Η Ελλάδα δανείζει τις τελευταίες δεκαετίες αρχαιότητες προς έκθεση σε διάφορα ξένα μουσεία, ανταποκρινόμενη στο πνεύμα ευρωπαϊκής συνεργασίας και ανταλλαγής πολιτιστικών αγαθών.
Αλλά και τα ελληνικά μουσεία δανείζονται έργα τέχνης για να τα παρουσιάσουν σε περιοδικές εκθέσεις.
Το κόστος όμως της ασφάλισης των μουσειακών αντικειμένων έχει καταστεί από χρόνια απαγορευτικό. Γι’ αυτό 23 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφαρμόζουν το σύστημα «κρατικής εγγύησης», αντί ιδιωτικής ασφάλισης. Η χώρα μας συγκαταλέγεται ανάμεσα σε εκείνες που εφαρμόζουν το σύστημα αυτό, επιβαρύνοντας υπέρμετρα το κόστος των εκθέσεων. Το ίδιο συμβαίνει στην Κύπρο, στο Βέλγιο, στην Πορτογαλία, στην Ισλανδία, στη Λετονία και στην Εσθονία.
Στη διημερίδα που έγινε χθες και προχθές στο ΥΠΠΟΤ με θέμα «Κινητικότητα των Συλλογών», την οποία παρακολούθησαν 60 νέοι αρχαιολόγοι, μουσειολόγοι και ιστορικοί τέχνης, ανακοινώθηκε επισήμως ότι έχει συνταχθεί ένα σχέδιο νόμου για την «παροχή εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου για την καταβολή αποζημίωσης σε περίπτωση απώλειας ή φθορών κινητών μνημείων και πολιτιστικών αγαθών, τα οποία παρουσιάζονται σε εκθέσεις που διοργανώνονται ή συνδιοργανώνονται με το υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού».
Εάν το νομοσχέδιο αυτό προωθηθεί πράγματι στη Βουλή και δεν μείνει στο συρτάρι, θα έχει δοθεί μια λύση σε ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουν, πέραν των κρατικών μουσείων, η Εθνική Πινακοθήκη, το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης, το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης και το Μουσείο Μπενάκη, που έχουν πληρώσει πολύ ακριβά τις εκθέσεις τους τα οκτώ τελευταία χρόνια.
Το σεμινάριο για την κινητικότητα των συλλογών παρακολούθησαν εργαζόμενοι από 31 Εφορείες Αρχαιοτήτων, από μεγάλα κρατικά και ιδιωτικά μουσεία, μέχρι και εκπρόσωποι του Τμήματος Αρχαιοτήτων της Κύπρου. Τη διοργάνωσή του ανέλαβε η Διεύθυνση Μουσείων του ΥΠΠΟΤ γιατί οι επικεφαλής της μετέχουν στον ευρωπαϊκό διάλογο που έχει ξεκινήσει από το 2004 με συνέδρια στις πόλεις Χάγη, Μάντσεστερ, Ελσίνκι και Μόναχο.