Για τη Μεσόγειο, τη θάλασσα με τα πολλά πρόσωπα, τα λιμάνια και τους ανθρώπους της, τη θέση της στην Ιστορία και τον ρόλο της στη σύγχρονη πραγματικότητα μίλησαν την Τετάρτη το βράδυ στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών ο Γάλλος Αλέν Τρανουά, διευθυντής Ερευνών στο EHESS (École des Ηautes Études en Sciences Sociales), ο Τούρκος εικαστικός Γκουβέν Ιντσιρλίογλου, μέλος της ομάδας xurban-collective, και ο αρχαιολόγος Γιώργος Σταϊνχάουερ. Τη συζήτηση συντόνισε ο δημοσιογράφος Μανώλης Πιμπλής.
Το κέντρο του αρχαίου κόσμου. Η θάλασσα που ενώνει. Το σύνορο που χωρίζει. Η λεκάνη του νερού στην οποία κυκλοφόρησαν Αιγύπτιοι, Φοίνικες, Έλληνες, Καρχηδόνιοι, Ρωμαίοι, Γαλάτες, Άραβες, Ιουδαίοι, Οθωμανοί. Εκεί όπου διασταυρώθηκαν οι δρόμοι εμπόρων, ταξιδιωτών και πειρατών. Η θάλασσα που έφερε σε επαφή καλλιτέχνες και φιλοσόφους. Η οδός των πρώτων αποίκων αλλά και των τελευταίων μεταναστών. Το επίκεντρο πολέμων και αιματηρών εξεγέρσεων. Η κοιτίδα του πολιτισμού μας. Η δική μας Μεσόγειος.
Σε αυτή τη θάλασσα γύρω από την οποία οι Έλληνες είναι εγκατεστημένοι σαν βατράχια σε λίμνη, κατά τον Πλάτωνα, συναντώνται «υδάτινοι κόσμοι που δεν μπόρεσαν να ενωθούν πραγματικά», είπε ο κ. Σταϊνχάουερ, η Ανατολή με τη Δύση, ο Βορράς με τον Νότο – διαχωριστικές γραμμές που υπερέβησαν κατά καιρούς πολεμιστές από κάθε πλευρά.
«Αλλάζει συνέχεια και μετατρέπεται με την πάροδο του χρόνου σε μυθολογία» είπε, επεκτείνοντας τον χαρακτηρισμό του για τη Θάλασσα του Μαρμαρά, ο κ. Ιντσιρλίογλου, παρουσιάζοντας εικόνες της από το φωτογραφικό υλικό της εγκατάστασης «Άγραφη πινακίδα» των xurban-collective: ο ουρανός, οι άνεμοι, τα ψάρια, ο φυσικός κόσμος του νερού από τη μία και από την άλλη ο ανθρώπινος, οι εγκαταστάσεις των λιμανιών, τα πλοία, τα κοντέινερ.
Μια εικόνα των λιμανιών της αρχαίας εποχής, εστιάζοντας στο λιμάνι του Πειραιά, έδωσε ο κ. Σταϊνχάουερ, εικόνα γεμάτη χρώματα, ήχους και μυρωδιές και ένα χαοτικό πλήθος ναυτών, μετοίκων, ξένων, επαγγελματιών και χασομέρηδων. Μικρά ιστιοφόρα έπλεαν κοντά στις ακτές για να προσανατολίζονται με σημεία οπτικής αναφοράς και για να είναι το ταξίδι τους ασφαλέστερο από φουρτούνες και πειρατές, ταξίδι που γινόταν μόνο επτά μήνες τον χρόνο, από τον Απρίλιο ως τα τέλη Οκτωβρίου.
Τα λιμάνια απαντούν με κανονικότητα, σε μιας ημέρας απόσταση το ένα από το άλλο. Στις συχνές «σκάλες» γίνεται το εμπόριο και ο ανεφοδιασμός. Τα πλοία ξεφορτώνουν δημητριακά, κρασί και λάδι, μπαχαρικά και ελεφαντόδοντο, ξυλεία και σκλάβους. Γύρω από τις εγκαταστάσεις των λιμανιών οι σαράφηδες στήνουν τους πάγκους τους και οι ναυπηγοί βροντοκοπούν τα σφυριά τους, ανοίγουν ταβέρνες και πορνεία. «Στην εποχή μας που έχει εξαφανίσει τον χρόνο και έχει ομογενοποιήσει τον χώρο η ποιητική του παλιού λιμανιού χάθηκε», επισήμανε με κάποια νοσταλγία ο κ. Σταϊνχάουερ.
