Όταν μία Ελληνίδα νοσοκόμα, η οποία βρισκόταν σε αποστολή στη φυλή των Καλλάς στο Πακιστάν, χτύπησε το πόδι της, τα μέλη της φυλής της έδωσαν μία περίτεχνα σκαλισμένη γκλίτσα για να μπορεί να περπατάει. Ύστερα από χρόνια, η νοσοκόμα επέστρεψε στην Ελλάδα και, όταν πέθανε, ένας παλαιοπώλης από τη Θεσσαλονίκη απέκτησε τα αντικείμενά της και την οικοσκευή της. Ψάχνοντας στο παλαιοπωλείο, ο συλλέκτης Γιώργος Παπαδόπουλος βρήκε την γκλίτσα κι εντυπωσιάστηκε απ’ αυτήν, αλλά και την ιστορία της. Αρχικά, ο παλαιοπώλης δεν δεχόταν να του την πουλήσει, καθώς πρόκειται για ένα πολύ ξεχωριστό κομμάτι, όμως, τελικά, η «γκλίτσα των Καλλάς» περιήλθε στην κατοχή του κ. Παπαδόπουλου, που αριθμεί πλέον πάνω από 740 γκλίτσες.
«Απέκτησα αυτό το κομμάτι μετά από πολύ αγώνα. Η συγκεκριμένη γκλίτσα είναι παρόμοια με τις δικές μας και μοιάζει ιδιαίτερα με εκείνες της Πίνδου, με τη διαφορά ότι στη θέση του σκαλισμένου κριαριού ή φιδιού απεικονίζει έναν δράκο, μορφή ιδιαίτερα δημοφιλή στην ασιατική παράδοση», εξηγεί ο κ. Παπαδόπουλος, με αφορμή την έκθεση ξυλογλυπτικής λαϊκής τέχνης, που φιλοξενεί μέρος της συλλογής του, από τις 19 Νοεμβρίου μέχρι τις 4 Δεκεμβρίου, στο Πνευματικό Κέντρο Πτολεμαΐδας.
Ο ίδιος μιλά με περηφάνια για το πρώτο κομμάτι της συλλογής, που τού χάρισε ένας φίλος του το 1982 και απεικονίζει τον Άγιο Γεώργιο με τον δράκο και τα άλογά του. «Μαγεύτηκε από την ομορφιά και την τέχνη της, έτσι πήρε μια δεύτερη και μετά μια τρίτη κι άρχισε να σκέφτεται σοβαρά να τις μαζεύει», λέει ο αδελφός του, Γιάννης.
Ανάμεσα στα εκατοντάδες κομμάτια της συλλογής του, ο κ. Παπαδόπουλος ξεχωρίζει ακόμη δύο γκλίτσες, με τη μορφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τις οποίες φιλοτέχνησε ένας παππούς από την Πίνδο — και ο δικός του παππούς σκάλιζε την ίδια μορφή στο ξύλο πριν από πολλά χρόνια. Παραδίπλα, στο δωμάτιο που τις φυλάει, βρίσκονται σε περίοπτη θέση μία γκλίτσα φτιαγμένη από ελεφαντόδοντο στο Κογκό και μία ακόμη, διπλάσια σε μέγεθος από τις συνηθισμένες, που, λόγω του βάρους της, ονομάστηκε η «γκλίτσα της πεθεράς»!
«Εδώ και τριάντα χρόνια, που συλλέγω αυτά τα αντικείμενα, τα αναζητώ παντού, σε όλα μου τα ταξίδια. Εκείνο που ψάχνω είναι έργα τέχνης, έργα μικροξυλογλυπτικής, που δεν βγαίνουν απλώς από πρέσες ή τόρνους, αλλά είναι σκαλισμένα στο χέρι και απεικονίζουν τις παραστάσεις που επιλέγουν οι δημιουργοί τους», τονίζει χαρακτηριστικά ο συλλέκτης.
Μας μεταφέρει ακόμη την απορία των καταστηματαρχών, που συναντά σε κάθε χώρα, καθώς τον ρωτούν γιατί ψάχνει για γκλίτσες, αντί για κάποιο αναμνηστικό που θα φέρει πίσω στους δικούς του ανθρώπους.
«Βρήκα απίθανα πράγματα στη Σκωτία, τη Γεωργία, την Αφρική, τις χώρες των Βαλκανίων —τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία, την Τουρκία— ακόμη και στο Ντουμπάι βρήκα γκλίτσα. Έτσι, διαπίστωσα πώς είναι τα πράγματα σε άλλες χώρες και στην Ελλάδα», τονίζει. Εξηγεί δε ότι στη χώρα μας η μικροξυλογλυπτική αναπτύχθηκε πολύ την περίοδο του Βυζαντίου, υπέστη σοβαρό πλήγμα στην τουρκοκρατία και διατηρήθηκε στα μοναστήρια, αλλά και τους βοσκότοπους των ορεινών περιοχών.
Ειδικά στη διαδρομή του στην πατρίδα, γνώρισε πολλούς τεχνίτες, υπερήλικες, γνήσιους εκφραστές της λησμονημένης υπαίθρου, που εξακολουθούν να «κεντούν» με τα χειροποίητα μαχαιράκια τους το σφενδάμι, το πυξάρι, το νεροπλάτανο και την οξιά. Είδε μπροστά στα μάτια του να σχηματίζονται στο ξύλο μορφές αγίων με τα άλογά τους, δράκοντες, φίδια, λιοντάρια, πρόσωπα και σχήματα και ξόδεψε χιλιάδες ευρώ για να συγκεντρώσει όλα αυτά τα δείγματα τέχνης και πολιτισμού.
Όμως, «ό,τι αγαπάς το πας μέχρι τέλος», λέει ο αδελφός του για να εκφράσει την προσωπική ανησυχία του Γιώργου Παπαδόπουλου μήπως χαθεί η τέχνη και τα αντικείμενα αλλοιωθούν με τον χρόνο. Αυτός ήταν, άλλωστε, ο λόγος που προσπάθησε, μέσα από τις εκθέσεις της συλλογής του, να κάνει τους νέους ανθρώπους να ενδιαφερθούν για το αντικείμενο, ώστε να περάσει αυτή η κληρονομιά στην επόμενη γενιά.
«Η προσπάθεια είχε αποτέλεσμα κι αυτή τη στιγμή τρεις νέοι άνθρωποι ασχολούνται, με μεράκι και ταλέντο, με το σκάλισμα της γκλίτσας. Εμφανίζουν μάλιστα, ήδη, κάποια πολύ ωραία αποτελέσματα της δουλειάς τους που θα τα εκθέσουν στην Πτολεμαΐδα» λέει ο κ. Παπαδόπουλος.
Τονίζει δε, με νόημα, απευθυνόμενος στον προσωπικό του φίλο και τεχνίτη Θανάση Τζίνη από τα Ρύζια του Έβρου, ότι δεν πρέπει πια να ανησυχεί: «Θέλω να τον καθησυχάσω και να τον διαβεβαιώσω ότι υπάρχουν πια νεότεροι άνθρωποι για να συνεχίσουν αυτή την τέχνη, αυτόν τον πολιτισμό».