Κατά την αρχαιότητα, το ανάκτορο του Νέστορα, ή, ακριβέστερα, το ανάκτορο στον Εγκλιανό Μεσσηνίας, ήταν πλούσια διακοσμημένο. Τόσο οι τοίχοι όσο και τα δάπεδα, ακόμα και η κεντρική εστία, όμοια με εκείνη του ανακτόρου στις Μυκήνες, είχαν παραστάσεις.
Η φθορά του χρόνου, όπως και προηγούμενες επεμβάσεις, έχουν αλλοιώσει ή και εξαφανίσει αρκετά από τα στοιχεία. Έτσι, μονάχα ίχνη σώζονται από τον διάκοσμο, που θα πρέπει να ήταν χάρμα οφθαλμών κατά τη μυκηναϊκή εποχή.
Το άνω μέρος των τοίχων, όπου σώζεται, εμφανίζεται ως συνονθύλευμα χωμάτινων όγκων, αργών λίθων και κονιαμάτων, είπε στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο ο διευθυντής Συντήρησης, Νίκος Μίνως.
Σε κάποιες περιπτώσεις εμφανή είναι τα ίχνη φωτιάς επί των λίθων, που είναι ασβεστοποιημένοι και μαυρισμένοι. Σχεδόν στο σύνολο, ιζήματα, ιλύς και άλατα έχουν επικαλύψει το μεγαλύτερο τμήμα των τοίχων. Επίσης, τα δάπεδα παρουσιάζουν ρηγματώσεις και διαταράξεις. Ο κ. Μίνως σημείωσε ότι θα προηγηθούν καθαρισμοί, ώστε να καταστούν ευανάγνωστα τα στοιχεία, που θα πρέπει να διατηρηθούν και να συντηρηθούν. Στη συνέχεια θα ληφθούν όλα τα μέτρα ώστε να γίνουν οι στερεώσεις και οι συντηρήσεις του υλικού.
Το ανάκτορο βρίσκεται σε ύψωμα, το οποίο είχε αρχικά καταληφθεί από μια εγκατάσταση της μέσης εποχής του Χαλκού. Από τις αρχές του 13ου αι. π.Χ. φαίνεται πως αυτή η έκταση του λόφου προοριζόταν αποκλειστικά για το διοικητικό κέντρο και τα συναφή οικοδομήματά του, με μεγαλύτερη ακμή από το 1300 έως το 1200 π.Χ. Επιβλητικότερη όλων πιθανόν ήταν η μεγάλη αίθουσα του θρόνου, με πολύχρωμες νωπογραφίες και στους τέσσερις τοίχους της.
Το δάπεδο ήταν διακοσμημένο με γραμμικά σχέδια από κίτρινο, κόκκινο, λευκό, μπλε και μαύρο. Μπροστά από τον θρόνο, υπήρχε μια φυσιοκρατική παράσταση χταποδιού. Η εστία έφερε παραστάσεις με σπειροειδή θέματα.