Ένας ακόμη λόγος υπάρχει πλέον για να επισκεφθεί κανείς την πανέμορφη πόλη της Πύλου, μετά τη σχετική γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου. Πρόκειται για το «Κέντρο Αναπαράστασης για τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου», ένα έργο που στοχεύει στην ανάδειξη και προβολή της Ναυμαχίας του Ναυαρίνου, η οποία έγινε στις 20 Οκτωβρίου 1827 στον ομώνυμο κόλπο κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης. Η αναπαράσταση θα χρησιμοποιεί πολυμέσα και νέες τεχνολογίες –και λιγότερο εκθέματα– και θα πραγματοποιείται στο Νιόκαστρο της Πύλου, ένα μνημείο άρρηκτα συνδεδεμένο με την ιστορία της πόλης.
Σύμφωνα με το σχεδιαζόμενο έργο, τα ιστορικά γεγονότα θα προβάλλονται μέσα σε ένα περιβάλλον ελεγχόμενου φωτισμού, σε μεγάλη οθόνη δύο επιπέδων, σχήματος ορθογωνίου παραλληλογράμμου και με ηχητική προσομοίωση τύπου Dolby Digital, ώστε οι επισκέπτες να έχουν την αίσθηση ότι συμμετέχουν πραγματικά. Μια αίσθηση η οποία θα ενισχύεται και από την προβολή του ουρανού στην κυρτή οροφή, που θα αναδεικνύει την έννοια των διαστάσεων του χώρου και δεν θα καθιστά απαραίτητα τα ειδικά γυαλιά προσομοίωσης.
Το σύστημα θα βασίζεται στην προβολή γραφικών και κειμένου σε συστοιχία προβολικών συστημάτων και αναπαραγωγή ήχων με τη δραστηριοποίηση αισθητήρων διεπαφής, ελέγχου κίνησης και ήχου, οι οποίοι θα αποτελούν μέρος των σκηνικών ή των αντικειμένων. Θα εγκατασταθεί στο πατάρι της Αίθουσας Μεγάλου Θόλου, χωρίς να παρεμβαίνει και να αλλοιώνει την αισθητική του, ενώ θα δοθεί μεγάλη προσοχή στη μορφοποιημένη καλωδίωση ώστε να μην είναι εμφανής.
Το σύγχρονο καινοτομικό μουσείο θα δίνει επίσης τη δυνατότητα παρουσιάσεων εκπαιδευτικού και ιστορικού περιεχομένου. Θα απευθύνεται σε όλους, μικρούς και μεγάλους, από μαθητές Γυμνασίων και Λυκείων και φοιτητές, μέχρι ιστορικούς ερευνητές, επισκέπτες των αρχαιολογικών χώρων και πάσης φύσεως τουρίστες. Στην ηλεκτρονική οπτικοακουστική παρουσίαση, που δεν θα ξεπερνάει τα 10 λεπτά, θα συμμετέχουν ανά επίσκεψη 15-20 άτομα.
Το Νιόκαστρο της Πύλου
Το φρούριο ονομάστηκε Νιόκαστρο, σε αντιδιαστολή με το παλαιότερο του Κορυφασίου, το λεγόμενο και Παλαιόκαστρο. Άρχισε να κατασκευάζεται από τους Οθωμανούς το 1573, λίγο μετά την ήττα τους στη ναυμαχία της Ναυπάκτου το 1571, για να ελέγχει τη νότια είσοδο στον όρμο του Ναυαρίνου. Έμεινε στην κατοχή τους μέχρι το 1686, οπότε παραδόθηκε στους Ενετούς για να επιστρέψει το 1715 πάλι στους Τούρκους, οι οποίοι το ανακατέλαβαν μαζί με την Κορώνη και το Παλιοναβαρίνο. Από το 1816 έως το 1828 –οπότε και ελευθερώθηκε από τον Γάλλο στρατηγό Μαιζόν– κύριος του κάστρου ήταν ο Ιμπραήμ Πασάς. Μετά τον Β′ Παγκόσμιο Πόλεμο και την απελευθέρωση της Ελλάδας, χρησιμοποιήθηκε για αρκετό διάστημα ως φυλακή, για να αποδοθεί τελικά στην Αρχαιολογική Υπηρεσία.
Οι φθορές, οι επισκευές και οι προσθήκες του, σημάδια της σημαντικής και πολύχρονης ιστορικής πορείας του, οδήγησαν στην αναστήλωση και στην αποκατάστασή του, που είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία γραφείων, αποθηκών, χώρων εργασίας, αίθουσας συνεδρίων ή εκθέσεων, καθώς και χώρων για ημιυπαίθριες εκθεσιακές ανάγκες.
Το έργο θα αρχίσει να υλοποιείται μόλις μεταφερθεί η έκθεση της συλλογής του Γάλλου φιλέλληνα Rene Ρuaux, που στεγάζεται στην αίθουσα και πρόκειται να μεταφερθεί στο κτίριο του ολυμπιονίκη, Κ. Τσικλητήρα.