«…και τον πήγαν στην εκκλησία, τον έδεσαν στο ιερό και τον άφησαν εκεί για μέρες. Φώναζε ο καημένος λόγια του ταραγμένου μυαλού του αλλά έλεγαν ότι ήταν για το καλό του…» Η αφήγηση της μητέρας πέρασε στην κόρη, από εκείνη στη δική της ώσπου έφθασε σε μένα. Πολλά χρόνια πριν, στα τέλη του 19ου ή στις αρχές του 20ού αιώνα, συνέβαιναν αυτά σε μια επαρχιακή κωμόπολη της Δυτικής Ελλάδας- και αλλού φαντάζομαι. Το θυμήθηκα μόλις είδα τους ασημένιους «κρίκους φρενοβλαβών» του 19ου αιώνα που θα περιληφθούν στη μόνιμη έκθεση του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου η οποία αναφέρεται στη μακρά περίοδο από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης ως τη δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους. Αυτή η «μέθοδος» ίασης ενός άτυχου ψυχικά ασθενούς δεν είναι το μόνο παράδοξο για αυτές τις παλαιές κοινωνίες στις οποίες οι δεισιδαιμονίες και άλλες λαϊκές αντιλήψεις ήταν βαθιά ριζωμένες. Τόσο μάλιστα ώστε να φθάσουν σχεδόν ως τις ημέρες μας. Και είναι αυτή η ενότητα ακριβώς που αναφέρεται στις όψεις της καθημερινής ζωής η οποία προσφέρει τις περισσότερες πληροφορίες για τους αιώνες που ακολούθησαν μετά τη διάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. «Προσπαθούμε να προσεγγίσουμε τη ζωή των ανθρώπων αυτής της εποχής όχι μόνο μέσα από τις θρησκευτικές εικόνες αλλά και από καθημερινά αντικείμενα, γιατί μόνο έτσι μπορούμε να ερμηνεύσουμε το παρελθόν. Διαφορετικά οι μαρτυρίες που έχουν φθάσει ως εμάς θα ήταν άχρηστες» λέει ο διευθυντής του Βυζαντινού Μουσείου, Δημήτρης Κωνστάντιος. Περί τα 750 είναι τα αντικείμενα της έκθεσης «Από το Βυζάντιο στη νεότερη εποχή», τα περισσότερα από τα οποία θα παρουσιασθούν για πρώτη φορά. Πολλές μαρτυρίες που ζητούν ερμηνεία.
«Στόχος μας είναι να δείξουμε ότι δεν πρόκειται για μια μαύρη περίοδο» ξεκαθαρίζει ευθύς εξαρχής ο Δ.Κωνστάντιος ανατρέποντας, είναι η αλήθεια, τη «σχολική» άποψη. Εξηγεί: «Είναι μια περίοδος που οι Ρωμιοί βρίσκονται κάτω από την οθωμανική ή τη βενετική κυριαρχία, η κοινωνία τους όμως παράγει, δημιουργεί, φτιάχνει αριστουργήματα, αναπτύσσει το εμπόριο, συγκροτεί επαγγελματικές συντεχνίες. Δεν είναι κοινωνία τελματωμένη αλλά κοινωνία που ζει με νέους όρους. Είναι διαφορετικό.
Όλους αυτούς τους αιώνες λοιπόν οι άνθρωποι δημιουργούν ταυτότητα. Το «εμείς», οι ορθόδοξοι Ρωμιοί, δηλαδή, και από την άλλη οι Οθωμανοί μουσουλμάνοι .Και αυτή η ταυτότητα είναι που θα οδηγήσει στην Επανάσταση. Δεν πρόκειται επομένως για μια μαύρη περίοδο αλλά για μια πολύ ενδιαφέρουσα εποχή, την οποία το μουσείο καλείται να αναγνώσει μέσα από τα αντικείμενά του».
Οι ιδέες, οι αντιλήψεις, οι συνήθειες άλλαζαν ωστόσο από εποχή σε εποχή αλλά και από μία περιοχή σε άλλη. Οι διαφορές ήταν μεγάλες στις ζωές των ανθρώπων γιατί άλλο ήταν να βρίσκονται κάτω από τους Οθωμανούς και άλλο κάτω από τους Ενετούς, όπως συνέβαινε στα Επτάνησα. Κυρίαρχοι όμως ήταν και οι δύο. Εκείνο λοιπόν που απέμενε στους ανθρώπους ήταν να προσαρμοστούν. «Και αυτό έκαναν, διαφορετικά δεν θα μπορούσαν να επιζήσουν» όπως λέει ο Δ.Κωνστάντιος.
