Νίκος Πετρόχειλος, Συμβολές στην ιστορία και την προσωπογραφία της αρχαίας Άνδρου

Αρκετές δεκαετίες από την εποχή που οι αρχαίες επιγραφές της Άνδρου αποτέλεσαν αντικείμενο συστηματικής μελέτης, θεωρήσαμε ωφέλιμη την επανεξέταση του γνωστού και την παρουσίαση του νέου επιγραφικού υλικού από το νησί.

Η μελέτη διαρθρώνεται σε τέσσερα κεφάλαια. Στο εισαγωγικό συνοψίζεται το ιστορικό της έρευνας και εκτίθεται η μέθοδος παρουσίασης του υλικού. Στο δεύτερο κεφάλαιο συγκεντρώνονται οι φιλολογικές και επιγραφικές μαρτυρίες για την αρχαία Άνδρο και τους Ανδρίους. Το τρίτο κεφάλαιο αποτελεί το κυρίως σώμα των επιγραφών. Σύμφωνα με τους καθιερωμένους στα επιγραφικά corpora τύπους, τα επιγραφικά λήμματα κατατάσσονται σε επιμέρους κατηγορίες – ψηφίσματα, τιμητικές επιγραφές, αναθηματικές, κατάλογοι, επιτύμβιες στήλες, επιγραφές «τόπων», χαράγματα σε όστρακα και αδιάγνωστες επιγραφές. Στο τέταρτο κεφάλαιο καταβάλλεται προσπάθεια για την ιστορική σύνθεση με βάση τα δεδομένα που προκύπτουν από τις επιγραφές και τις μαρτυρίες.

Το ιστορικό της έρευνας
Η πρώτη δημοσίευση επιγραφών, οι οποίες ήρθαν στο φως κατά την πρώτη ανασκαφική έρευνα στην αρχαία πολή, έγινε από τον Ανδρέα Μουστοξύδη στο περιοδικό Ιόνιος Ανθολογία το 1834. Ο Hiller von Gaertringen δημοσίευσε τις έως τότε γνωστές επιγραφές στο δωδέκατο τόμο της σειράς Inscriptiones Graecae (εικ. 1). Ιδιαίτερα σημαντικές υπήρξαν οι μελέτες του Ι. Βογιατζίδη και του Th. Sauciuc, και ιδιαίτερα του Δ. Πασχάλη, στον οποίο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η διάσωση του επιγραφικού και εν γένει αρχαιολογικού πλούτου του νησιού. Στη νεότερη έρευνα ιδιαίτερη μνεία γίνεται στις μελέτες του Χρ. Πελεκίδη και της Λ. Παλαιοκρασσά-Κόπιτσα, που παρουσίασαν αδημοσίευτες επιγραφές, καθώς και στο έργο της Χρ. Τελεβάντου, η οποία μετέφερε στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Άνδρου και στη Συλλογή Παλαιόπολης –σήμερα πλέον Μουσείο- δεκάδες ενεπίγραφους λίθους.

Οι επιγραφές
Η παρούσα μελέτη περιλαμβάνει διακόσια δέκα εννέα επιγραφικά λήμματα, από τα οποία πενήντα πέντε παρουσιάζονται για πρώτη φορά. Χρονικά καλύπτουν το διάστημα από τον 8ο αι. π.Χ. μέχρι τον 5ο αιώνα μ.Χ. Πρόκειται για επιγραφές που βρέθηκαν ως επί το πλείστον στην ευρύτερη περιοχή της σημερινής Παλαιόπολης, όπου εντοπίζεται το άστυ της αρχαίας Άνδρου. Μικρότερος αριθμός επιγραφών, κυρίως αφιερώματα, έχει βρεθεί σποραδικά σε διάφορες θέσεις.

