Μια αποτίμηση της έρευνας για την τέχνη του πολέμου στο Αιγαίο της Εποχής του Χαλκού.
Το διεθνές επιστημονικό εργαστήριο “Bronze Age Aegean Warfare” πραγματοποιήθηκε στις 12-13 Δεκεμβρίου 2009 στην Αθήνα. Η συνάντηση τέθηκε υπό την αιγίδα του Τομέα Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης, του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Οφείλουμε ευχαριστίες προς τις πρυτανικές αρχές του πανεπιστημίου για την παραχώρηση του αμφιθεάτρου «Ιωάννης Δρακόπουλος» στο κεντρικό κτίριο, παρά το έκρρυθμο κλίμα εκείνων των ημερών η συμβολή της Καθηγήτριας Ν. Σγουρίτσα σε όλη τη διάρκεια των συνεννοήσεων υπήρξε καίρια. Τα μέλη της επιστημονικής επιτροπής του εργαστηρίου στάθηκαν δίπλα μας σε διάφορες φάσεις της οργάνωσης με πολύτιμες συμβουλές (με αλφαβητική σειρά): Καθ. F. Blakolmer (Πανεπιστήμιο Βιέννης), Επίκ. Καθ. Α. Βλαχόπουλος (Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων), Δρ. I. Kilian (Mainz), Καθ. C. Mee (Πανεπιστήμιο Liverpool) και Καθ. Ν. Σγουρίτσα (Πανεπιστήμιο Αθηνών). Επίσης θερμές ευχαριστίες οφείλουμε στο Ίδρυμα Ι.Φ. Κωστοπούλου και στο Institute of Aegean Prehistory για την ευγενική τους υποστήριξη, και μάλιστα σε εποχές οικονομικής ύφεσης. Ιδιαίτερη τιμή για μας υπήρξε η θετική ανταπόκριση του Ακαδημαϊκού-Καθηγητή Σ. Ιακωβίδη να πραγματοποιήσει την εναρκτήρια ομιλία του εργαστηρίου, με θέμα τη δυτική πρόσβαση στη μυκηναϊκή ακρόπολη των Αθηνών. Τέλος, εκφράζουμε τις ευχαριστίες μας προς τους ομιλητές που δέχθηκαν την πρόσκληση να συμμετάσχουν στο εργαστήριο μας και να μοιραστούν μαζί μας την εξειδικευμένη γνώση τους πάνω σε διάφορα πεδία.
Όταν αποφασίσαμε να οργανώσουμε αυτό το επιστημονικό εργαστήριο δεν περιμέναμε φυσικά να εξαντλήσουμε ένα θέμα τόσο ευρύ και σύνθετο, όπως είναι ο πόλεμος στο Αιγαίο της Εποχής του Χαλκού. Ελπίζαμε όμως, και πιστεύουμε πως το κατορθώσαμε, να καταδείξουμε πόσο εκτεταμένη και εμβριθής έρευνα έχει πραγματοποιηθεί στο θέμα αυτό τα τελευταία χρόνια, με αφορμή τη συμπλήρωση δέκα ετών από την έκδοση των πρακτικών του συνεδρίου Polemos στη Λιέγη που αποτέλεσε το ερέθισμα για μια νέα γενιά ερευνητών. Πρόθεση μας ήταν να υιοθετήσουμε μια κατά το δυνατόν «ολιστική» προσέγγιση, γι’ αυτό και οι ανακοινώσεις επιλέχθηκαν ώστε να καλύψουν ποικίλα πεδία όπως οχυρωματική, εικονογραφία, ταφικές πρακτικές και σκελετικά κατάλοιπα, Γραμμική Β, τεχνολογία.
Οι οχυρώσεις παραμένουν πεδίο αντιπαράθεσης, ιδίως στην Κρήτη, καθώς, όπως κατάδειξε η S. Beckmann ακόμη προσπαθούμε να καταλήξουμε σε κάποια κριτήρια προσδιορισμού του οχυρωματικού ή όχι χαρακτήρα μιας εγκατάστασης. Από την άλλη πλευρά, ο Δρ. T. Alusik επισήμανε εύστοχα την πιθανότητα εφαρμογής άλλων αμυντικών στρατηγικών, όπως οδών διαφυγής, που αφήνουν λίγα αρχαιολογικά ανιχνεύσιμα στοιχεία. Η περίπτωση των κυκλαδικών οχυρώσεων, που εξετάστηκε από τον Β. Σαμαρά, αποτελεί παράδειγμα του πώς θα πρέπει να απαλλαγούμε από παλαιότερες προσεγγίσεις που επικαλούνταν εξωτερικές αρχιτεκτονικές επιδράσεις και να εστιάσουμε αντίθετα στις πρακτικές αναγκαιότητες που διαμόρφωσαν σταδιακά τοπικές παραδόσεις.