Τα αρχαία λιμάνια ή τα παλιά λιμάνια «έγιναν σήμερα σημεία επενδύσεων», παρατήρησε ο κ. Ιντσιρλίογλου, «τόποι όπου χτίζονται όπερες, μουσεία, μεγάλα γραφεία, τράπεζες και εμπορικά κέντρα – όπως στο λιμάνι του Γαλατά στην Κωνσταντινούπολη -, τόποι στους οποίους οι κοινωνικοί διαχωρισμοί που βασίζονται στην αγοραστική δύναμη εντείνονται, τόποι από τους οποίους οι οικονομικά ασθενέστεροι αποκλείονται – και αυτό σχετίζεται άμεσα και με το μεταναστευτικό ζήτημα στην Ευρώπη».
«Η παγκοσμιοποίηση είναι ένα ψέμα» είπε ο κ. Ιντσιρλίογλου θυμίζοντας το πρώτο μανιφέστο των xurban-collective, «παγκοσμιοποιήθηκε η παραγωγή και μετακινείται μόνο το κεφάλαιο, αλλά οι άνθρωποι δεν έχουν καμία κινητικότητα, μένουν στους τόπους παραγωγής». Στα νερά της Μεσογείου μετακινείται σήμερα ένα πλήθος μεταναστών οι οποίοι βρίσκονται σε αναμονή σε έναν αόριστο χώρο, στο κατώφλι μιας Ευρώπης που δυσκολεύεται να τους δεχτεί σήμερα περισσότερο από ποτέ, μετά την ένταση του μεταναστευτικού κύματος έπειτα από τις εξεγέρσεις στις χώρες της Βόρειας Αφρικής. Η θάλασσα αποτελεί ένα «πραγματικό και μεταφορικό σύνορο για τις νεοσυντηρητικές κυβερνήσεις του Σαρκοζί, του Ερντογάν και του Μπερλουσκόνι, ένα μέσο ελέγχου των πληθυσμών και της κινητικότητάς τους» και τα νέα λιμάνια «ένα μέτωπο ενάντια στη δυνάμει πολιτική και κοινωνική υβριδιοποίηση».
Εικόνα του προβλήματος έδωσε ο κ. Τρουανά: «Το 80% των μεταναστών στην Ευρωπαϊκή Ένωση ξεπερνούν τη διάρκεια της βίζας τους. Η μαφία μεταφέρει παράνομα μετανάστες στην Ευρώπη που θα εργάζονται μεν αλλά δεν θα καλύπτονται από το κράτος πρόνοιας. Η μαύρη εργασία, η μαύρη οικονομία – που όλοι δημόσια αποδοκιμάζουν αλλά το κεφάλαιο και οι πολυεθνικές την επιθυμούν – είναι το πρόβλημα, και κυρίως οι ανειδίκευτοι εργάτες, άνθρωποι χωρίς εκπαίδευση και προσόντα, που ήταν φτωχοί στις χώρες προέλευσής τους και θα παραμείνουν φτωχοί και στις χώρες υποδοχής τους, χωρίς να μπορούν να προσφέρουν ούτε στον εαυτό τους, ούτε στις χώρες υποδοχής, ούτε στην πατρίδα τους». Για τον κ. Τρουανά το σημερινό μεταναστευτικό κύμα καθαυτό δεν αποτελεί πρόβλημα.«Μόνο 20.000 άτομα βρέθηκαν μετανάστες από την Τυνησία στο νησί της Λαμπεντούζα στην Ιταλία, ενώ τη δεκαετία του 1960 οι μετανάστες έφταναν τα 30 εκατ., από τα οποία 5-6 εκατ. κατέληξαν στη Γαλλία», είπε. Η λύση δεν είναι να θεωρητικολογούμε, για παράδειγμα, για την αραβο-ισραηλινή διένεξη, αλλά να προσφέρουμε βοήθεια στους ανθρώπους της νότιας Μεσογείου από κοινού ως Ευρωπαϊκή Ένωση και μέσω μιας Μεσογειακής Ένωσης, «έτσι θα λύσουμε το ζήτημα της ανάπτυξης στις χώρες στα νότια της Μεσογείου, από κοινού, όπως καταφέραμε πολλά στον Βορρά ενωμένοι ως Ευρώπη», υποστήριξε.