Προτάσσονται τα περί της κοινής διοικήσεως ψηφίσματα, δηλαδή οι σωζόμενες πολιτικές αποφάσεις που εξέδωσε ο δήμος των Ανδρίων. Το πρώτο λήμμα αποτελεί την καταγραφή των οδηγιών για την οργάνωση μίας θεωρίας, δηλαδή θρησκευτικής αποστολής στους Δελφούς (εικ. 2). Κατονομάζονται οι αξιωματούχοι της θεωρίας, επικεφαλής των οποίων πιθανώς είναι οι τρεις αρχιθεωροί και ο βασιλεύς, καθώς και οι αρμοδιότητές τους για τη διατήρηση της τάξης και την τέλεση των θυσιών. Η επιγραφή χαράχτηκε στην παραστάδα θύρας και από τα δύο σωζόμενα τμήματα έχει δημοσιευτεί το κατώτερο και μεγαλύτερο. Η μείξη παραδοσιακών και προοδευτικών στοιχείων στην ορθογραφία, καθώς και παλαιογραφικά στοιχεία επιτρέπουν τη χρονολόγηση περίπου στο 425 π.Χ.

Με δεδομένο ότι οι επιγραφές οι προγενέστερες του 4ου αι. π.Χ. είναι λιγοστές, οι συμβολές της εργασίας εντοπίζονται στη διερεύνηση της ιστορικής πορείας της Άνδρου ιδιαίτερα στην περίοδο κατά τους ελληνιστικούς και αυτοκρατορικούς χρόνους, από την εποχή που η Άνδρος τελούσε υπό την ηγεμονία των Πτολεμαίων. Από την περίοδο της κυριαρχίας των τελευταίων σώζεται μία επιγραφή που παρουσιάζεται στη μελέτη για πρώτη φορά (εικ. 3). Τιμάται κάποιος απεσταλμένος του βασιλέως, πιθανώς του Φιλοπάτορος και λόγω της έλλειψης του βασιλικού τίτλου θα πρέπει να χρονολογείται στην περίοδο πριν από την κτήση του τίτλου, το 306 π.Χ. και μετά την κατάληψη της Άνδρου, το 308 π.Χ. Ο λίθος στον οποίο αναγράφηκε το ψήφισμα απολαξεύτηκε στην ενεπίγραφη όψη του, τεμαχίστηκε και στην πλάγια όψη του χαράχτηκαν αργότερα, πιθανώς κατά τον 2ο αι. π.Χ. δύο ψηφίσματα προς άγνωστους ευεργέτες. 

Μία από τις σημαντικότερες συμβολές της εργασίας υπήρξε η διερεύνηση της πολιτικής των Αιτωλών κατά το δεύτερο μισό του 3ου αιώνα π.Χ., η επίδραση των οποίων στην Άνδρο δεν είχε γίνει αντιληπτή έως σήμερα. Συγκεκριμένα, εξετάσθηκαν τρεις επιγραφικές μαρτυρίες: σε επιγραφή στην Άνδρο ο ιατρός Ηρωίδης Νέωνος δέχεται τιμές από τον Δήμο των Ανδρίων για τις υπηρεσίες του για τις οποίες τιμήθηκε από το Κοινό των Αιτωλών και την ακαρνανική πόλη Στράτο (εικ. 4). Επίσης, πιθανώς κατά το έτος 246/5 π.Χ.,οι Αιτωλοί απηύθυναν πρόσκληση για τη συμμετοχή στην αναδιοργανωθείσα πεντετηρική πανελλήνια εορτή, τα Σωτήρια, σε ανάμνηση της νίκης επί των Γαλατών το 279 π.Χ. Η Άνδρος συμμετείχε σε αυτήν την εορτή, όπως συνάγεται από την ύπαρξη ενός Ανδρίου στον κατάλογο των θεαροδόχων στους Δελφούς. Το όνομά του, αποσπασματικά σωζόμενο, καταγράφηκε στην πρώτη στήλη από τις συνολικά πέντε, στην περίοδο μεταξύ των ετών 235-220 π.Χ. Σημαντικότερη, ωστόσο, μαρτυρία, είναι ένα ψήφισμα στους Δελφούς που μνημονεύει την αναγνώριση των Σωτηρίων (εικ. 5). Το όνομα του δήμου έχει σχεδόν πλήρως χαθεί και μόνο οι ομοιότητες στη συνεκφορά των τυπικών στοιχείων του ψηφίσματος καθώς και στη διάκριση ενός αμυδρού χαράγματος, καθιστούν δυνατή την ταύτιση του δήμου που το εξέδωσε με το δήμο των Ανδρίων. Το ψήφισμα θα πρέπει να χρονολογείται στο ίδιο έτος κατά το οποίο και οι Αθηναίοι αναγνώρισαν τα Σωτήρια, επί Πολυεύκτου άρχοντος στην Αθήνα, πιθανώς το 246/5 π.Χ.

