Στη μαγεία του κεχριμπαριού είναι αφιερωμένη η έκθεση που εγκαινιάζεται την Τετάρτη 22 Ιουλίου στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης με εκθέματα που δεν είναι μόνο μαγικά, αφού πρόκειται για φυλαχτά και κοσμήματα, αλλά είναι και σπάνια καθώς προέρχονται από τη Μεγάλη Ελλάδα και τη Μακεδονία της αρχαιότητας: από τη Μυκηναϊκή ως τη Ρωμαϊκή Εποχή. Η έκθεση με τίτλο «Η μαγεία του κεχριμπαριού- Φυλαχτά και κοσμήματα από τη Μεγάλη Ελλάδα και τη Μακεδονία» συνδιοργανώνεται με το Αρχαιολογικό Μουσείο της Ποτέντσα και με τη σύμπραξη του Ιταλικού Μορφωτικού Ινστιτούτου της Θεσσαλονίκης. Από την Ιταλία, άλλωστε, συγκεκριμένα από την περιοχή Μπασιλικάτα, σημαντικό αρχαιολογικό χώρο της Νοτιοανατολικής Ιταλίας, προέρχονται τα περισσότερα αντικείμενα της έκθεσης.
Αριστουργήματα από κεχριμπάρι αλλά και κάποια μεταλλικά και οστέινα αντικείμενα, 180 το σύνολο, παρουσιάζονται στην έκθεση. Τα προερχόμενα από την Ιταλία είναι προϊόντα των ανασκαφικών ερευνών σε ταφές που ανήκουν κυρίως σε γυναίκες των ανώτερων κοινωνικών τάξεων και χρονολογούνται από τον 8ο ως τον 4ο αι. π.Χ. Τα ελληνικά βρέθηκαν σε νεκροταφεία στις Σπάθες Ολύμπου, στη Σίνδο, στην Αγία Παρασκευή και στη Θεσσαλονίκη και χρονολογούνται από τη Μυκηναϊκή Εποχή (12ος αι. π.Χ.) ως τα ρωμαϊκά χρόνια. Η ολιγάριθμη εκπροσώπηση της Μακεδονίας στην έκθεση απηχεί την περιορισμένη παρουσία του κεχριμπαριού στα νεκροταφεία και στους οικισμούς της περιοχής. Το ελληνικό κοινό θα έχει επομένως την ευκαιρία να θαυμάσει μια κατηγορία εκθεμάτων που σπανίως εκπροσωπείται στα ελληνικά μουσεία.
Αντικείμενα μικροτεχνίας, συχνότατα κοσμήματα, είναι αυτά που φιλοτεχνούνταν στην αρχαιότητα από κεχριμπάρι και παρόμοια είναι αυτά της έκθεσης, η εξαιρετική ποιότητα και η σπανιότητα των οποίων την καθιστά άκρως ενδιαφέρουσα. Απολιθωμένο ρετσίνι από κωνοφόρα δένδρα όπως πεύκα, έλατα, κυπαρίσσια κ.ά. είναι το κεχριμπάρι, πρόκειται δηλαδή για ορυκτό πέτρωμα το οποίο θα πρέπει να έχει παραμείνει κάτω από τη γη περισσότερο από 50 εκατομμύρια χρόνια! Μερικά ακόμη στοιχεία του είναι ότι είναι ελαφρώς βαρύτερο του νερού, άρα επιπλέει σε αραιωμένο αλατόνερο. Συχνά έχουν εσωκλεισθεί στο κεχριμπάρι μικροσκοπικές φυσαλίδες αέρα αλλά και φυτικά στοιχεία ή ακόμη και έντομα τα οποία έχουν πλέον εξαλειφθεί. Το άρωμά του είναι απαλό, μυστηριώδες και θυμίζει ρετσίνι και μοσχολίβανο.
Στο πλαίσιο της έκθεσης αναπτύσσονται θέματα όπως το κεχριμπάρι ως αρχαία φυσική ρητίνη και οι τεχνικές επεξεργασίας του, οι αρχαίοι δρόμοι του κεχριμπαριού μέσω των οποίων μετέφεραν την πολύτιμη πρώτη ύλη στην περιοχή της Μεσογείου, οι εμπορικές σχέσεις και οι ανταλλαγές που αναπτύχθηκαν στη Μεσόγειο από πρώιμες ακόμη περιόδους, η κατασκευή των κεχριμπαρένιων κοσμημάτων της Νότιας Ιταλίας από έλληνες καλλιτέχνες και οι ελληνικοί μύθοι για το κεχριμπάρι.
Η έκθεση θα φιλοξενηθεί στην αίθουσα «Ι. Βοκοτοπούλου» του ΑΜΘ, θα διαρκέσει ως τις 15 Φεβρουαρίου 2010 και τελεί υπό την αιγίδα του ελληνικού υπουργείου Πολιτισμού, με την υποστήριξη του ιταλικού υπουργείου Εξωτερικών.
Πηγή: Το Βήμα, 14/7/09