Πολύτιμα υφάσματα 1.000 ετών από τη Μογγολία αποκαθίστανται στην Κολονία. Τα υφάσματα συγκαταλέγονται στα «διαμάντια» της εντυπωσιακής έκθεσης με τίτλο «Πολεμιστές της στέπας – Νομάδες ιππείς του 7ου-14ου αιώνα από τη Μογγολία» που θα ανοίξει τις πύλες της στις 26 Ιανουαρίου στη Βόννη.

Το ύφασμα έχει πολύ μικρές πιθανότητες να διασωθεί διαμέσου των αιώνων. Ακόμη και τα μικρότερα τμήματα υφάσματος παλαιών πολιτισμών θεωρούνται σπουδαία ευρήματα από τους αρχαιολόγους. Οι ερευνητές του Τμήματος Σπουδών «Restaurierung und Konservierung von Textilien und archäologischen Fasern» [Αποκατάσταση και συντήρηση υφασμάτων και αρχαιολογικών ινών] του Πανεπιστημίου Εφαρμοσμένων Επιστημών της Κολονίας κατάφεραν να αποκαταστήσουν από ένα πλήθος ράκη υφάσματος που βρέθηκαν σε μογγολικό τάφο λαξεμένο σε βράχο δύο ενδύματα νομάδων ιππέων. Έτσι, για πρώτη φορά, έχουμε αυθεντικά δείγματα ένδυσης του 11ου αι. μ.Χ., γνωστά ως τώρα μόνο από απεικονίσεις. Οι Maike Piecuch και Laura Peters, διδακτορικές φοιτήτριες, κατόρθωσαν να αποκαταστήσουν από έναν μεγάλο αριθμό μεμονωμένων τμημάτων ένα μοναδικό μεταξωτό καφτάνι από δαμασκηνό ύφασμα υφασμένο στην Κίνα και το αρχαιότερο γνωστό μέχρι σήμερα πανωφόρι από μάλλινη τσόχα. Η έρευνα, αποκατάσταση και συντήρηση των ενδυμάτων γίνεται στο πλαίσιο προγράμματος, στο οποίο συμμετέχουν το Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Επιστημών Κολονίας, το Πανεπιστήμιο της Βόννης, το LVR-Landesmuseum της Βόννης και το Ινστιτούτο Αρχαιολογίας της Μογγολικής Ακαδημίας των Επιστημών. Η έκθεση “Steppenkrieger – Reiternomaden des 7. – 14. Jahr¬hun¬derts aus der Mongolei” [Πολεμιστές της στέπας – Νομάδες ιππείς του 7ου-14ου αιώνα από τη Μογγολία], LVR-Landesmuseum Bonn, 26.1.-29.4.2012 στην οποία θα παρουσιαστούν τα ενδύματα έχει στόχο να αναδείξει τον υψηλό πολιτισμό των νομάδων ιππέων, στον οποίο μέχρι τώρα δεν δόθηκε η αρμόζουσα προσοχή από την έρευνα.

Υψηλή ραπτική

Το καφτάνι είναι ολομέταξο. Που σημαίνει ότι ο κάτοχός του είχε υψηλή κοινωνική θέση και ήταν εύπορος, αλλά και ότι υπήρχε πρόσβαση σε εμπορικά αγαθά από την Κίνα. Οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν με ποιον τρόπο ερχόταν το δαμασκηνό μετάξι στη βόρεια Μογγολία. «Τότε δεν ήταν κοινό εμπορικό αγαθό, και μόνον οι Κινέζοι γνώριζαν να υφαίνουν το δαμασκηνό μετάξι. Πιθανότατα να ήταν κάποιο δώρο» εξηγεί η καθηγήτρια του Τμήματος Συντήρησης Υφάσματος Annemarie Stauffer. Τα μανίκια του ενδύματος είναι μακριά. Φέρουν ανοίγματα από τα οποία οι νομάδες έβγαζαν τα χέρια τους για να ιππεύσουν και στερέωναν τα δύο τμήματα του υφάσματος με ένα κουμπί στο επάνω μέρος του μανικιού.

Το ίδιο και το πανωφόρι είναι σχεδιασμένο έτσι ώστε να εξυπηρετεί τους ιππείς. Στενό στο επάνω μέρος του, ενώ στο κάτω ανοίγει, ώστε εκείνος που το φορά να μπορεί να κατέβει από το άλογό του, ραμμένο κατά τρόπο ώστε ο ιππέας να μη χρειάζεται να κάθεται επάνω τις ραφές και τα πόδια του να είναι προστατευμένα από το κρύο. Το πανωφόρι είχε επίσης κουκούλα για την προστασία από τις χαμηλές θερμοκρασίες. Όλα αυτά ραμμένα με λεπτή κλωστή και τέχνη.

Ασυνήθιστα καλή κατάσταση διατήρησης

«Αν σκεφθεί κανείς το ψυχρό κλίμα που επικρατεί στο υψόμετρο 1.800-3.000 μ., τα υφάσματα αυτά βρίσκονται σε ασυνήθιστα καλή κατάσταση διατήρησης, καθώς ήταν προστατευμένα μέσα στις κοιλότητες των βράχων από τη βροχή, το χιόνι και τον ήλιο» διαπιστώνει ο καθηγητής Δρ Jan Bemmann του Πανεπιστημίου Friedrich-Wilhelm της Βόννης, ο οποίος μαζί με τον συνάδελφό του από τη Μογγολία Tsagaan Törbat διευθύνει το πρόγραμμα που αναφέραμε.