Οι περισσότερες επιγραφές ανάγονται στην περίοδο κατά την οποία το νησί τελούσε υπό την κυριαρχία των Ατταλιδών, μία περίοδο ευημερίας. Προηγήθηκε η κατάληψη από τις δυνάμεις των Ρωμαίων και του Αττάλου Α΄ το 199 π.Χ., οι οποίες συνασπίστηκαν, προκειμένου να εκδιώξουν τις τελευταίες μακεδονικές φρουρές από το Αιγαίο. Η πόλη λεηλατήθηκε και οι κάτοικοι υποχρεώθηκαν να εγκατασταθούν στο Δήλιο της Βοιωτίας, αλλά λίγο αργότερα, ύστερα από πρόσκληση του βασιλιά της Περγάμου, επέστρεψαν στο νησί.

Από την πρώτη περίοδο της ατταλιδικής κυριαρχίας είναι γνωστή μία  ενδιαφέρουσα επιγραφική μαρτυρία. Πρόκειται για δύο μη συναρμοζόμενα θραύσματα λίθου, του οποίου οι πλευρές έχουν καλυφθεί με ψηφίσματα που συντάχθηκαν σε διάστημα περισσότερων ετών (εικ. 6). Φαίνεται ότι χρονολογούνται στα πρώτα χρόνια μετά την κατάληψη της Άνδρου από τον Άτταλο. Με τα πέντε από αυτά τιμώνται πρόσωπα που προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στην πόλη, κάποιοι σε ενδεχομένως κρίσιμες ιστορικές στιγμές. Στα υπόλοιπα τέσσερα γίνεται λόγος για την αναγνώριση και τη συμμετοχή των Ανδρίων στα Λευκοφρυήνεια, τους αγώνες προς τιμήν της Αρτέμιδος στη Μαγνησία.

Η Άνδρος υπό τους Ατταλίδες γνώρισε μια περίοδο οικονομικής άνθησης και πολιτικής σταθερότητας. Ενδεχομένως ο διάδοχος του ηγεμόνος που κατέλαβε το νησί, ο Ευμένης Β΄ προέβη σε μία σημαντική αναμόρφωση του πολιτεύματος. Μέχρι και τον 3ο αιώνα π.Χ. το πολίτευμα της Άνδρου, όπως αυτό είναι γνωστό από τους τίτλους των αρχόντων στις επιγραφές, ομοίαζε προς το αθηναϊκό. Είναι γνωστό ότι οι Αθηναίοι στο πλαίσιο ιδιαίτερα της Α΄ Δηλιακής Συμμαχίας προέβησαν στην αναμόρφωση των πολιτευμάτων των πόλεων υπό την κυριαρχία τους, σε μία προσπάθεια επίτασης του ελέγχου των πόλεων που θα μπορούσαν να αποτελέσουν εστίες κινδύνων για την ενότητα της Συμμαχίας. Από τις ανδριακές επιγραφές είναι γνωστά αξιώματα αντίστοιχα προς τα αθηναϊκά μέχρι και τον 3ο αιώνα π.Χ. Αντίθετα, στις επιγραφές που εκδόθηκαν κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας των Ατταλιδών, τις περισσότερες πολιτικές αρμοδιότητες έχει το εξαμελές σώμα των στρατηγών, εκ των οποίων ένας πιθανώς φέρει τον τίτλο του πρωτάρχοντος. Πρότυπο για τη μεταβολή αυτή θα στάθηκε το ανάλογο σύστημα διακυβέρνησης στην έδρα του βασιλείου, την Πέργαμο. Είναι, εξάλλου, γνωστό ότι σε αρκετές περιπτώσεις οι Ατταλίδες προέβησαν στην αναμόρφωση του πολιτεύματος των πόλεων της επικράτειάς τους. Κύριο χαρακτηριστικό αυτών των μεταβολών είναι η εδραίωση του σώματος των στρατηγών, συνήθως εξαμελούς και σπανιότερα με λιγότερα μέλη, ανάλογα με την έκταση της πόλης. Ο επικεφαλής του σώματος ορίζεται απευθείας από τον ηγεμόνα. Ως αναγνώριση για τη διασφάλιση ευνοϊκών συνθηκών, οι Άνδριοι καθιέρωσαν τη λατρεία του ηγεμόνος, πιθανώς από την εποχή του Ευμένους Β΄.  

