12ο Διεθνές Συμπόσιο του CIERGA με θέμα «Αρχαιολογία και αρχαία ελληνική θρησκεία: Νέα ευρήματα, νέες προοπτικές και διάδοση της πληροφόρησης»
Από τις 24 ως τις 26 Σεπτεμβρίου 2009 διεξήχθη στο Δίον Πιερίας το 12o Διεθνές Συμπόσιο του CIERGA (Centre International pour l’Étude de la Religion Grecque Ancienne – Διεθνές Κέντρο για τη Μελέτη της Αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας), με αντικείμενο τις αρχαιολογικές μαρτυρίες για την αρχαία ελληνική θρησκεία.
Η επιλογή του θέματος συνδέεται με την επιδίωξη για διεπιστημονική προσέγγιση της θρησκείας των αρχαίων Ελλήνων. Το 2000, στον 13o τόμο του περιοδικού ΚΕΡΝΟΣ που είναι το επιστημονικό όργανο του CIERGA, ο αξέχαστος Χ. Σιγάλας παρουσίασε αναλυτικά ένα ιερό της Αφροδίτης που είχε αποκαλύψει στη Θήρα. Η μελέτη αυτή στάθηκε η αφορμή για να ξεκινήσει η δημοσίευση ενός αρχαιολογικού χρονικού αφιερωμένου ειδικά στην αρχαία ελληνική θρησκεία, με πρότυπο αυτό που προσέφερε από χρόνια το περιοδικό στον τομέα της επιγραφικής. Ήδη από το 2001 το Αρχαιολογικό Χρονικό (Chronique archéologique) του ΚΕΡΝΟΥ συγκέντρωσε μια ομάδα συνεργατών, οι οποίοι προσφέρουν στους αναγνώστες του περιοδικού μια παρουσίαση των θρησκευτικών δεδομένων που περιέχουν οι αρχαιολογικές δημοσιεύσεις, κατά περιοχή. Το 2009 θα δημοσιευθεί η 10η έκδοση του χρονικού αυτού.
Για να γιορτασθεί η επέτειος, το CIERGA αποφάσισε να αφιερώσει το 12ο διετές συμπόσιό του στα θέματα της θρησκευτικής αρχαιολογίας. Όπως δηλώνει ο τίτλος «Αρχαιολογία και αρχαία ελληνική θρησκεία: Νέα ευρήματα, νέες προοπτικές και διάδοση της πληροφόρησης» η συνάντηση είχε τρεις στόχους:
1) Την παρουσίαση νέων αρχαιολογικών ευρημάτων που εμπλουτίζουν τις γνώσεις μας για την αρχαία ελληνική θρησκεία.
2) Τη συζήτηση νέων μεθοδολογικών προσεγγίσεων των προβλημάτων που θέτει η αποκάλυψη «θρησκευτικών» αρχαιολογικών λειψάνων.
3) Τη διατύπωση σκέψεων σχετικά με τους στόχους του αρχαιολογικού χρονικού του ΚΕΡΝΟΥ, το οποίο αποσκοπεί στην παρουσίαση των υλικών καταλοίπων της αρχαιότητας που σχετίζονται με θρησκευτικές και λατρευτικές πρακτικές.
Το Δίον επελέγη ως τόπος για τη διεξαγωγή του συμποσίου λόγω της σημασίας του αρχαιολογικού του χώρου, όπου ανασκάπτεται εδώ και πολλά χρόνια, με την ευθύνη του ΑΠΘ και του καθηγητή Δ. Παντερμαλή, το σημαντικότερο ιερό των αρχαίων Μακεδόνων, το ιερό του Δία, και έχουν έλθει στο φως πολλά άλλα σπουδαία αρχαία ιερά. Οι σύνεδροι είχαν έτσι τη δυνατότητα, παράλληλα με την παρακολούθηση των εργασιών του συμποσίου, να γνωρίσουν από κοντά ένα χώρο στον οποίο αφθονούν τα λείψανα αρχαίων λατρειών. Το συνέδριο διοργανώθηκε από τον Εμμανουήλ Βουτυρά, καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με τη συνεργασία της Σεμέλης Πινγιάτογλου, καθηγήτριας Κλασικής Αρχαιολογίας στο ίδιο Τμήμα και υπεύθυνης της πανεπιστημιακής ανασκαφής του Δίου. Σημαντική για την επιτυχία της διοργάνωσης ήταν η συμβολή της Καλλιόπης Χατζηνικολάου, αρχαιολόγου στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Η διοργάνωση είχε τη στήριξη του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Δήμου Δίου. Η έκδοση των πρακτικών του συμποσίου θα γίνει στο περιοδικό ΚΕΡΝΟΣ.