Η συνέχεια
Στα χέρια τους υπήρχε ωστόσο ένα γερό χαρτί: η συνέχεια του Βυζαντίου. «Είναι σημαντικό επίσης ότι μπορούσαν να έχουν περιουσία, μπορούσαν να εργάζονται,να εμπορεύονται, να έχουν τη θρησκεία τους, να μαθαίνουν γράμματα» λέει ο διευθυντής του Βυζαντινού Μουσείου. Παρ΄ όλα αυτά, επί τρεις σχεδόν αιώνες τα γράμματα ήταν υπόθεση των ιερέων και μόλις τον 18ο αιώνα εμφανίστηκε οργανωμένη εκπαίδευση, όπως θα δείξει και η έκθεση. Η Αθήνα μάλιστα είχε το δικό της σχολείο (κάπου κοντά στην οδό Μητροπόλεως), τη Σχολή Ιωάννη Ντέκα, από το όνομα του χορηγού της, Αθηναίου την καταγωγή, που είχε πλουτίσει στη Βενετία. Σχολεία υπήρχαν και στα Γιάννινα, στη Σμύρνη, στη Χίο και στην Πάτμο, το οποίο ήταν περισσότερο εκκλησιαστικό.
Η βασική ασχολία των χριστιανών ήταν βέβαια η αγροτική, με την πάροδο του χρόνου όμως το εμπόριο, διά ξηράς με μεγάλα καραβάνια ή διά θαλάσσης, τους κέρδισε. Οι δρόμοι των καραβανιών διέσχιζαν τα Βαλκάνια προς το Βουκουρέστι και τα άλλα μεγάλα αστικά κέντρα όπου υπήρχαν ρωμαίικες παροικίες αλλά οδηγούσαν και στη Θεσσαλονίκη, στην Κωνσταντινούπολη και στη Σμύρνη. Και ο ρόλος τους ήταν πολύ σημαντικός γιατί μαζί τους έρχονταν και ιδέες, βιβλία, χειρόγραφα, γκραβούρες, ακόμη και έπιπλα. Οπως γινόταν και με τα πλοία που ταξίδευαν προς τη Δύση.
Χώρος και χρόνος
Ως τον 18ο αιώνα όμως οι αντιλήψεις των ανθρώπων για τον κόσμο παραμένουν στον Μεσαίωνα, όπως εξηγεί ο βυζαντινολόγος και βασικός συντελεστής στην οργάνωση της έκθεσης Νίκος Καστρινάκης. «Στην έκθεση υπάρχει ένα χειρόγραφο βιβλίο ανοιγμένο σε μια σελίδα όπου εικονίζεται η Γη στο κέντρο και γύρω της οι πλανήτες. Σημαντικό μέρος των ανθρώπων, δηλαδή, εξακολουθούσε να πιστεύει πως η Γη είναι το κέντρο του Σύμπαντος» λέει.
Την ίδια εποχή εμφανίζεται ένας πίνακας στον οποίο ο ζωγράφος προσπαθεί για πρώτη φορά να αποδώσει ρεαλιστικά το θέμα του. Το χωριό του συγκεκριμένα. Κάτι αδιανόητο ως τότε, αφού η κυρίαρχη βυζαντινή τεχνοτροπία επέβαλλε τους δικούς της όρους με τις παράδοξες αναλογίες.
Αλλά και στην αντίληψη του χρόνου είναι όριο ο 18ος αιώνας αφού, όπως εξηγεί ο Ν. Καστρινάκης, ως τότε οι ορθόδοξοι τον αντιλαμβάνονταν σε τρεις κύκλους: τον θρησκευτικό, που άρχιζε από τη δημιουργία του κόσμου και έφθανε ως τη Δευτέρα Παρουσία, τον λειτουργικό κύκλο της Εκκλησίας, ο οποίος περιελάμβανε επίσης τις ημέρες εργασίας και σχόλης των ανθρώπων, και τελευταίο τον ατομικό κύκλο της ζωής κάθε ανθρώπου.
«Και ενώ όλες αυτές οι παραδοσιακές δομές διατηρούνται, από τα μέσα του 18ου αιώνα αρχίζουν να εμφανίζονται κάποιες ρωγμές» λέει ο κ. Κωνστάντιος. Τα σχολεία είναι περισσότερα, οι συζητήσεις γίνονται πιο έντονες και οι εκδόσεις αυξάνονται θεαματικά από τα μεγάλα κέντρα που παρήγαν ελληνικά βιβλία: Βενετία, Βιέννη, Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη, Παρίσι. «Είναι νεωτεριστικά βιβλία, αυτά που μάχεται η Εκκλησία» όπως λέει ο ίδιος.
Ταυτόχρονα η Δύση αρχίζει να «εισρέει» ασυγκράτητη στον ελληνικό χώρο και σε κάθε έκφραση της κοινωνίας. Πρόκειται για τη μετάβαση σε μια άλλη εποχή, η οποία θα οδηγήσει στον αγώνα για την ανεξαρτησία.