Κατά την περίοδο της ατταλιδικής κυριαρχίας συχνές είναι οι επαφές των Ανδρίων με κρητικές πόλεις. Ενδεικτικά αναφέρεται ο κατάλογος κρητικών και άλλων πόλεων οι οποίες πιθανώς αναγνωρίζουν την ασυλία ιερού, ίσως του Διονύσου. Αρκετά είναι, επίσης, τα ψηφίσματα με τα οποία Άνδριοι τιμούν Κρήτες ή κρητικών πόλεων που τιμούν Ανδρίους (εικ. 7). Συνολικά 13 κρητικές πόλεις αναφέρονται στις επιγραφές της Άνδρου. Οι Ατταλίδες διατηρούσαν στενές σχέσεις με κρητικές πόλεις και στο πλαίσιο αυτό μπορεί να ενταχθούν και οι επαφές των Κρητών με τους Ανδρίους, ίσως σε μία προσπάθεια των τελευταίων να διασφαλίσουν την προστασία τους από την κρητική πειρατεία.

Από αυτήν την περίοδο δεν είναι γνωστή η εμπλοκή των Ανδρίων σε στρατιωτικές επιχειρήσεις. Υπάρχει μία μόνο σχετική μαρτυρία, ένα ψήφισμα του δήμου της Θίμβρας, πόλης στη ΒΔ Μικρά Ασία (εικ. 8). Στους στ. 6-8 γίνεται λόγος για κάποιου είδους στρατιωτικές επιχειρήσεις στις οποίες οι τιμώμενοι έλαβαν μέρος και ως αναγνώριση δέχονται τιμές. Στοιχεία της επιγραφής και η αναφορά στο βασιλιά Φιλάδελφο, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τα γεγονότα στα οποία αναφέρεται πρέπει να έλαβαν χώρα επί της αρχής των δύο τελευταίων βασιλέων της Περγάμου, ενδεχομένως κατά τον πόλεμο μεταξύ του Αττάλου Β΄ και του Προυσία Β΄ της Βιθυνίας μεταξύ των ετών  156-154 π.Χ.

Με το θάνατό του ο Άτταλος Γ΄ κληροδότησε το βασίλειό του στον ρωμαϊκό λαό. Οι ατταλιδικές κτήσεις εκτός Ασίας δεν έτυχαν όμοιας μεταχείρισης και η Άνδρος παρέμεινε στην επαρχία της Ασίας, όπως συνάγεται από σειρά ψηφισμάτων και τιμητικών επιγραφών που μαρτυρούν την εξάρτηση των πολιτικών πραγμάτων της Άνδρου από τις εξελίξεις στην επαρχία της Ασίας. Μία από τις πρώτες σχετικές ενδείξεις είναι η αποστολή ανδρίων δικαστών στο Αδραμύττιο (εικ. 9). Από τον 1ο αιώνα π.Χ. σώζονται αγαλματικές βάσεις του ύπατου Λευκίου Λικινίου Λευκόλλου, ο οποίος πολέμησε τον Μιθριδάτη του Πόντου στο πλευρό του Σύλλα, καθώς και του Ποπλίου Ουινικίου (εικ. 10), ο οποίος διετέλεσε ανθύπατος στην επαρχία της Ασίας στην περίοδο 7-12 μ.Χ.      

