Μια επιγεραφή που βρέθηκε κοντά στο σημερινό χωριό Μαμουσιά Αχαϊας έδειξε που ακριβώς ήταν η αρχαία Κερύνεια. Μια πόλη, που αναφέρει ο Παυσανίας τον 2ο μ.Χ. αιώνα στα Αχαϊκά του, ως μία από τις δώδεκα πόλεις των Αχαιών. Σύμφωνα με τον αρχαίο περιηγητή, οι κάτοικοί της εγκαταστάθηκαν εκεί, στη βορειοδυτική Πελοπόννησο, αφού εκδίωξαν τους παλιούς κατοίκους, οι οποιόι ήταν Ίωνες.
Η ακριβής θέση της αρχαίας Κερύνειας αποτελούσε αίνιγμα για τους αρχαιολόγους, καθώς οι θεωρίες που είχαν διατυπωθεί με βάση τις αναφορές του Στράβωνα, του Παυσανία, του Πολύβιου και άλλων ήταν αντικρουόμενες. Η επίτιμη έφορος Αρχαιοτήτων Ιφιγένεια Δεκουλάκου όμως υποστηρίζει ότι η αρχαία πόλη ταυτίζεται με τα ερείπια που σώζονται βόρεια από το σημερινό χωριό Μαμουσιά. Η εικόνα πάντως των ορατών ευρημάτων της περιοχής προϊδεάζει για την ύπαρξη μιας πόλης ισχυρής, τειχισμένης, με θέατρο και νεκροταφείο. Η ταύτιση της θέσης με την αρχαία πόλη επίθσης δείχνει να επιβεβαιώνεται κατά την αρχαιολόγο, μετά την ανεύρεση εκεί μιας επιγραφής με το όνομα «Καρυναίων». Μόλις χτες, η κ. Δεκουλάκου έδειξε τα τεκμήρια της άποψής της σε μια ομιλία με θέμα «Η αρχαία Κερύνεια και το Ταφικό Μνημείο»- στο πλαίσιο των διαλέξεων της Ένωσης Φίλων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου.
Τα ερείπια της αρχαίας Κερύνειας τα βρίσκει κανείς ακολουθώντας τον παλιό δρόμο από το Αίγιο προς την Κόρινθο. Πριν από το Διακοφτό υπάρχει ένας δρόμος που οδηγεί νότια, προς το χωριό Μαμουσιά. Στο ύψωμα, ανάμεσα σε δύο βαθιές χαράδρες, απλώνεται η αρχαία πόλη. Κοντά στο εξωκλήσι του Αγ. Κωνσταντίνου (500 μ. πριν από τη Μαμουσιά), είναι ορατό κατά διαστήματα το τείχος (4ου-2ου αι. π.Χ.) που περιέβαλλε την πόλη σε μήκος 1.350 μ. με μια πύλη και κάποιους πύργους. Σε μερικά σημεία σώζεται σε ύψος 2 μέτρων.
Εντός του τείχους διακρίνονται θεμέλια μεγάλων κτισμάτων. Το 1951 ο Αγγλος αρχαιολόγος J. Anderson ανέσκαψε μια αγροτική οικία 3ου-2ου αι. π.Χ. Πλάι υπάρχει και άλλο κτίσμα, πιθανώς κρήνη, όπως και τα υπολείμματα ενός αρχαίου θεάτρου, από το οποίο σώζεται τμήμα του τοίχου της σκηνής και η δεξιά πάροδος. Το κοίλο του έχει διάμετρο 44 μ.
Λίγο πιο πάνω, στο ύψωμα του προφήτη Ηλία και γύρω από το εξωκλήσι υπάρχουν τα θεμέλια ενός μεγάλου περίπτερου δωρικού ναού (36,40 x 15,40 μ.) του 5ου αι. π.Χ. και σε μικρή απόσταση ενός μικρότερου ναού (13,30 x 8,70 μ.) του 4ου αι. π.Χ. Στη δυτική πλαγιά του υψώματος Κάτω Βουνί εκτείνεται το νεκροταφείο της αρχαίας Κερύνειας. Το 1970 βρέθηκε τυχαία ένας κιβωτιόσχημος τάφος των Ελληνιστικών χρόνων πλούσια κτερισμένος με χρυσό περιδέραιο και χρυσά ενώτια που φέρουν ερωτιδείς.
Στην ίδια θέση ανασκάφηκε το 1974 μνημειώδες ταφικό κτίσμα (3ου αι. π.Χ.) σε σχήμα πι (Π), η πρόσοψη του οποίου κοσμείται με οκτώ ιωνικούς ημικίονες, ψευδόθυρα στο μέσο και από ένα θρανίο στα άκρα της πρόσοψης για τη συγκέντρωση και την παραμονή των συγγενών. Ψηλά στα διάκενα, ανάμεσα στους ημικίονες, υπήρχαν ανάγλυφες ασπίδες που βρέθηκαν πεσμένες στην πρόσοψη του μνημείου μαζί με κομμάτια από τον θρίγκο, όταν αυτό κατέρρευσε.
Σύμφωνα με την αρχαιολόγο το ταφικό αυτό μνημείο κατασκευάστηκε την εποχή που αναδιοργανωνόταν η Αχαϊκή Συμπολιτεία και άρχιζε μια νέα περίοδος ακμής των πόλεων της Αχαϊας και ιδιαίτερα της Κερύνειας, η οποιά έπαιξε τότε πρωταγωνιστικό ρόλο στα γεγονότα. Το κτίριο πιθανότατα ήταν ηρώο κάποιας εξέχουσας προσωπικότητας της αρχαίας Κερύνειας, το οποίο ανήγειρε προς τιμήν η πόλη.