Την έκαψαν, την έκλεψαν πριν από δύο χρόνια, το μουσείο της πλημμύρισε με βρόχινο νερό πριν από δύο μήνες και τώρα έρχεται το τελικό χτύπημα. Η Αρχαία Ολυμπία, παγκόσμιο σύμβολο πολιτισμού, το λίκνο των Ολυμπιακών Αγώνων και «brand name» της χώρας διεθνώς, υφίσταται μεγάλο πλήγμα. Η ληστεία που έγινε την Παρασκευή το πρωί στο Μουσείο Ολυμπιακών Αγώνων, σε μια εποχή που η Ελλάδα δοκιμάζεται σκληρά από τα οικονομικά μέτρα, έρχεται να πριμοδοτήσει την εικόνα μιας διάλυσης και στον πολιτισμό. «Καλύτερα κλειστά μουσεία παρά μουσεία αφύλακτα» ήταν η μόνιμη επωδός αρχαιολόγων και προϊσταμένων μουσείων στην επικοινωνία που είχε μαζί τους «Το Βήμα» μετά την κλοπή. Όσο και αν αυτό ακούγεται υπερβολικό, η εισβολή ένοπλων κουκουλοφόρων σε ένα αρχαιολογικό μουσείο, πρώτη φορά στα ελληνικά χρονικά, θέτει πολλά ερωτηματικά και κυρίως απαιτεί αποτελεσματικά μέτρα για την επόμενη μέρα.
Ο υπουργός Πολιτισμού κ. Π. Γερουλάνος αμέσως μετά τη ληστεία στην Αρχαία Ολυμπία υπέβαλε την παραίτησή του στον πρωθυπουργό κ. Λ. Παπαδήμο η οποία όπως έγινε γνωστό την Κυριακή το βράδυ δεν έγινε δεκτή.
Τα νέα «ήθη» στον χώρο του εγκλήματος εξαπλώνονται πλέον και στον πολιτισμό και υπό αυτή την έννοια η κλοπή βρήκε την πολιτεία απροετοίμαστη για την αντιμετώπιση της νέας κατάστασης. Αυτή την αλλαγή του οργανωμένου εγκλήματος στη χώρα καλούνται τώρα να λάβουν υπόψη το υπουργείο Πολιτισμού αλλά και η Αστυνομία.
Ληστείες έχουν γίνει και στο παρελθόν και μεγαλύτερες μάλιστα -στο Μουσείο Κορίνθου το 1990 είχαν κλαπεί περί τα 200 αρχαία έργα, τα οποία βρέθηκαν εννέα χρόνια αργότερα- αλλά πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της μέρας και με πυροβόλα όπλα. Το θράσος εξάλλου φαίνεται ότι περίσσευε, καθώς δίπλα ακριβώς βρίσκονται τα γραφεία της Εφορείας Αρχαιοτήτων, απέναντι είναι το δημαρχείο της πόλης ενώ το Αστυνομικό Τμήμα απέχει μόλις 100 μέτρα. Ουδείς αντελήφθη τίποτε. Τέσσερις φύλακες υπηρετούν στο Μουσείο Ολυμπιακών Αγώνων, δηλαδή η εξής… μία. Και αυτό διότι μία λείπει με την κανονική της άδεια, μία άλλη με αναρρωτική ενώ η τρίτη απλώς καθυστέρησε να φθάσει. Το ερώτημα πώς ένας φύλακας μόνος του ανοίγει ένα μουσείο μένει να απαντηθεί. Δεύτερο ερώτημα εξάλλου είναι γιατί δεν ζητήθηκε η αρωγή Αστυνομίας, από τη στιγμή που ήταν γνωστό στους υπευθύνους ότι δεν υπάρχει επαρκής φύλαξη.
Το μέτρο της εφεδρείας που εφαρμόστηκε πριν από λίγο καιρό και στο υπουργείο Πολιτισμού, εκτός από την απώλεια επιστημονικού προσωπικού, δημιούργησε νέα προβλήματα στη φύλαξη αρχαιοτήτων. Γεγονός που όσον αφορά την Αρχαία Ολυμπία συγκεκριμένα είχε επισημανθεί από τις αρχές Νοεμβρίου από την έφορο κυρία Γεωργία Χατζή με έγγραφό της προς το ΥΠΠΟ. Προσλήψεις δεν έγιναν. Σήμερα περισσότερες από τις μισές οργανικές θέσεις αρχαιοφυλάκων στο υπουργείο Πολιτισμού είναι κενές. Αντί των 3.700 που απαιτούνται δηλαδή, υπηρετούν μόνον 1.200.
Και αυτό, ας σημειωθεί, αφορά την εύρυθμη λειτουργία των αρχαιολογικών χώρων και μουσείων χωρίς τα διευρυμένα ωράρια που ισχύουν το καλοκαίρι, για τα οποία απαιτείται η πρόσληψη ωρομισθίων. Πρόκειται για ένα άλλο μεγάλο ζήτημα, το οποίο θα κληθεί να αντιμετωπίσει η πολιτεία σε δύο μήνες περίπου, όταν θα αρχίσει το τουριστικό κύμα.
