Είναι έξι ή επτά ετών. Το πρόσωπό της πλατύ, το πιγούνι της στρογγυλό με ένα μικρό διπλοσάγωνο. Τα μάτια της μεγάλα, ο λαιμός της λεπτός και μακρύς. Το κάτω χειλάκι της – βαμμένο κόκκινο – τρεμουλιάζει σαν να είναι έτοιμη να βάλει τα κλάματα. Οχι επειδή είναι αγνώστου πατρός, αλλά επειδή κόπηκε νωρίς το νήμα της ζωής της. Το όνομά της ιδιαίτερο: Ψυχή.
Εδώ και 20 αιώνες έχει βυθιστεί στη σιωπή. Αγνωστη στους περισσότερους, μένει κρυμμένη εδώ και σχεδόν έναν αιώνα στις αποθήκες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, καθώς τη θέση της τους εκθεσιακούς χώρους (εκτέθηκε γύρω στο 1920) κατέλαβαν αυτοκράτορες, επώνυμοι και αυλικοί.
Τα μυστικά της κατάφερε με υπομονή να ξεκλειδώσει μια έμπειρη αρχαιολόγος του ΕΑΜ, η δρ Ιωάννα Μέννεγκα. Κι έτσι πλέον η Ψυχή – το ταφικό πορτρέτο της οποίας αγοράστηκε στη Μήλο στο τέλος του 19ου αι. προς 250 δρχ. – αποκαλύπτει μια σειρά από μυστικά για την οικογένεια και τη ζωή των παιδιών στη Ρωμαϊκή Εποχή.
Ποια ήταν λοιπόν η Ψυχή και τι έχει να μας πει 2.000 χρόνια μετά τον θάνατό της; Παιδί εύπορης οικογένειας απελεύθερων (δούλοι, μορφωμένοι κυρίως, που είτε εξαγόραζαν οι ίδιοι την ελευθερία τους είτε απελευθερώνονταν για τις καλές τους υπηρεσίες) η οικογένειά της κατά πάσα πιθανότητα ήταν μέτοικοι από τον Πόντο όπου διαχρονικά μαρτυρείται η αγάπη για την ψυχή – όπως μαρτυρούν τουλάχιστον το όνομα της μητέρας της, Στασίμης, και του παππού της, Στασίμου, που αναγράφονται πλάι στο όνομά της νεκρής. Είχαν εγκατασταθεί στη Μήλο, που σε αντίθεση με τα άλλα κυκλαδονήσια ευημερούσε λόγω των πλούσιων μεταλλευμάτων της και πιθανώς να ήταν θιασώτες μιας μυστηριακής διδασκαλίας ανάμεσα στις τόσες εκείνων των χρόνων των πρώτων χριστιανών, εξού και το όνομα Ψυχή που έδωσαν στη μικρή.
«Αναζητώντας την κοινωνική αναγνώριση, η μητέρα και ο παππούς παρήγγειλαν την προτομή της νεκρής σε ένα τοπικό εργαστήριο, φιλοτεχνημένο όμως σύμφωνα με τον τελευταίο συρμό της μητρόπολης. Από τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο γνωρίζουμε πως οι συγγενείς ζητούσαν από τον καλλιτέχνη να επισκεφθεί τον νεκρό και κατόπιν να αποτυπώσει όσα από τα χαρακτηριστικά θυμόταν στο έργο του. Στη συγκεκριμένη περίπτωση πρέπει να συμφωνήθηκε εκ των προτέρων η αριστοκρατική κόμμωση και τα σκουλαρίκια, που μπορούμε να τα φανταστούμε ως χρυσούς κρίκους με μαργαριτάρια, το ένα αιωρούμενο, όπως συνηθίζεται τον 1ο μ.Χ. αιώνα, διότι τα μαργαριτάρια ήταν το αγαπημένο και πανάκριβο κόσμημα της αριστοκρατίας και όλου του γυναικείου πληθυσμού στη Ρώμη και την επικράτεια» επισημαίνει η Ιωάννα Μέννεγκα.
Η αιτία θανάτου της, περί το 40 μ.Χ., δεν είναι γνωστή. Την εποχή εκείνη όμως, σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, μόνο το 50% των νηπίων έφτανε τα τρία χρόνια ζωής, γεγονός που ίσχυε και στην Αρχαία Ελλάδα, γι΄ αυτό η εγγραφή των παιδιών στα δημοτολόγια γινόταν σε ειδική τελετή, τους Χόες, μόλις αυτά συμπλήρωναν τα τρία τους χρόνια.
Ειδικά στην περίπτωση της Ψυχής, παραμένει άγνωστη η ακριβής ηλικία του θανάτου της – ίσως πέθανε στα τέσσερα, στα επτά ή στα δέκα της χρόνια – καθώς έχει παρατηρηθεί πως στα μνημεία όπου αναφέρεται με ακρίβεια η ηλικία του παιδιού αυτή δεν συμβαδίζει με την απεικόνισή του, αλλά συνήθως δείχνει μεγαλύτερο.
Γιατί όμως δίπλα στο όνομα της μικρής Ψυχής δεν αναγραφόταν το όνομα του πατέρα της, ως είθισται, αλλά της μητέρας και του παππού της; «Δεν αποκλείεται ο πατέρας της να ήταν δούλος και σύμφωνα με τις νομοθετικές ρυθμίσεις του Αυγούστου για το Οικογενειακό Δίκαιο αν η μητέρα ήταν ελεύθερη και ο πατέρας δούλος, το παιδί έπαιρνε την κοινωνική θέση της μητέρας. Γι΄αυτό και δεν πρέπει η Στασίμη να εκληφθεί απαραιτήτως ως ανύπαντρη μητέρα», εξηγεί η αρχαιολόγος.