Πάνω από 18 αιώνες ιστορίας εγγράφονται σε μία πέτρινη διαδρομή 1.200 μ., διάστικτη από 18 πύργους, ανάμεσα σε δύο θάλασσες, τον Τορωναίο και το Θερμαϊκό κόλπο: το τείχος της Κασσανδρείας, στη Νέα Ποτίδαια, ένα από τα σημαντικότερα οχυρωματικά έργα της αρχαιότητας, διασώζεται και ετοιμάζεται επιτέλους να «συστηθεί» στους χιλιάδες επισκέπτες της Χαλκιδικής.
Η πρόταση της 10ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Ορους για τη στερέωση και αποκατάσταση τμημάτων του αρχαίου τείχους που παρουσιάζουν σοβαρά προβλήματα εντάχθηκε στο ΠΕΠ Μακεδονίας – Θράκης, όπως ανακοινώθηκε από την Ενδιάμεση Διαχειριστική Αρχή της περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας. Το έργο, το οποίο θα χρηματοδοτηθεί με 317.273 ευρώ, εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πρόγραμμα της 10ης ΕΒΑ, που έχει ως στόχο τη διαμόρφωση αρχαιολογικού περιπάτου της Ν. Ποτίδαιας. Μεταξύ άλλων, σχεδιάζεται η διαμόρφωση μιας ξύλινης πλατφόρμας πάνω στην οποία θα περπατούν οι επισκέπτες, αλλά και διάσπαρτων ξύλινων πλατφορμών κατά μήκος της ακτής, που θα λειτουργούν ως καθιστικά δίπλα στη θάλασσα. Επίσης μελετάται η πεζοδρόμηση του παραλιακού άξονα, η διαμόρφωση πάρκου, η δημιουργία περιπτέρου υποδοχής επισκεπτών και χώρου στάθμευσης και η κατασκευή ποδηλατόδρομου.
«Διατείχισμα» είναι ο όρος που χρησιμοποιούν οι αρχαιολόγοι για το σημαντικό αυτό μνημείο, αφού κατά την αρχαιότητα «χώριζε την Κασσάνδρα από την υπόλοιπη Χαλκιδική», όπως εξηγεί στον «Α» ο προϊστάμενος της 10ης ΕΒΑ Ιωάννης Ταβλάκης. «Πρόκειται για ένα τρομακτικό από πλευράς μεγέθους συγκρότημα. Διασώζεται σχεδόν στο σύνολο του αρχικού του μήκους και σε κάποια σημεία φτάνει τα 10 μ. σε ύψος, ενώ το πάχος του φτάνει και τα 3 μ. Μόνο ένα τμήμα, μήκους περίπου 70 μ., κατεδαφίστηκε όταν έγινε η διάνοιξη της διώρυγας», τονίζει.
Το διατείχισμα της Κασσανδρείας αποτελεί το σημαντικότερο οχυρωματικό έργο στη Χαλκιδική. Εντάσσεται στα μεγάλα έργα του αυτοκράτορα Ιουστινιανού (6ος αιώνας μ.Χ.), όπως αναφέρει ο ιστορικός Προκόπιος, σε κάποια τμήματα όμως διασώζεται και μία πρωιμότερη φάση του, η οποία χρονολογείται στον 3ο αιώνα μ.Χ. Διασώζονται οι 18 από τους προϋπάρχοντες 21 πύργους του. Οι πύργοι στα δύο άκρα του τείχους λόγω της διάνοιξης της διώρυγας και της ανόδου της θάλασσας βρίσκονται σήμερα μέσα στο νερό.
Στο πλαίσιο του έργου της 10ης ΕΒΑ, θα γίνει η στερέωση και αποκατάσταση τριών πύργων: ο Πύργος 10 υψώνεται πάνω από την πύλη εισόδου, μία τοξωτή πύλη η οποία βρισκόταν στο κέντρο περίπου του ισθμού. Όπως διαπίστωσαν οι αρχαιολόγοι, μεγάλα και ογκώδη τμήματα των τοιχοποιιών του πύργου έχουν καταπέσει ή έχουν μετατοπιστεί και ισορροπούν στηριζόμενα μεταξύ τους. Οι πύργοι 14 και 19 είναι οι ψηλότερα σωζόμενοι πύργοι του δυτικού μέρους του διατειχίσματος και παρουσιάζουν σοβαρά προβλήματα συντήρησης και στερέωσης, ενώ έχουν δυνατότητες για άμεση ανάδειξη.
Στο λαιμό της χερσονήσου της Κασσάνδρας ιδρύθηκε το 316 π.Χ. από τον Κάσσανδρο μία από τις σημαντικότερες πόλεις της Μακεδονίας, η Κασσάνδρεια, στη θέση της αρχαίας Ποτίδαιας, που καταστράφηκε από τον Φίλιππο. Η ελληνιστική αυτή πόλη γνώρισε μεγάλη άνθηση κατά τη ρωμαιοκρατία και τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, το 540 μ.Χ. όμως καταστράφηκε από τους Ούννους. Ο Ιουστινιανός, για να προστατέψει την πόλη και όλη τη χερσόνησο από τις βαρβαρικές επιδρομές, επισκεύασε το διατείχισμα που υπήρχε κατά μήκος του λαιμού της χερσονήσου και εκτεινόταν από το Θερμαϊκό ώς τον Τορωναίο κόλπο.
Μεγάλης έκτασης ανακατασκευές του τείχους πραγματοποιήθηκαν στις αρχές του 15ου αιώνα, όταν ο τέως αυτοκράτορας Ιωάννης Ζ΄ Παλαιολόγος έγινε δεσπότης Θεσσαλονίκης, ενώ στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας το τείχος εγκαταλείφθηκε, κατά πάσα πιθανότητα διότι η Κασσάνδρεια είχε χάσει πλέον τη στρατηγική της σημασία, όπως συμπεραίνουν οι αρχαιολόγοι.
Η εγκατάσταση προσφύγων από την Ανατολική Θράκη στο σημερινό οικισμό της Νέας Ποτίδαιας, που χρησιμοποίησαν οικοδομικό υλικό από το αρχαίο τείχος, στη συνέχεια η διάνοιξη της διώρυγας και αργότερα η κατασκευή της πρώτης γέφυρας επέφεραν μεγάλες καταστροφές στο διατείχισμα.
Τα τελευταία χρόνια διενεργήθηκαν έρευνες από τη 10η ΕΒΑ, που αποκάλυψαν τμήματα του διατειχίσματος που δεν ήταν ορατά και προέκυψαν νέα ενδιαφέροντα στοιχεία, όπως η ύπαρξη περιδρόμου.
Η συνέχιση των ανασκαφών, η αναστήλωση και αποκατάσταση του τείχους, οι διαμορφώσεις του περιβάλλοντος χώρου θα αναδείξουν το μνημείο και θα το καταστήσουν προσεγγίσιμο και ευανάγνωστο στο κοινό.