Η οικονομική αφαίμαξη των πόλεων ήταν ίσως η βασική αιτία που πολλά από τα νησιά δεν προέβαλαν σθεναρή αντίσταση κατά τις επιχειρήσεις του Μιθριδάτου και των στρατηγών του στις Κυκλάδες το 88/7 π.Χ. Η πολιτική του τελευταίου, πάντως, με την εγκατάσταση τυραννικών καθεστώτων, διέψευσε τις προσδοκίες. Η εκδίωξη των δυνάμεων του Μιθριδάτου και η αποκατάσταση της δημοκρατίας στάθηκε η αιτία για την οποία οι Άνδριοι ανέθεσαν άγαλμα πιθανώς για τη Ρώμη, όπως δηλώνεται στο τμήμα πλίνθου από κτιστή αγαλματική βάση, στην οποία μία νέα ανάγνωση βλέπει την κατάληξη του ονόματος του γλύπτη (εικ. 11).

Η σύμπλευση με τον Μιθριδάτη επέφερε μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση από τη ρωμαϊκή διοίκηση μέσω των δημοσιώνων. Τμήμα μεγάλου μαρμάρινου βάθρου φέρει απόσπασμα ψηφίσματος, το οποίο με νέες αναγνώσεις γίνεται πληρέστερα κατανοητό ως υποβολή παραπόνων προς τον κυβερνήτη της επαρχίας της Ασίας, ώστε να περιοριστεί η επαχθής φορολογική επιβάρυνση από  τους δημοσιώνες (εικ. 12).

Κατά τους πρώιμους αυτοκρατορικούς χρόνους ενεργοποιούνται οικονομικά εύρωστοι πολίτες οι οποίοι δαπανούν μεγάλα ποσά για τον εξωραϊσμό της πόλης και τη συντήρηση οικοδομημάτων και θεσμών. Γνωστότερος είναι ο Πυθώνυμος Νικοκράτους (εικ. 13), ο οποίος μνημονεύεται σε πέντε επιγραφές, ο Κλώδιος Φρόντων, ο οποίος έστησε στην αγορά ημικυκλική εξέδρα με χάλκινους ανδριάντες των μελών της οικογένειάς του (εικ. 14), και άλλοι.

Στους ήδη γνωστούς βωμούς προς τον αυτοκράτορα Αδριανό παρουσιάζονται τέσσερις ακόμα (εικ. 15). Ο μεγάλος αριθμός τους, μέχρι σήμερα είναι γνωστοί ένδεκα βωμοί προς τον αυτοκράτορα, αποτελεί ίσως ένδειξη ότι κατά το διάπλου του Αιγαίου, το 131 μ.Χ. ο Αδριανός αποβιβάσθηκε στην Άνδρο, γεγονός που αποτέλεσε αφορμή για την καθολική εκδήλωση τιμών. 

Πέρα από την πολιτική ιστορία, μεγάλο τμήμα της εργασίας καλύπτει η διερεύνηση των λατρευτικών πεποιθήσεων των Ανδρίων. Σε μία επιγραφή χαραγμένη σε βράχο που παρουσιάζεται για πρώτη φορά μνημονεύεται μία εορτή η οποία τελείται την 14η του μηνός Ηρησιώνος (εικ. 16). Από το γεγονός ότι βρίσκεται σε κεντρικό σημείο στο ανατολικό νεκροταφείο της πόλης, πιθανώς ερμηνεύεται ως ετήσια εορτή προς τους νεκρούς μία εορτή αντίστοιχη προς τα αθηναϊκά Γενέσια.

Στις ήδη γνωστές αναθηματικές επιγραφές προτείνονται νέες αναγνώσεις. Επιπλέον, παρουσιάζεται ένας βωμίσκος με δίγλωσση, ελληνική-λατινική επιγραφή, την οποία ανέθεσε ένας απελεύθερος στη Μητέρα Θεά, καθώς και τμήμα από την επένδυση βωμού που αφιέρωσε ενας ιερέας του Διός Μαιμάκτου.

Νέες αναγνώσεις και κάποιοι αδημοσίευτοι κατάλογοι ονομάτων εμπλουτίζουν τις γνώσεις για την ανδριακή προσωπογραφία.