Το συμπόσιο άρχισε με την παρουσίαση της αποκάλυψης του ιερού του Διός Υψίστου, που ήρθε στο φως το 2002, από τον ανασκαφέα του Δίου Δ. Παντερμαλή. Μέσα από το ιστορικό της ανασκαφής τέθηκαν τα ενδιαφέροντα ερωτήματα που συνδέονται με την υπόσταση και τη λατρεία του θεού, ο οποίος έχει ελληνικό όνομα, είναι όμως ταυτόχρονα ο Juppiter Optimus Maximus της ρωμαϊκής αποικίας του Δίου.
Α. Ανακοινώσεις με γενικότερο περιεχόμενο
Με αφορμή το πρόβλημα της ερμηνείας των πήλινων ειδωλίων που προέρχονται από ιερά, ο Arthur Muller έδωσε ένα χρήσιμο μάθημα για την ερμηνεία των αναθημάτων. Η σύγκριση των ειδωλίων και των μνημειακών γλυπτών από τα αρχαία ελληνικά ιερά δείχνει ότι είχαν την ίδια λειτουργία και την ίδια σημασία.
Η εισήγηση της Ειρήνης Παπαοικονόμου είχε ως αντικείμενο το δύσκολο ερώτημα κατά πόσον οι ταφές νέων ανθρώπων εμπεριέχουν στοιχεία που μπορούν να ερμηνευθούν ως αναφορές σε διαβατήρια έθιμα και τελετές μύησης.
Με ένα ενδιαφέρον και άλυτο ως σήμερα πρόβλημα ασχολήθηκε ο Nicola Cucuzza: Οι επίπεδες πέτρες με πολλές μικρές κοιλότητες στην επάνω επιφάνειά τους, που έχουν βρεθεί σε αρκετά σημεία της μινωϊκής Κρήτης (οι λεγόμενοι «μινωικοί κέρνοι»), ήταν τράπεζες προσφορών ή σχετίζονταν με κάποιο είδος παιχνιδιού; Αν και στη νεότερη έρευνα τείνει να επικρατήσει η δεύτερη ερμηνεία, υπάρχουν στοιχεία που συνηγορούν υπέρ της πρώτης. Αξιοσημείωτη είναι η παρουσία τέτοιων λίθων στα μινωϊκά ανάκτορα και μάλιστα σε θέσεις που δικαιολογούν μια τελετουργική χρήση.
Η παρουσίαση της Χριστίνας Μητσοπούλου είχε ως θέμα τα τελετουργικά αγγεία που ονομάζονται «κέρνοι» και «πλημμοχόες» και σχετίζονται με την ελευσινιακή λατρεία. Η εξέταση της μορφής των αγγείων αυτών οδηγεί σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα για τη χρήση τους και για την παρασκευή του «κυκεώνος».
Η Sonia Darthou παρουσίασε το πρόγραμμα CIRCE (Constructions, Interprétations et Représentations Cultuelles de l’Espace) που έχει αναλάβει να επεξεργαστεί το Centre Louis Gernet υπό την διεύθυνση του François de Polignac. Πρόκειται για μια ηλεκτρονική βάση δεδομένων, ελεύθερα προσβάσιμη στο διαδίκτυο, στην οποία καταγράφονται τα δεδομένα όλων των γνωστών αρχαίων ελληνικών ιερών κατά γεωγραφική περιοχή. Προς το παρόν το πρόγραμμα έχει καλύψει μόνο τη Βοιωτία.
Με αφετηρία τη μεθοδολογία που χρησιμοποιεί το πρόγραμμα CIRCE ο François de Polignac έθεσε το σημαντικό θέμα της χρήσης αρχαίων όρων για την περιγραφή των αρχαίων ιερών, το οποίο σχετίζεται με την κατανόηση της λειτουργίας τους. Ως παράδειγμα έφερε τη λέξη «άδυτον»: η διερεύνηση της χρήσης της στα αρχαία ελληνικά δείχνει πόσο δύσκολο είναι να χρησιμοποιηθεί ως αρχιτεκτονικός όρος.
Η μορφή και η λειτουργία των βωμών «συμβώμων θεών» απασχόλησε την Ιωάννα Πατέρα. Γνωρίζουμε ότι σε κάποιους βωμούς τελούνταν θυσίες για περισσότερους από έναν θεούς. Υπάρχουν επίσης διπλοί βωμοί, αφιερωμένοι σε διαφορετικές θεότητες. Η αρχαιολογική ανάλυση των μνημείων αυτών προσφέρει στοιχεία για να κατανοήσουμε τις ιδιομορφίες της λατρείας.
Η Monserrat Reig ανέλυσε τη σημασία του κατωφλιού στα ιερά ως σημείου μετάβασης αρχίζοντας από τη μυθολογική παράδοση και καταλήγοντας στα αρχαιολογικά δεδομένα.
