Οι δυτικές οάσεις της Αιγύπτου ερευνήθηκαν τακτικά ύστερα από την πρωτοπόρο εργασία του Αιγύπτιου αρχαιολόγου Αhmed Fakhry στη δεκαετία του 1970. Από το 1977 και εξής όμως, το Γαλλικό Ινστιτούτο Ανατολικής Αρχαιολογίας (IFAO) εκπόνησε μια μακροχρόνια έρευνα κοντά στη σημερινή θέση Μπαλάτ, στην όαση της Ντάχλα.
Οι πρώτες ανασκαφικές περίοδοι επικεντρώθηκαν στην ανασκαφή τεσσάρων εντυπωσιακών τάφων τύπου μαστάμπα στη νεκρόπολη. Αυτοί οι τάφοι, που χρονολογούνται στην 6ηΔυναστεία (2350-2150 π.Χ.) ή λίγο μετά, ανήκαν σε μια τοπική δυναστεία αρχόντων-κυβερνητών των οάσεων και επιδεικνύουν από αξιόλογα μέχρι εντυπωσιακά δείγματα αρχιτεκτονικής και τέχνης. Μοναδικά επίσης είναι τα κατάλοιπα ανακτόρου που έχουν εντοπιστεί στη θέση Ayn Asil, που καλύπτει μια έκταση 800 μ. Β/Ν X 500 μ. Α/Δ. Στο Β τμήμα της θέσης είχε ιδρυθεί αρχικά τετράγωνος περίβολος. Κατά τη μακρά βασιλεία του Πέπι Β΄ (2250-2170 π.Χ.) όμως, ο δραστήριος κυβερνήτης της περιοχής με το όνομα Κχεντίκα δημιούργησε ένα ανάκτορο στο Ν. τμήμα. Αυτό το ανάκτορο ήταν το κέντρο της διοίκησης της περιοχής για τουλάχιστον τέσσερις γενιές. Ευτύχημα αποτελεί το ότι μια πυρκαγιά που κατέστρεψε τελικά το ανάκτορο, διέσωσε τμήμα των πλούσιων αρχείων του με τη μορφή πήλινων πινακίδων, παρόμοιων στη μορφή με εκείνες των σφηνοειδών αρχείων της Ανατολής, γραμμένων όμως σε ιερογλυφική γραφή. Όλα αυτά μια χιλιετία περίπου πριν την χρήση της Γραμμικής Β στα μυκηναϊκά ανάκτορα.
Το παράδοξο με τη Μπαλάτ όμως δεν είναι μόνο η διατήρηση και ο πλούτος των ευρημάτων αυτά καθαυτά αλλά η παρουσία όλων αυτών σε μια περιοχή τόσο μακριά από την Κοιλάδα του Νείλου. Στην παρουσίαση φάνηκε ότι ο πολιτισμικός ορίζοντας της θέσης μελετάται πάντα σε συνάρτηση με θέσεις της ευρύτερης περιοχής που, αν και αφιλόξενες, διατηρούν ίχνη της φαραωνικής παρουσίας, έστω με τη μορφή κεραμικής και φαραωνικών σημείων λαξευμένων στο βράχο – ξεχωρίζει η περίπτωση όπου το σερέκχ και η δέλτος του φαραώ Χέοπα, παλαιότερη και νεότερη μορφή γραφής του βασιλικού ονόματος, βρίσκονται λαξευμένα δίπλα δίπλα σε βράχο στη μέση της ερήμου. Η πιστοποίηση επίσης επικοινωνίας μεταξύ οάσεων αλλά και με την Κοιλάδα του Νείλου, σε μια εποχή που δεν υπήρχαν καμήλες και άλογα, μαρτυρά την ευρηματικότητα του ανθρώπου όταν πρόκειται όχι μόνο για την επιβίωση αλλά και για τον έλεγχο του χώρου στον οποίο ζει. Αν λοιπόν στην αιγυπτιακή κοσμοθεωρία η εξουσία είχε το ρόλο του ρυθμιστή της τάξης σε έναν χαώδες σύμπαν, η παρουσία δομημένων κοινωνικά αστικών κοινωνιών και αρχών στο χάος της Δυτικής Ερήμου είναι μια έκφραση της ιδέας στον πραγματικό χώρο.