Η εικονογραφία αποτελεί από μόνη της ένα «πεδίο μάχης». Ο Δρ. C. Vohnhoff έθιξε ζητήματα συνέχειας εικονογραφικών μοτίβων από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού ως την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου˙ τέτοια ερωτήματα καθιστούν αναγκαία την επεξεργασία και διασάφηση της μεθοδολογίας μας, όπως κατέδειξε εύστοχα ο Δρ. Α. Παπαδόπουλος. Προς αυτή την κατεύθυνση, μια «διαθεματική» προσέγγιση, όπως αυτή του S. O’Brien, αξιοποιώντας ανατολικά εικονογραφικά παράλληλα και δεδομένα της Γραμμικής Β, αποτελεί αξιομίμητη προσπάθεια.
Οι ταφικές πρακτικές παραμένουν δημοφιλές πεδίο έρευνας, προσφέροντας σημαντικές δυνατότητες για την διερεύνηση θεμάτων σχετικών με την κοινωνική θέση και ταυτότητα. Ζητήματα εθνοτικής ταυτότητας των πολεμιστών εκτός ηπειρωτικής Ελλάδας, τόσο στην ΥΜ ΙΙ-ΙΙΙ Α1 Κνωσό (Δρ. L. Alberti) όσο και στα ΥΕ ΙΙΙ Α-Β Δωδεκάνησα (Δρ. Μ. Γεωργιάδης), παραμένουν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Παράλληλα, καταδείχθηκε πόσο διαφορετικές μορφές μπορούσε να πάρει η επίδειξη της ταυτότητας του «πολεμιστή», μέσα στο χρόνο και το χώρο, από τις πρώιμες (ΜΕ/ΥΕ Ι) ταφές με όπλα εκτός των Μυκηνών (Κ. Γρηγορόπουλος) ως τις ΥΕ ΙΙΙ Γ ταφές της ΒΔ Πελοποννήσου (Δρ. Θ. Γιαννόπουλος).
Η εξέταση τεχνολογικών ζητημάτων κατέστησε εμφανή τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Κρήτης στις εξελίξεις, ήδη από την Προανακτορική εποχή, όταν χάλκινα εγχειρίδια χρησιμοποιήθηκαν εκτενώς για πρώτη φορά (Δρ. Θ. Τσέλιος), μέχρι και τη Νεοανακτορική εποχή, όταν διαμορφώθηκε μια πιο εκλεπτυσμένη τεχνική μάχης και ένα σχετικό ήθος που διαδόθηκαν στη συνέχεια στην ηπειρωτική Ελλάδα (Δρ B.Molloy).
Η ανάδειξη ανακτορικών κρατών στην ηπειρωτική Ελλάδα κατά την ΥΕ ΙΙΙ Α-Β είχε δραματικές συνέπειες, όχι μόνο ως προς τις πρακτικές δυνατότητες διεξαγωγής του πολέμου που πλέον έφτασαν σε ανώτερο επίπεδο, όπως κατέδειξε με επιτυχία ο Δρ. R. Schon, αλλά και στο φυσικό περιβάλλον καθώς η κεντρική εξουσία προσπάθησε να διατρανώσει τη στρατιωτική της ισχύ (K. Harrell).
Τέλος, η οστεοαρχαιολογία αποτελεί συναρπαστικό και πολλά υποσχόμενο πεδίο. Δύο περιπτώσεις που εξετάστηκαν εδώ, ο ταφικός κύκλος Α των Μυκηνών (Δρ. Α. Ναυπλιώτη) και οι «ταφές πολεμιστών» της Αρχαίας Αγοράς (Καθ. S.K. Smith και Καθ. M. Liston), κατέδειξαν τις εξαιρετικές δυνατότητες (αλλά και τους περιορισμούς) της επιστημονικής έρευνας.
Για όλα αυτά καθώς και για την συζήτηση και τις διαφωνίες που προέκυψαν είμαστε ευγνώμονες σε όλους τους συμμετέχοντες. Τέλος ευχαριστούμε για την παρουσία τους όλους όσους παρακολούθησαν τις εργασίες αυτού του διημέρου˙ η συμμετοχή τους ξεπέρασε τις προσδοκίες μας και απέδειξε πως ένα θέμα τόσο εξειδικευμένο όσο ο πόλεμος στο Αιγαίο της Εποχής του Χαλκού μπορεί παρόλα αυτά να κεντρίζει το ενδιαφέρον. Ευελπιστούμε ότι η έκδοση των πρακτικών του εργαστηρίου σε εύλογο χρονικό διάστημα θα αποτελέσει ερέθισμα για περαιτέρω έρευνα στο μέλλον.
Δρ. Άγγελος Παπαδόπουλος (Ειδικός Ερευνητής, Πρόγραμμα Έγκωμης,Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου), Κυριάκος Γρηγορόπουλος (Πανεπιστήμιο Αθηνών)