Κουβάρι πολλαπλών αρμοδιοτήτων, συνδικαλιστικών προνομίων και διεκδικήσεων, οικονομικής δυσπραγίας και πολιτικής ευθύνης στη συνολική και σε βάθος αντιμετώπιση του προβλήματος αποτελεί άλλωστε το ζήτημα της φύλαξης μουσείων και αρχαιολογικών χώρων. Από την άλλη ωστόσο τέσσερις ή και περισσότεροι άοπλοι φύλακες μπορούν να σταματήσουν οπλοφόρους;
Ένοπλοι φύλακες όμως δεν υπάρχουν σε κανένα μουσείο του κόσμου, εκτός και αν η χώρα είναι σε εμπόλεμη κατάσταση. «Δεν μπορείς να έχεις ένοπλη προστασία των μουσείων, από τη στιγμή που εξ ορισμού πρόκειται για ιδρύματα που παραπέμπουν στον πολιτισμό και στα ανθρωπιστικά ιδεώδη» λέει η γενική γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού κυρία Λίνα Μενδώνη. Ακόμη και κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης το 2003, που έγινε στη Στοά Αττάλου παρουσία αρχηγών ξένων κρατών, όταν είχε ζητηθεί να ακροβολιστούν ένοπλοι μέσα στην Ακρόπολη για την καλύτερη προστασία των επισήμων, το αίτημα είχε απορριφθεί, έτσι τοποθετήθηκαν έξω από αυτήν.
«Τη δεκαετία του ’50 σε εποχές μεγάλης φτώχειας οι άνθρωποι ποτέ δεν μπήκαν στα μουσεία για να κλέψουν. Τα σέβονταν. Από τη στιγμή που έχουμε τέτοια φαινόμενα, που έχει λείψει ο σεβασμός, έχουμε κατάλυση των αξιών» λέει η κυρία Μενδώνη.
Στο «διά ταύτα» μια νέα εκ βάθρων αλλαγή του συστήματος προστασίας και φύλαξης χώρων και μουσείων που θα λαμβάνει υπόψη τη σύγχρονη εγκληματικότητα είναι το ζητούμενο και όχι μόνον από την ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού αλλά και από το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, καθώς απαιτείται πλέον από κοινού σχεδιασμός και προγραμματισμός. Η εποχή της αθωότητας έχει περάσει.
Το χρυσό δαχτυλίδι και ο χάλκινος δρομέας
Συναγερμό δεν διαθέτουν οι προθήκες του μουσείου, υπάρχει όμως για κάθε αίθουσα χωριστά και φυσικά για το κτίριο στο σύνολό του. Υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι θα επιχειρηθεί διάρρηξη τη νύχτα, οπότε ο συναγερμός ειδοποιεί αυτομάτως το Επιχειρησιακό Κέντρο του υπουργείου Πολιτισμού. Σύγχρονα συστήματα φύλαξης ωστόσο, όπως για παράδειγμα οι θερμικές κάμερες, δεν υπάρχουν -σε κανένα ελληνικό μουσείο- ούτε καν όμως οι ειδικές μπάρες που μπορούν να εμποδίσουν την έξοδο.
Τα ισχυρά κρύσταλλα που καλύπτουν τις προθήκες φαίνεται ωστόσο ότι περιόρισαν κάπως την κλοπή καθώς από το χτύπημα της βαριοπούλας άνοιξε μόνο μία οπή, από την οποία οι ληστές προσπάθησαν να βγάλουν όσα περισσότερα εκθέματα μπορούσαν και πάντως μικρού μεγέθους. Όσον αφορά εξάλλου την επίμονη αναζήτηση χρυσών στεφανιών, φυσικά δεν υπάρχουν τέτοια στην Αρχαία Ολυμπία ενώ το άλλο «ζητούμενο», τα γραμματόσημα δηλαδή, πράγματι υπάρχει μια σημαντική συλλογή σπάνιων γραμματοσήμων από τους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες στη νεότερη εποχή στο Μουσείο Σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων.
Η μοίρα των κλαπέντων έργων από το Μουσείο Ολυμπιακών Αγώνων της αρχαιότητας, από τη στιγμή που είναι καταγεγραμμένα και δημοσιευμένα, τα οδηγεί στη μαύρη αγορά, καθώς δεν μπορούν να εμφανισθούν σε επίσημους καταλόγους δημοπρασιών ούτε σε φανερές αγορές από μουσεία του εξωτερικού. Υπάρχουν όμως πάντα οι ιδιώτες συλλέκτες στους οποίους απευθύνονται σε αυτές τις περιπτώσεις οι αρχαιοκάπηλοι.
Ας σημειωθεί ότι μεταξύ των 65 αντικειμένων που αφαίρεσαν από τις πέντε προθήκες, τις οποίες οι ληστές έσπασαν με βαριοπούλα, βρισκόταν και το πολυτιμότερο των κλαπέντων, ένα χρυσό δαχτυλίδι-σφραγίδα της Μυκηναϊκής εποχής από την Άνθεια της Μεσσηνίας, το οποίο φέρει παράσταση ταυροκαθαψίων, γεγονός που παραπέμπει στην απαρχή των αθλητικών αγώνων στα Προϊστορικά χρόνια. Ένα χάλκινο ειδώλιο δρομέα εξάλλου, που επίσης εκλάπη, επρόκειτο να ταξιδέψει στη Γερμανία για τη μεγάλη έκθεση «Ολυμπία: Μύθος και λατρεία», που θα εγκαινιαστεί στο Μουσείο Μάρτιν Γκρόπιους – Μπάου του Βερολίνου τον Αύγουστο. Άλλα αντικείμενα που βρίσκονταν στις προθήκες ήταν αγγεία μελανόμορφα και ερυθρόμορφα, ειδώλια χάλκινα και πήλινα.