Είναι εκατοντάδες και άγνωστα, σπαρμένα στη γη της Πελοποννήσου. Σύμβολα δύναμης κι εξουσίας πριν από έξι αιώνες, σήμερα στέκουν ρημαγμένα, απρόσιτα, σκιές του εαυτού τους να θυμίζουν βυζαντινούς και φράγκους δεσπότες που διαφέντευαν αχανείς εκτάσεις. Είναι τα κάστρα που άρχισαν να χτίζονται με το τέλος του αρχαίου κόσμου —τον 5ο αι. μ.Χ.— έως τον 15ο αιώνα, έως την εποχή δηλαδή που η τέχνη των οχυρώσεων αλλάζει σελίδα, καθώς αλλάζουν τα όπλα και κάνουν την εμφάνισή τους τα πυροβόλα.
Το πρώτο βήμα για να τα γνωρίσουμε —και για να γίνει δυνατή η σωτηρία τους— ξεκινά την Παρασκευή, όπου 41 αρχαιολόγοι, αρχιτέκτονες και ιστορικοί από την Ελλάδα και το εξωτερικό θα δώσουν το «παρών» στο Διεθνές Συνέδριο Οχυρωματικής Αρχιτεκτονικής στην Πελοπόννησο, το οποίο διοργανώνει η 25η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων σε συνεργασία με το Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Πατρών.
«Ο αριθμός τους είναι ασύλληπτος. Σκεφτείτε ότι μόνο 50 είναι καταγεγραμμένα στη Μεσσηνία», εξηγεί ο προϊστάμενος της 25ης ΕΒΑ Δημήτρης Αθανασούλης. «Πολλά εξ αυτών όχι απλώς δεν είναι επισκέψιμα, δεν είναι ούτε καν προσβάσιμα».
Η εγκατάλειψη έχει ως συνέπεια πολλά να βρίσκονται σε οριακή κατάσταση και ορισμένα άλλα να καταρρέουν. Μια δυνατή βροχή ήταν αρκετή για να αποτελειώσει έναν από τους δύο ύψους 10 μέτρων πύργους του κάστρου του 13ου αι., κοντά στον Μελιγαλά. Υπό κατάρρευση είναι κι ο λεγόμενος πύργος του Βιλεαρδουίνου στη Μεθώνη και ένας προμαχώνας στην Κορώνη. «Ο αγώνας είναι άνισος. Ο χρόνος νικάει πάντα, αλλά δεν μπορούμε να τα αφήσουμε στην τύχη τους», προσθέτει ο κ. Αθανασούλης.
«Τα κάστρα είναι μνημεία με μεγάλο μέγεθος και διάρκεια ζωής, γεγονός που καθιστά τη μελέτη τους πολύπλοκη διαδικασία», επισημαίνει ο διδάσκων Μεσαιωνική και Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική στο Πανεπιστήμιο Πατρών, Σταύρος Μαμαλούκος. «Αν και στο εξωτερικό η καστρολογία είναι μια πολύ ανεπτυγμένη επιστήμη, δεν συμβαίνει το ίδιο και στην Ελλάδα».
Περιοχή με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά η Πελοπόννησος στα κάστρα της, όπου ο παρατηρητικός επισκέπτης θα δει βυζαντινά στοιχεία, πολλά από τα οποία προέρχονται ήδη από την προϊστορική εποχή, και ένα πάντρεμα με φράγκικα στοιχεία μετά το 1204. «Μέχρι πρόσφατα τα κάστρα θεωρούνταν δευτερευούσης σημασίας μνημεία, καθώς το βάρος έπεφτε στις εκκλησίες-έργα τέχνης. Όμως και τα οχυρά είναι σύμβολα πολιτικής εξουσίας. Ο ρόλος τους δεν ήταν μόνο αμυντικός, καθώς δεν υπάρχει απόρθητο κάστρο. Αποτελούσε κυρίως σύμβολο κύρους του άρχοντα. Αν και στο παρελθόν μέσω του προγράμματος “Κάστρων περίπλους” είχε γίνει μια προσπάθεια ανάδειξης των κάστρων, τελικώς ελάχιστες λειτουργικές επεμβάσεις έγιναν, πολλές εκ των οποίων έχουν διαβρωθεί πλέον. Γι’ αυτό και χρειάζεται διεπιστημονική προσέγγιση για τη σωτηρία τους», τονίζουν οι επιστήμονες.
Δεν αρκεί όμως η καταγραφή και η μελέτη τους για να σωθούν. Απαιτείται και η σωστή διαχείριση και αξιοποίησή τους, κεφάλαιο που θα θιγεί κατά τη βραδινή συνεδρία της Παρασκευής, παρουσία και των υπουργών Πολιτισμού και Τουρισμού Παύλου Γερουλάνου και Εθνικής Άμυνας Πάνου Μπεγλίτη.