Το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων, Τμήμα Αρχαιοτήτων, ανακοινώνει τη λήξη των ανασκαφών του 2011 στη θέση Αγία Βαρβάρα-Ασπρόκρεμνος που χρονολογείται στην 9η χιλιετηρίδα π.Χ. Οι έρευνες διεξήχθηκαν υπό τη διεύθυνση της δρος Carole MacCartney (Ερευνητική Μονάδα Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρο), ως μέρος του Προγράμματος Elaborating Early Neolithic Cyprus (EENC), μιας διεθνούς συνεργασίας μεταξύ του Πανεπιστημίου Κύπρου, του Cornell University και του University of Toronto.
Η θέση Αγία Βαρβάρα-Ασπρόκρεμνος, που βάσει ραδιοχρονολογήσεων τοποθετείται μεταξύ του 8000 και 8600 π.Χ περίπου, κατοικήθηκε στις απαρχές της Νεολιθικής περιόδου, σε μια περίοδο όπου στη Μέση Ανατολή οι οικονομίες των κυνηγών μετατρέπονταν σε γεωργικές οικονομίες. Σε αντίθεση με τα μεγάλα σε έκταση χωριά που αναπτύχθηκαν την περίοδο αυτή στη Μέση Ανατολή, στη θέση Αγία Βαρβάρα-Ασπρόκρεμνος υπάρχουν στοιχεία που φανερώνουν συστηματική προμήθεια πρώτων υλών, αλλά και ενδείξεις για παραγωγή αντικειμένων σε μια μικρή μεν, αλλά πυκνοκατοικημένη κατασκήνωση. Η κατασκήνωση χρονολογείται στην Προ-Κεραμική Α΄ Νεολιθική περίοδο περίπου στα 11.000 χρόνια πριν από σήμερα, δηλαδή 2500 – 3000 χρόνια πριν από την κατοίκηση της Χοιροκοιτίας που έχει κηρυχθεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς.
Οι φετινές ανασκαφές συνέχισαν να φέρνουν στο φως δραστηριότητες που σχετίζονται με την κατασκευή απολεπισμένων λίθινων εργαλείων μεταξύ των οποίων και ιδιαίτερα περίτεχνα κατασκευασμένες αιχμές βελών. Η αρχαιολογική αυτή θέση, που βρίσκεται ανάμεσα στις πιο πλούσιες σε πυριτόλιθο θέσεις των πετρωμάτων των Λευκάρων, είχε επιλεγεί με βασικό κριτήριο την κατασκευή λίθινων εργαλείων, γεγονός που διαπιστώνεται από τις μεγάλες ποσότητες απορριμμένων λίθινων απολεπισμάτων τα οποία ζυγίζουν συνολικά πέραν του μισού τόνου. Τα εργαλεία που κατασκευάζονταν φανερώνουν μια οικονομία βασισμένη σε κυνηγετικές δραστηριότητες ενώ εργαλεία, όπως οπείς και ξέστρα, κατασκευάζονταν για να παραχθούν άλλου είδους εργαλεία και αντικείμενα. Η επιλογή του καλύτερου σε ποιότητα πικρόλιθου για την παραγωγή απολεπισμένων εργαλείων, αλλά και η ακρίβεια που χαρακτηρίζει τα αντικείμενα, καθιστούν τους πρώιμους αυτούς κατασκευαστές λίθινων αντικειμένων ιδιαίτερα έμπειρους στον τομέα αυτό.
Μια επιπλέον πρώτη ύλη που προσέλκυσε τους Νεολιθικούς κατοίκους της Αγίας Βαρβάρας-Ασπρόκρεμνος είναι οι ορυκτές χρωστικές ουσίες, οι οποίες βρίσκονται σε αφθονία στις πλούσιες σε χαλκό περιοχές του Μαθιάτη. Οι φετινές ανασκαφές έφεραν στο φως ποσότητες ερυθρής, πορτοκαλί, κίτρινης, γκρι, κυανής/γκρι και μωβ ώχρας αλλά και έντονου τιρκουάζ terra verde, συνδεδεμένης με αριθμό λειασμένων εργαλείων, μεταξύ των οποίων και τριπτήρες, κρουστήρες (περιλαμβανομένου και ενός σπάνιου κρουστήρα σε δεύτερη χρήση, ο οποίος είχε αρχικά τη μορφή ανθρώπινου προσώπου), αλλά και λίθινα αμόνια τα οποία βρέθηκαν σε ρηχούς αποθέτες. Τα ορυκτά αυτά ήταν γνωστά στους αρχαίους όχι μόνο για τις χρωστικές τους ιδιότητες αλλά και για τον ρόλο τους στη διαδικασία της βυρσοδεψίας και την τοποθέτηση λαβών σε λίθινα εργαλεία, δραστηριότητες που πιθανόν να διεξάγονταν στη θέση αυτή, παρόλο που η ποσότητα της ώχρας που έχει βρεθεί μέχρι στιγμής πιθανόν να είχε συλλεχθεί για να αναδιανεμηθεί αλλού.
Οι έρευνες του 2011 περιλάμβαναν επίσης και τη συνέχιση της ανασκαφής του καμπυλόσχημου ημιυπόγειου κτίσματος που κυριαρχεί στο βόρειο άκρο της θέσης. Οι φετινές έρευνες αποκάλυψαν το περίγραμμα του κτηρίου αυτού το οποίο φαίνεται να είναι κυκλικό (5 μέτρα διάμετρος). Η λεπτομερής ανασκαφή του εσωτερικού χώρου του κτηρίου έδειξε μια σειρά από αποθέσεις ιλύος, οι οποίες υποδηλώνουν τη χρήση διαδοχικών δαπέδων από πιεσμένο χώμα. Παρατηρήθηκαν, επίσης, ενδείξεις διάβρωσης που φανερώνουν κύκλους εποχιακής επανακατοίκησης του κεντρικού αυτού σημείου. Η ύπαρξη επιχρίσματος πηλού πάνω από κατακόρυφες αποθέσεις στάχτης, κατά μήκος του τοίχου του κτίσματος, παρέχει πληροφορίες για την πιθανή ύπαρξη μιας ελαφριάς ξύλινης οροφής που θα κάλυπτε κάποτε τον μεγάλο λάκκο που είχε ανοιχθεί στον φυσικό βράχο.