Για τον κ. Τρουανά, το ζήτημα για τις ευρωπαϊκές χώρες της Μεσογείου στη μετα-αποικιακή περίοδο είναι πώς θα ενσωματώσουν τους πληθυσμούς από τις πρώην αποικίες τους, που γίνονται δεκτοί στην Ευρώπη με ανάμεικτα συναισθήματα: «Παρατηρείται ένταση ανάμεσα σε γηγενείς και μετανάστες και ο κίνδυνος της σύγκρουσης των πολιτισμών ισχύει και στις δύο πλευρές της Μεσογείου, τη βόρεια και τη νότια. Στη Γαλλία γίνονται διακρίσεις από πλευράς γαλλικού πληθυσμού, υπάρχουν συναισθήματα κατωτερότητας από την άλλη πλευρά». Το ότι το χριστιανικό αίσθημα έχει ατονήσει στους Γάλλους καθολικούς την τελευταία εικοσαετία είναι ένας παράγοντας που διευκολύνει την ενσωμάτωση των αλλόθρησκων της Βόρειας Αφρικής, επισήμανε και τόνισε: «Αν προτείνουμε στους κατοίκους της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής ένα επίπεδο ζωής παρόμοιο με αυτό της βόρειας Μεσογείου ίσως η ενσωμάτωση να είναι ευκολότερη». Προς την ίδια κατεύθυνση κινήθηκε και κ. Σταϊνχάουερ, πιστεύοντας ότι ο εκδημοκρατισμός των χωρών αυτών, η εγκατάλειψη του θρησκευτικού ριζοσπαστισμού από τη δική τους πλευρά και η οικονομική βοήθεια από την Ευρώπη είναι παράγοντες επίλυσης του μεταναστευτικού προβλήματος. Διαφορετική ήταν η άποψη του κ. Ιντσιρλίογλου, για τον οποίο «το ευρωπαϊκό οικοδόμημα θα βλέπει πάντοτε αυτές τις περιπτώσεις με καχυποψία, υπάρχει η άποψη ότι το Ισλάμ δεν μπορεί να συμβιβαστεί με τις δυτικές αξίες, οι πληθυσμοί αυτών των χωρών δεν είναι ευπρόσδεκτοι στην Ευρώπη, αντιμετωπίζονται ως σημαντικό πρόβλημα».
Μετά την Αναγέννηση το κέντρο του ενδιαφέροντος μεταφέρθηκε στον Ατλαντικό. Σήμερα βρίσκεται στην Κίνα, στην Ινδία και στην Άπω Ανατολή. Μήπως οι λαοί της Μεσογείου έχουμε καταλήξει πλέον στο περιθώριο του ενδιαφέροντος;
Στο ερώτημα ο κ. Τρουανά απάντησε εμμένοντας στην άποψή του για την από κοινού προσπάθεια: «Δημιουργώντας νέους δεσμούς μεταξύ μας, οι χώρες της Μεσογείου μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα προβάλουμε την ηγεμονία μας όπως στο παρελθόν». Όσο για τον κ. Σταϊνχάουερ. πρότεινε ένα δοκιμασμένο μοντέλο της αρχαιότητας: «Για να έχει η Ενωμένη Ευρώπη που βρέχεται από τη Μεσόγειο μια ισχυρή θέση στον σύγχρονο κόσμο, θα πρέπει να λειτουργήσει όπως η Ρώμη, να επιδείξει ισχυρή εξουσία αφενός και ανοχή στη διαφορετικότητα και στις ιδιαιτερότητες των λαών αφετέρου».
Πηγή: Λαμπρινή Κουζέλη, Το Βήμα Online, 29/04/11
Ζ.Ξ.