«Δάσος κιόνων» ( Νίκος Καλτσάς, διευθυντής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου). « Οι τεράστιες κολόνες συντρίβουν τις Κόρες», «τα εκμαγεία μειώνουν τα αυθεντικά αρχαία» ( Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα , διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης). «Τελικά πρόκειται για έκθεση αριστουργημάτων ή μαρτυριών πολιτισμού;» ( Δημήτρης Κωνστάντιος , διευθυντής του Βυζαντινού Μουσείου). Η πρώτη επίσημη παρουσίαση της έκθεσης του Νέου Μουσείου Ακροπόλεως χθες στο Συμβούλιο Μουσείων του υπουργείου Πολιτισμού μπορεί σε πολλά σημεία της να έγινε αποδεκτή μετ’ επαίνων, για άλλα όμως υπήρξαν σοβαρές αντιρρήσεις.
Η αίθουσα των αρχαϊκών έργων, της οποίας το μεγάλο ύψος και το πλήθος των κιόνων «μειώνουν» τα εκθέματα, ο φωτισμός, ο οποίος θεωρήθηκε από ορισμένα μέλη του συμβουλίου πλημμελής, η επιλογή της χρησιμοποίησης εκμαγείων προκειμένου να φανεί ποια γλυπτά βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο, ο τρόπος έκθεσης ορισμένων σπουδαίων έργων καθώς και ορισμένα ακόμη ζητήματα προκάλεσαν μεγάλη συζήτηση.
O πρόεδρος του Οργανισμού Ανέγερσης Νέου Μουσείου Ακροπόλεως καθηγητής κ. Δημήτρης Παντερμαλής, ο οποίος παρουσίασε τη μελέτη (συντάχθηκε από ομάδα εργασίας) απάντησε σε όλες τις παρατηρήσεις, παρ’ ότι οι διαφωνούντες δεν φάνηκε να πείθονται.
Οι αντιρρήσεις όμως αρκέστηκαν μόνο στη διατύπωση, αφού τελικώς η μουσειολογική μελέτη εγκρίθηκε ομόφωνα. Ο υπουργός Πολιτισμού κ. Αντώνης Σαμαράς πάντως δεν πρόλαβε να παρακολουθήσει ούτε την εισήγηση ολόκληρη ούτε τη συζήτηση, καθώς η παρουσία του στο Συμβούλιο Μουσείων ήταν εθιμοτυπική και διήρκεσε λίγο.
Το ύψος της τοποθέτησης της ζωφόρου του Παρθενώνα στην ευθεία του ανθρώπινου ματιού υπήρξε ακόμη ένα θέμα συζήτησης, καθώς η θέση της στον ναό ήταν πολύ ψηλά. Σε αντίθεση, πάντως, οι μετόπες τοποθετήθηκαν στα 2,5 μέτρα ύψος. «Προβληματιστήκαμε πολύ. Η αρχική ιδέα για τις μετόπες ήταν να τοποθετηθούν στο δάπεδο, εν συνεχεία όμως είδαμε ότι είναι καλύτερα ψηλά, δεδομένου ότι εκεί αναδεικνύονται καλύτερα από το φως» διευκρίνισε ο κ. Παντερμαλής.
Ιδιαιτέρως εξάλλου συζητήθηκε ο φωτισμός των αιθουσών και των έργων. Αυτό που για την ομάδα μελέτης ήταν προσόν – η εκμετάλλευση του φυσικού φωτός-, για άλλους θεωρήθηκε μειονέκτημα. «Το φως δεν αναδεικνύει τα γλυπτά και τις λεπτομέρειές τους. Απαιτείται συνδυασμός του φυσικού φωτός με το τεχνητό ώστε να υπάρχει μια σταθερότητα στον φωτισμό. Όχι να μεταβάλλεται με το πέρασμα της ώρας, έτσι που το σούρουπο να μη φαίνονται τα έργα» είπε η κυρία Λαμπράκη-Πλάκα. «Πιστεύουμε, αντίθετα, ότι το φως θα δίνει δραματικότητα το δειλινό» απάντησε ο κ. Παντερμαλής.
Σημαντικό, όμως, είναι ότι τόσο το φυσικό φως όσο και η θερμοκρασία του περιβάλλοντος και ο αέρας θα φιλτράρονται με σύγχρονα συστήματα ώστε να μην προκαλούν βλάβες στα αρχαία. Για παράδειγμα οι Καρυάτιδες, οι οποίες στο παλαιό μουσείο ήταν τοποθετημένες σε ειδικό θάλαμο για την αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, στο Νέο Μουσείο Ακροπόλεως θα είναι ελεύθερες στον χώρο.
Μεγάλο βάρος δίνεται τέλος στην εξυπηρέτηση του κοινού με τη διαμόρφωση ειδικών χώρων υποδοχής (φουαγέ, καταστήματα, εστιατόριο, αμφιθέατρο, αίθουσα περιοδικών εκθέσεων κτλ.) και την παροχή πληροφοριών, έτσι ώστε να είναι απολύτως ενημερωμένο για ό,τι έχει σχέση με την Ακρόπολη και τα μνημεία της, με το μουσείο και τα εκθέματά του.
Σύστημα αντισεισμικής προστασίας
Μέγα είναι το ζήτημα της προστασίας των αρχαίων έργων από τους σεισμούς – παρά το γεγονός ότι το κτίριο του μουσείου διαθέτει ειδική αντισεισμική προστασία-, γι΄ αυτό και οι υπεύθυνοι του Νέου Μουσείου Ακροπόλεως απευθύνθηκαν σε ειδικούς επιστήμονες. Η καθυστέρηση της απάντησης όμως, δεδομένου ότι απαιτείται η τοποθέτηση οργάνων μέτρησης, οδήγησε τον κ. Παντερμαλή στην απόφαση της χρήσης «εφεδράνων», τα οποία υποπολλαπλασιάζουν τις επιπτώσεις μιας σεισμικής δόνησης. Αυτό, ωσότου υπάρξει τελική πρόταση η οποία ενδεχομένως θα βελτιώσει το σύστημα προστασίας.
Πηγή: Το Βήμα, 10/2/2009 (Μ. Θερμού)