«Όπως λέει ο ποιητής (Νίκος Καρούζος), η Επανάσταση του ΄21 δεν είναι ένα τραμπου περιμένεις στη γωνία για να το πάρεις, θέλει αιώνες εργασίας» μου θυμίζει ο Δ. Κωνστάντιος.
Από το γραφείο του στη βίλα «Ιλίσια»- προσωρινό ώσπου να ολοκληρωθεί η αποκατάσταση των κτιρίων της διοίκησης- μπορεί να βλέπει το εργοτάξιο που είναι αναπτυγμένο ολόγυρα. Πλην όμως όλα τώρα βρίσκονται στην τελική ευθεία. Η διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου σε πολιτιστικό πάρκο και η ολοκλήρωση της έκθεσης των συλλογών του στις εξαιρετικές υπόγειες εγκαταστάσεις είναι πλέον ζήτημα λίγων μηνών.
Τα τσιμπούκια του Αλή
Στους εμπόρους οφείλεται η γνωριμία Οθωμανών και Ρωμιών με τον καπνό και με το κάπνισμα, που εμφανίζεται στη Θεσσαλονίκη στα τέλη του 16ου αιώνα. Οι πρώτοι που άρχισαν μάλιστα να καπνίζουν ήταν οι άνθρωποι των ανώτερων τάξεων και στη συνέχεια η συνήθεια εξαπλώθηκε. Γρήγορα ήρθαν και τα πρώτα καπνοχώραφα γύρω από τη Θεσσαλονίκη και σε άλλες θέσεις της Μακεδονίας.
«Κάπνιζαν πάντα καθιστοί με ένα τσιμπούκι μακρύ που έφθανε ως το πάτωμα. Στην ουσία ήταν ένας μακρύς ξύλινος σωλήνας, το ματσούκι, που μπορεί να είχε και διακοσμήσεις από φίλντισι, με επιστόμιο στη μία άκρη του και στην άλλη ένα πήλινο δοχείο στο οποίο τοποθετούνταν ο καπνός» λέει ο βυζαντινολόγος Νίκος Καστρινάκης.
«Όταν ήμουν στα Γιάννινα, όπου ανέσκαψα το σεράι του Αλή Πασά, πρέπει να μάζεψα πάνω από 40 σακιά πήλινα τσιμπούκια» θυμάται ο Δημήτρης Κωνστάντιος. «Φαίνεται ότι όσα έσπαζαν τα συγκέντρωναν σε κάποιο μέρος, γι΄ αυτό ήταν τόσο πολλά. Μετά, όταν θέλησαν να φτιάξουν μια στέγη, τα τοποθέτησαν σαν γέμισμα και εκεί τα βρήκα». Στην έκθεση υπάρχουν πολύ ωραία πήλινα τσιμπούκια διακοσμημένα με παραστάσεις.
Οι κρίκοι της δεισιδαιμονίας
Από την αρχαία Ελλάδα ως το Βυζάντιο οι δεισιδαιμονίες ακολούθησαν τον άνθρωπο μέσα στους αιώνες. Κάποιες εντάχθηκαν στην Εκκλησία- μεταφυσικές, μαγικές, παγανιστικές, άλλες όχι. Είναι άγνωστο πότε πρωτοχρησιμοποιήθηκαν οι κρίκοι των φρενοβλαβών, το σημαντικό όμως είναι ότι η Εκκλησία τους αποδέχθηκε, ενδεχομένως στο πλαίσιο εξορκισμού των δαιμονίων. Κάποιες από αυτές τις πρακτικές εκτελούνταν εντός του ναού και στόχευαν ειδικά στην απενεργοποίηση των δαιμόνω ν και στην εξασφάλιση της σωματικής και ψυχικής υγείας. Άλλες τις εφήρμοζαν οι πιστοί μόνοι τους, όπως τα φυλαχτά ή τα «μάγια», προκειμένου να ελέγξουν τις απόκρυφες δυνάμεις, να τις κατευθύνουν ή να επιτύχουν διάφορους στόχους.
Σε κάποιες περιπτώσεις πάντως η Εκκλησία θέλησε να βάλει όρια, όπως υπενθυμίζει ο Ν.Καστρινάκης.Τον 16ο αιώνα έτσι ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Μελέτιος Πηγάς εκφωνεί έναν οργισμένο λόγο στο Φανάρι με αποδέκτες τους χριστιανούς που πιστεύουν σε μαγείες και μαγγανείες. Αλλά εις μάτην. Γιατί όλα αυτά ήταν απολύτως ενταγμένα στην καθημερινότητα των ανθρώπων.
Πηγή: Το Βήμα, Μ.Θερμού, 22/3/09