Πολυπληθέστερη κατηγορία είναι οι επιτύμβιες επιγραφές. Εκτός από μία τράπεζα του 5ου αιώνα π.Χ., οι περισσότερες χρονολογούνται στην ελληνιστική και κυρίως κατά την αυτοκρατορική περίοδο (εικ. 17). Αξίζει να αναφερθεί η στήλη του Ηρακλείδου που φέρει το παρωνύμιο βουγάιος, δηλαδή ο οκνός, καθώς και τμήμα από την πρόσοψη ταφικού μνημείου που έφερε τις εικόνες των μελών της οικογένειας.  

Μεγάλος είναι ο αριθμός των επιγραφών που προέρχονται από το γυμνάσιο της πόλης. Είναι γνωστή η συνήθεια των εφήβων να χαράσσουν το όνομά τους στους τοίχους και τα έδρανα του εφηβείου, του χώρου στον οποίο λάμβανε χώρα η κυρίως παιδευτική διαδικασία. Η ιδιαιτερότητα των επιγραφών αυτής της κατηγορίας στο γυμνάσιο της Άνδρου είναι ότι πολλές από αυτές είναι χαραγμένες προσεκτικά μέσα σε ανάγλυφη δέλτο στην πρόσοψη της λίθινης έδρας, ενώ σχεδόν όλοι οι λίθοι φέρουν απολαξεύσεις (rasurae) και νεότερες χαράξεις. Δίνεται η εξήγηση ότι η με την επιμελημένη χάραξη προσδιοριζόταν η θέση εκάστου εφήβου και, μετά την περάτωση της φοίτησης, το όνομά του απολαξευόταν και χαρασσόταν νέο (εικ. 18).

Η μελέτη κλείνει με το κεφάλαιο της σύνθεσης των δεδομένων. Αναλύεται σε επιμέρους ενότητες που περιλαμβάνουν την κυρίως ιστορική σύνθεση, τη φυλετική οργάνωση, την εξέλιξη του πολιτεύματος από τους αρχαϊκούς μέχρι τους αυτοκρατορικούς χρόνους, καθώς και τα συμπεράσματα για το ανδριακό νόμισμα, όπως αυτά προκύπτουν από τις επιγραφές.

Θερμές ευχαριστίες οφείλω στους:
-    Γεωργία Κοκκορού Αλευρά, καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας
-    Κωνσταντίνο Μπουραζέλη, καθηγητή Αρχαίας Ιστορίας
-    Αθανάσιο Ριζάκη, καθηγητή Αρχαίας Ιστορίας
-    Χριστίνα Τελεβάντου, επιμελήτρια αρχαιοτήτων στην ΚΑ΄ Ε.Π.Κ.Α.
-    Λυδία Παλαιοκρασσά-Κόπιτσα, καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας
-    Άγγελο Ματθαίου, Γραμματέα της Ελληνικής Επιγραφικής Εταιρείας
-    Μιχάλη Τιβέριο, καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας
-    Έλενα Παρτίδα, επιμελήτρια αρχαιοτήτων στην Ι΄ Ε.Π.Κ.Α.
-    Χαράλαμπο Πέννα, Προϊστάμενο της 2ης Ε.Β.Α.
-    Klaus Hallof, καθηγητή επιγραφικής στο Humboldt Universität zu Berlin

Για τη διατριβή
Τίτλος: Συμβολὲς στὴν ἱστορία καὶ προσωπογραφία τῆς ἀρχαίας Ἄνδρου. Ἐπιγραφικὲς καὶ φιλολογικὲς μαρτυρίες.
Τύπος: Πανεπιστημιακή διατριβή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης.
Επόπτες καθηγητές: Γεωργία Κοκκορού-Αλευρά, καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας (Πανεπιστήμιο Αθηνών), Κωνσταντίνος Μπουραζέλης, καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας (Πανεπιστήμιο Αθηνών), Αθανάσιος Ριζάκης, καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας (Université Nancy II).
Διάρκεια: Ιανουάριος 2002-Ιούνιος 2007.
Υποστήριξη: 2 Ιουλίου 2007.   
Περιγραφή: τόμος 1, σελίδες 515, πίνακες 79.
Γλώσσα: ελληνικά.
 
Η διατριβή πρόκειται να δημοσιευτεί στη σειρά των μονογραφιών της Καϊρείου Βιβλιοθήκης.

Νίκος Πετρόχειλος
npetrochilos@hotmail.com