να αφαιρεθεί και να μεταφερθεί – είτε πήγε στη Δύση, στον Πάπα ή στη Βενετία, είτε έμεινε στην κατοχή των Σταυροφόρων που επέλεξαν να επιστρέψουν στα σπίτια τους στην Ευρώπη. Οι Έλληνες κάτοικοι της πόλης που δεν κατάφεραν να διαφύγουν είτε δολοφονήθηκαν είτε υποδουλώθηκαν. Το Ιπποδρόμιο καταστράφηκε και η ιερότητα της Αγια-Σοφιάς σπιλώθηκε. Η Δυναστεία των Παλαιολόγων ανέβηκε ξανά στην αυτοκρατορική εξουσία το 1261, αλλά τίποτε δεν μπορούσε να αποκαταστήσει το μεγαλείο που απολάμβανε κάποτε η Κωνσταντινούπολη.

»Κατά τη διάρκεια των δύο περίπου αιώνων προτού ο Σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής δώσει τη χαριστική βολή στην πόλη, έγιναν διάφορες απόπειρες από τους Οθωμανούς να κατακτήσουν την Κωνσταντινούπολη, ενώ οι Οθωμανοί διεύρυναν την επιρροή τους και την επικράτειά τους. Περιοχές που καλλιεργούνταν για να θρέψουν την πόλη έπεσαν στα χέρια μεγαλογαιοκτημόνων που χρέωναν ό,τι ήθελαν και δεν τους πείραζε να πουλούν προϊόντα στους Τούρκους.

»Πόλεις όπως η Βενετία και η Γένοβα δεν έβρισκαν κανένα εμπόδιο στις εμπορικές τους σχέσεις με τους Τούρκους, καθώς το εμπόριο στη Μεσόγειο, το Αιγαίο και τη Μαύρη Θάλασσα δεν ήταν πλέον στα χέρια των Βυζαντινών».

Το άρθρο συνεχίζει την περιγραφή της παρακμής της Κωνσταντινούπολης: μειωμένες εισφορές από φορολογία, καταβολή υψηλών ποσών εν είδει δωροδοκίας προκειμένου να κρατηθούν πιστοί οι σύμμαχοι της Πόλης, ακόμη και προικώα επιβάρυναν τον κρατικό προϋπολογισμό. «Η πόλη χρωστούσε μεγάλα χρηματικά ποσά στη Βενετία όταν εντέλει κατακτήθηκε». Ο πληθυσμός είχε μειωθεί στις 50.000 (από το 1 εκατομμύριο του 11ου αιώνα). «Πολλοί από εκείνους που είχαν παραμείνει ήταν φτωχοί και άρρωστοι λόγω της έλλειψης σωστής διατροφής.»

Και καταλήγει η συντάκτρια του άρθρου: «Στο τέλος, ο τελευταίος αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ΙΑ΄ είχε μονάχα 13 πλοία και λιγότερους από 10.000 άνδρες για να υπερασπιστούν την πόλη. Από αυτούς τους 10.000 φαίνεται πως οι μισοί ή περισσότεροι δεν ήταν Έλληνες, καθώς όποιος μπορούσε να φύγει από την πόλη προτού ξεκινήσει η τελική πολιορκία το έκανε. Η Κωνσταντινούπολη που κατέκτησε ο Σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής στις 29 Μαΐου του 1453 απείχε πολύ από την αυτοκρατορική πρωτεύουσα που κάποτε ήταν στην ακμή και στη δόξα της. Η πόλη δεν ήταν παρά ένα κενό σύμβολο που οι Οθωμανοί έμελλε να φέρουν ξανά πίσω στη ζωή».