Ο Jesús Carruesco εξέτασε την πολυσημεία της λέξης «χορός», που μπορεί να δηλώνει τον τόπο όπου τραγουδούσαν και χόρευαν, τη χορευτική πράξη ή την ομάδα των ανθρώπων που την εκτελούσαν. Η συνδυασμένη μελέτη των γραμματειακών πηγών και των αρχαιολογικών δεδομένων φανερώνει τη σημασία του χορού στην κοινωνική ζωή των αρχαίων πόλεων.
Β. Ανακοινώσεις με θέμα συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές ή ιερά
Ο Richard Veymiers παρουσίασε τις γραπτές και κυρίως τις αρχαιολογικές μαρτυρίες για τη διάδοση της λατρείας των Αιγυπτίων θεών (ιδιαίτερα της Ίσιδας και του Σάραπη) στην Πελοπόννησο στην ελληνιστική και τη ρωμαϊκή περίοδο.
Η Yulia Ustinova συζήτησε με βάση νέα γεωλογικά δεδομένα το πολύ ενδιαφέρον και παλιό πρόβλημα της περιοδικής εμφάνισης αναθυμιάσεων στο εσωτερικό του ναού του Απόλλωνα στους Δελφούς, οι οποίες θα μπορούσαν να επηρεάζουν την Πυθία όταν χρησμοδοτούσε.
Ο Massimo Osanna παρουσίασε ένα αγροτικό ιερό που ανέσκαψε πρόσφατα κοντά στην Ηράκλεια της Λευκανίας στην Κάτω Ιταλία. Το ιερό ήταν πιθανότατα αφιερωμένο στις Νύμφες, θεές της φύσης και του νερού, και έδωσε ενδιαφέροντα ευρήματα, ανάμεσά τους πήλινα αγάλματα της τριάδας των Νυμφών.
Τα αναθήματα της αρχαϊκής εποχής από το ιερό του Απόλλωνα και της Άρτεμης στη Δήλο ήταν το θέμα της ανακοίνωσης του Francis Prost. Το ιερό ήταν σημείο συνάντησης των Ιώνων και ειδικότερα των νησιωτών και τα μνημειακά έργα που έφερε στο φως η αρχαιολογική έρευνα, ιδιαίτερα τα αρχαϊκά μαρμάρινα γλυπτά, αποτελούν σημαντικά τεκμήρια για την ιστορία των Κυκλάδων.
Στη Δήλο αναφέρεται και η ανακοίνωση που παρουσίασε η Cécile Durvye σχετικά με τους χώρους εστίασης, που γνωρίζουμε ότι υπήρχαν στα αρχαία ιερά. Έως τώρα στη Δήλο δεν έχουν αναγνωριστεί με βεβαιότητα τέτοιοι χώροι, υπάρχουν όμως ενδείξεις για την παρουσία τους. Μια επισκόπηση των κτισμάτων που έχουν ταυτιστεί ως «εστιατόρια» και των σχετικών μαρτυριών επιτρέπει τη διατύπωση μεθοδολογικών αρχών που επιτρέπουν την ταύτισή τους.
Την ανακοίνωση του Jean-Jacques Maffre και της Anne Tichit την διάβασε ο Arthur Muller· το θέμα της ήταν τα αναθήματα από το Αρτεμίσιον της Θάσου. Η εξέταση της κεραμικής που βρέθηκε στο ιερό της Άρτεμης οδηγεί στο ερώτημα κατά πόσον ορισμένα τουλάχιστον από τα αγγεία που αφιερώνονταν στη θεά κατασκευάζονταν γι’ αυτόν τον σκοπό.
Οι δοξασίες των Ελλήνων για τη μετά θάνατον ζωή απασχόλησαν τη Natacha Massar, με αφορμή τα ευρήματα από την ανασκαφή του νεκροταφείου της αρχαίας Ιτάνου στην ανατολική Κρήτη. Η συστηματική εξέταση των λειψάνων που σχετίζονται με ταφικά έθιμα καθώς και των κτερισμάτων βοηθούν να κατανοήσουμε τη φροντίδα για τους νεκρούς και να διερευνήσουμε τη σχέση που είχαν αυτά τα έθιμα και οι τελετές με τις αντιλήψεις των αρχαίων Ελλήνων για τον κάτω κόσμο και τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις.
