Απογοητευτικοί ήταν οι αριθμοί των επισκεπτών στα μουσεία και στους αρχαιολογικούς χώρους κατά τους πρώτους εννέα μήνες του 2008 σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2007. Η πτώση είναι πολύ μεγάλη σε εισιτήρια και, φυσικά, σε έσοδα, αφού, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας για το διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου, παρατηρήθηκε στα μουσεία μείωση κατά 23% και στους αρχαιολογικούς χώρους πτώση κατά 15,6%. Ως προς τον αριθμό των επισκεπτών αυτό μεταφράζεται σε 1.612.662 άτομα που επισκέφθηκαν τα μουσεία το 2008, σε αντίθεση με τα 2.093.230 που τα είχαν επισκεφθεί κατά το αντίστοιχο διάστημα του 2007. Τους αρχαιολογικούς χώρους εξάλλου επισκέφθηκαν 5.280.619 άτομα το 2008, ενώ το 2007 ο αριθμός των επισκεπτών ήταν 6.256.575. Το γεγονός μάλιστα ότι τα νούμερα είναι σταθερά αρνητικά τα τελευταία τέσσερα χρόνια σημαίνει ότι η μεγάλη επένδυση που έγινε από το υπουργείο Πολιτισμού στην ανακαίνιση μουσείων και αρχαιολογικών χώρων ή στην κατασκευή και διαμόρφωση νέων έπεσε στο κενό. Όχι μόνο δεν ήρθε η αναμενόμενη ανταπόκριση αλλά, αντιθέτως, η πτώση προστίθεται κάθε χρόνο στην προηγούμενη.
Συγκεκριμένα, μείωση επισκεπτών κατά 37% παρατηρήθηκε στο Μουσείο της Αρχαίας Ολυμπίας, κατά 35% στο Μουσείο των Δελφών, κατά 28,9% στο Εθνικό Αρχαιολογικό, κατά 25,5% στο Παλάτι των Ιπποτών της Ρόδου, ενώ στο Μουσείο της Ρόδου υπήρξε αύξηση κατά 14%. Τη διαφορά κάνει εδώ το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου με αύξηση 60%, η οποία όμως είναι πλασματική, δεδομένου ότι πέρυσι ήταν κλειστό. Στους αρχαιολογικούς χώρους τη μεγαλύτερη πτώση εμφανίζει η Αρχαία Κόρινθος με μείωση κατά 37%. Ακολουθούν, επίσης με πτώση, η Επίδαυρος (-32%), το Σούνιο (-31,3%), οι Δελφοί (-30,3%), ο Μυστράς (-23%), οι Μυκήνες (20%), η Φαιστός (-19,8%), η Κνωσός (-11,7%), η Κάμειρος (-10,2%) και η Ακρόπολη (-8,3%).
Η μοναδική αύξηση που καταγράφεται, κατά 10,4%, αφορά την Αρχαία Ολυμπία, την οποία προφανώς επισκέφθηκαν αρκετοί για να δουν αν πρασίνισε από τις πυρκαγιές του 2007- αλλά τα μουσεία της δυστυχώς δεν τους τράβηξαν.
Η μικρότερη πτώση που εμφανίζουν οι αρχαιολογικοί χώροι συγκριτικά με τα μουσεία παρουσιάζεται σε κάθε μέτρηση. Το φαινόμενο έχει να κάνει, κατά την εκτίμηση των αρχαιολόγων, με την ευκολία πρόσβασης και παραμονής σε έναν υπαίθριο χώρο, σε αντίθεση με τον κλειστό κόσμο ενός μουσείου, όπου ασφαλώς τίθενται διαφορετικοί όροι επίσκεψης. Και εδώ βεβαίως βρίσκεται η πρόκληση για την άρση των λόγων που απομακρύνουν τον επισκέπτη από το μουσείο. Τα ελκυστικά μουσεία, που προσεγγίζουν το αντικείμενό τους πολύπλευρα προσφέροντας τη δυνατότητα για σφαιρική και διαχρονική αντιμετώπιση των θεμάτων, οι εφαρμογές των σύγχρονων τεχνολογιών, η διοργάνωση εκδηλώσεων ώστε να γίνονται προσιτά στο κοινό, τα καλά οργανωμένα πωλητήρια και αναψυκτήρια είναι στοιχεία απαραίτητα για κάθε μουσειακό ίδρυμα. Αλλά είναι λίγα τα ελληνικά μουσεία που πληρούν τις ανωτέρω προϋποθέσεις.
Το ωράριο των μουσείων αποτελεί εξάλλου βασικό μειονέκτημα της λειτουργίας τους. Η αιτία του βρίσκεται στην έλλειψη αρχαιοφυλάκων και αυτή με τη σειρά της στην αδυναμία του υπουργείου Πολιτισμού να προσλάβει όσους απαιτούνται. Έτσι, το χειμώνα τα μουσεία και οι αρχαιολογικοί χώροι κλείνουν στις 2 το μεσημέρι, ενώ το καλοκαίρι στις 5 το απόγευμα. Ειδικά μάλιστα για το 2008 η θερινή περίοδος, αντί για τον Απρίλιο, ξεκίνησε τον Ιούνιο!
Ο Σεπτέμβριος του 2008 παρουσίασε μικρότερη μείωση σε σύγκριση με εκείνον του 2007, γεγονός που αξίζει να μελετηθεί από τους αναλυτές του υπουργείου Πολιτισμού. Είναι αλήθεια ότι η επισκεψιμότητα των αρχαίων σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με τον τουρισμό, ωστόσο η μείωσή του δεν μπορεί να χρησιμοποιείται από το υπουργείο Πολιτισμού ως άλλοθι για το μερίδιο που του αναλογεί στην ανασυγκρότησή τους και στην προσέλκυση κοινού. Ας μην ξεχνούν ότι υπάρχουν και οι έλληνες επισκέπτες, στους οποίους φαίνεται ότι ιδιαίτερα θα πρέπει να στραφούν τώρα.
Πηγή: Το Βήμα, Μ. Θερμού, 14/1/09