Ένας μανάβης ονόματι Babylas ήταν ο στόχος μιας φοβερής κατάρας 2.000 χρόνια πριν. Χαραγμένη σε μολύβδινη πινακίδα που βρέθηκε στην Αντιόχεια, μία από τις μεγαλύτερες πόλεις της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η κατάρα καλεί τους θεούς να δέσουν τον άτυχο οπωροπώλη και στη συνέχεια να πνίξουν και να καταστρέψουν την ψυχή του.

Η κατάρα περιγράφεται και αναλύεται διεξοδικά στη γερμανική περιοδική έκδοση Zeitschrift für Papyrologie und Epigraphik από τον καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον Alexander Hollmann, ο οποίος μελετά την αρχαία ελληνική και ρωμαϊκή μαγεία.

Η κατάρα ήταν χαραγμένη και στις δύο πλευρές της πινακίδας. Στη μία όψη, γίνεται επίκληση στον θεό Iao ο οποίος θα δέσει τον Babylas. Η άλλη απευθύνεται σε διάφορους θεούς, από τους οποίους ζητείται να πετάξουν την πινακίδα για να την καταστρέψουν σε ένα πηγάδι – επιφυλάσσει δηλαδή στην πινακίδα την ίδια τύχη με εκείνη του μανάβη.

«Υπάρχουν επίσης πληροφορίες για τον τόπο κατοικίας του (…) έτσι ώστε οι θεοί να ξέρουν πού θα τον βρουν» λέει ο Δρ Hollmann. Παρόλο που ο συντάκτης της κατάρας δεν αναφέρεται, ο καθηγητής υποθέτει ότι θα επρόκειτο για κάποιους ανταγωνιστές στον επαγγελματικό χώρο του μανάβη. «Η κατάρα είναι αρκετά σοβαρή. Έχουμε βρει και άλλα στοιχεία που δείχνουν ότι τέτοιου είδους πρακτικές συνηθίζονταν».

Η πινακίδα βρέθηκε σε πηγάδι τη δεκαετία του 1930, πιθανότατα το ίδιο στο οποίο την είχαν ρίξει αρχικά. Έκτοτε, η πινακίδα μαζί με πολλά άλλα ευρήματα από τις ανασκαφές της Αντιόχειας βρίσκονται στο Μουσείο του Πανεπιστημίου του Πρίνστον (Princeton University Art Museum).

Παρόμοιες πινακίδες με κατάρες έχουν βρεθεί στη Ρώμη, στην Καρχηδόνα και σε όλη την περιοχή της Μεσογείου, σύμφωνα με τον Δρα Hollmann ο οποίος ασχολείται με την αποκρυπτογράφηση των πινακίδων της Αντιόχειας.

«Οι ομοιότητες που παρουσιάζουν [τα κείμενα μεταξύ τους] οφείλονται στο γεγονός ότι οι “επαγγελματίες” [που τα έγραφαν] χρησιμοποιούσαν βιβλία με μάγια και ξόρκια τα οποία κυκλοφορούσαν. Κι αυτά περιείχαν πρότυπα που χρησιμοποιούνταν επί εκατοντάδες χρόνια».