Η Σοφία Κραβαρίτου παρουσίασε μια έρευνα σχετικά με τη λατρεία του Δημητρίου του Πολιορκητή στη Δημητριάδα ως ήρωα κτίστη της πόλης. Το βασικό στοιχείο που διαθέτουμε είναι η πληροφορία του Πλουτάρχου ότι ο Δημήτριος ενταφιάστηκε στη Δημητριάδα. Ένα κτίσμα σε περίοπτη θέση της πόλης μπορεί να ταυτιστεί υποθετικά με το αναμενόμενο «ηρώον» του Δημητρίου. Ενδιαφέρον είναι ότι δύο αποσπασματικές επιγραφές προερχόμενες από τη χώρα της Δημητριάδας αναφέρουν τη λατρεία «αρχηγετών και κτιστών».
Ένα πολύ εδιαφέρον από μεθοδολογική άποψη ζήτημα έθεσε η Tomoko Emmerling: πόσο δικαιολογημένη είναι, παρά τη γενική αποδοχή, η ταύτιση της γνωστής από αρχαία κείμενα «ιεράς οικίας» της Δωδώνης με ένα συγκεκριμένο αρχιτεκτονικό συγκρότημα στο χώρο του ιερού του Δία; Η απάντηση στο ερώτημα είναι ότι τα αρχαιολογικά δεδομένα είναι ανεπαρκή και επομένως η ταύτιση δεν τεκμηριώνεται και παραμένει υποθετική.
Ο François Quantin εξέτασε την επίδραση που είχαν στο πρόσφατο παρελθόν πολιτικές ιδεολογίες για την ερμηνεία μνημείων που σχετίζονται με την αρχαία θρησκεία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Αλβανία, όπου μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο επικράτησε ένα καθεστώς το οποίο απέκλειε κάθε μορφή θρησκευτικής λατρείας. Η ιδεολογική αυτή κατεύθυνση είχε σοβαρές συνέπειες για την ανάπτυξη της αρχαιολογικής έρευνας.
Η Καλλιόπη Χατζηνικολάου παρουσίασε μιαν αναλυτική επισκόπηση των αρχαίων ιερών που έχουν ανασκαφεί στην Άνω Μακεδονία, έδειξε την γεωγραφική κατανομή των λατρειών και σχολίασε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους.
Το Μητρώο της Βεργίνας ήταν το θέμα της ανακοίνωσης της Στέλλας Δρούγου. Η λατρεία της Μητέρας των Θεών μαρτυρείται στη Βεργίνα ήδη από τον 4ο αιώνα π.Χ. και συνδέεται, όπως και αλλού στη Μακεδονία, με τη λατρεία της Αφροδίτης.
Η Σεμέλη Πινγιάτογλου παρουσίασε τις αρχαιολογικές μαρτυρίες σχετικά με λατρείες γυναικείων θεοτήτων στο Δίον. Σημαντική θέση ανάμεσα στις λατρείες αυτές έχει εκείνη της Δήμητρας και της Κόρης, στην οποία είναι αφιερωμένο το παλιότερο ιερό της πόλης, που ιδρύθηκε πριν από τα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. Ενδιαφέρον έχει επίσης το γεγονός ότι τοπικές λατρείες της Αφροδίτης και της Άρτεμης ενσωματώθηκαν στο μεταγενέστερο ιερό της Ίσιδας και των Αιγυπτίων θεών.
Τις νέες ανασκαφικές έρευνες στο σημαντικό ιερό του Άμμωνος Διός κοντά στην αρχαία Άφυτη στη σημερινή χερσόνησο της Κασσάνδρας (την αρχαία Παλλήνη) παρουσίασε η Μπεττίνα Τσιγαρίδα. Η λατρεία εμφανίζεται στις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ., μετά την πολιορκία της πόλης από τον Λύσανδρο και η πρώτη μνημειακή διαμόρφωση του ιερού μπορεί να τοποθετηθεί γύρω στα μέσα του αιώνα, ενώ ο ναός φαίνεται να κατασκευάστηκε προς το τέλος του.
Ο Κώστας Σισμανίδης συνόψισε όλα τα δεδομένα σχετικά με τον αρχαϊκό ναό των Σταγείρων που έφερε στο φως η ανασκαφική έρευνα. Τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, αν και σχετικά λίγα, επιτρέπουν μια κατά προσέγγιση αναπαράσταση του ναού, ο οποίος είχε και γλυπτό διάκοσμο. Είναι πιθανόν ότι ο ναός αυτός ταυτίζεται με το ναό του Διός Σωτήρος που αναφέρεται στη διαθήκη του Αριστοτέλη.
Στο τέλος του συμποσίου, η Vinciane Pirenne-Delforge, ο Didier Viviers και ο Εμμανουήλ Βουτυράς συνόψισαν τα αποτελέσματα της συνάντησης και παρουσίασαν τις προοπτικές για το Αρχαιολογικό Χρονικό του ΚΕΡΝΟΥ.
Εμμανουήλ Βουτυράς
Καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Τομέας Αρχαιολογίας