Το Μουσείο Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού παρουσιάζει στο Τζαμί Τζισδαράκη, στο Μοναστηράκι, σε έναν από τους εμβληματικούς εκθεσιακούς του χώρους, την έκθεση «Βυρωνικοί Ήρωες» με έργα της Λυδίας Βενιέρη, εμπνευσμένα από τους ήρωες και τις ιστορίες των ποιημάτων του Λόρδου Βύρωνα.

«Είναι πάνω από δέκα χρόνια που δουλεύω πάνω στον “Βυρωνικό Κώδικα”, ένα έργο που αφορά τη ζωή και το άτομο του Βύρωνα. Πρόκειται για έργο ζωγραφικό, εμπνευσμένο από μια βαθιά έρευνα όπου διάβασα βιογραφικά στοιχεία από αλληλογραφία και ημερολόγια, όχι μόνο του Βύρωνα αλλά κι εκείνων που έπαιξαν άμεσο ρόλο στο οδοιπορικό του», αναφέρει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η εικαστικός, με αφορμή την έκθεσή της που εγκαινιάζεται την Κυριακή 7 Απριλίου και η οποία θα διαρκέσει ως τις 31 Μαΐου 2019.

Οι «Βυρωνικοί Ήρωες» αποτελούν το πρώτο μέρος του «Βυρωνικού Κώδικα», του opus magnum της Λυδίας Βενιερη, το σύνολο του οποίου θα εκτεθεί στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης το φθινόπωρο του 2019. «Οι Βυρωνικοί Ήρωες και ο Βυρωνικός Κώδιξ επρόκειτο να παρουσιαστούν μαζί στο ΕΜΣΤ, αλλά είναι τόσο αμφίρροπες ενότητες που αποφάσισα να τις διαχωρίσω», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Όσο για το λόγο που επιλέχθηκε ο εμβληματικός αυτός χώρος του Μουσείου Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού, η Λυδία Βενιέρη επισημαίνει: «Έχοντας μια πολύ καλή εμπειρία από τη συνεργασία μας στο Λουτρό των Αέρηδων όπου παρουσίασα τη “Σκευωρία των Δελφινιών” το 2009, στράφηκα πάλι στα μνημειακά κτήρια που με μαγεύουν. Το Τζαμί Τζισδαράκη είναι ένα μαγικό μέρος που με υπνωτίζει και είχα όνειρο να παρουσιάσω τα έργα αυτά που είναι τόσο σύγχρονα σε αντίθεση με το χώρο και τόσο ταιριαστά, κλασικά, που ένιωθα ότι θα ζωντανέψουν αν τοποθετηθούν εκεί».

Η ίδια διευκρινίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι το πρώτο σκίτσο της που παρουσίαζε τον Βύρωνα στην Αθήνα ήταν μπροστά στο τζαμί. «Μια σειρά συμπτώσεων, όπως η συμμετοχή μου στην έκθεση που οργάνωσε το μουσείο με θέμα έναν διάλογο σύγχρονων καλλιτεχνών με αντικείμενα του μουσείου και ο θερμός ενθουσιασμός της διευθύντριας και των επιμελητών με την ιδέα της έκθεσης, έκαναν την έκθεση εφικτή. Το γεγονός ότι το Τζαμί Τζισδαράκη είναι το Μουσείο του Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού το καθιστά τον πλέον κατάλληλο χώρο να φιλοξενήσει αυτό πρώτο την έκθεσή μου, σαν φόρο τιμής στον Βύρωνα», προσθέτει.

Τι ήταν αυτό, όμως, που την ενέπνευσε στην ποίηση του θερμού φιλέλληνα; «Η ποίηση του Βύρωνα είναι εκστατικά όμορφη, έξυπνη και πάρα πολύ θαρραλέα. Δημιουργεί αρχέτυπα χαρακτήρων με ιστορικές και θρυλικές αναφορές, ενώ ταυτόχρονα αναφέρεται καυστικά σε σύγχρονές του καταστάσεις με μια ευκολία διάνοιας, μετατρέποντάς τους σε χαρακτήρες κλασικούς. Γράφει επικά αλλά και ανθρώπινα, είναι ομηρικός. Δημιουργεί μια ατμόσφαιρα χρωμάτων και μουσικής που θα ήταν αδύνατον να μην με καταβάλλει. Είναι σαν να προϋπήρχαν μέσα μου και να συναντώ με έναν πλατωνικά γνώριμο τρόπο ανθρώπους και καταστάσεις», σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Η έκθεση αφορά ένα σώμα από tableaux vivants, τα οποία η κα Βενιέρη έχει δημιουργήσει σαν ετεροχρονισμένα μυθοποιητικά φωτογραφικά στιγμιότυπα: Νέοι άνθρωποι, ενδεδυμένοι με στοιχεία της βυρωνικής εποχής, φωτογραφίζονται σε κατασκευασμένους ειδυλλιακούς χώρους, ενώ η καλλιτέχνις ολοκληρώνει με ψηφιακά μέσα επεξεργασίας μια αισθησιακή ψευδοζωγραφική κατασκευή. «Το παιχνίδι των εντυπώσεων στην τέχνη είναι ένα παιχνίδι θεατρικό. Το χρώμα γίνεται αίμα, η κραυγή όπερα, οι σκιές δάσος. Ο θεατής καθώς παρασύρεται μυείται στο φανταστικό, τον παρασύρει υπνωτισμένο μια άλλη ιστορία από τη δική του», υπογραμμίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ως προς την επιλογή της συγκεκριμένης τεχνοτροπίας, συνεχίζοντας με πιο βιωματικές αναφορές:

«Μικρή, μαγνήτιζα με τη φαντασία μου τα άλλα παιδιά και η βεράντα του σπιτιού μας γινόταν καράβι, ο κήπος μας βυθός, οι γάτες εξωγήινα όντα κι εμείς ομάδα επόμενων εξερευνητών που όμως έβλεπαν μέσα από τα μάτια της δικής μου φαντασίας. Κι ενώ σπάνια ζωγραφίζω από φύση, συχνά έστηνα τους φίλους μου ντύνοντάς τους θεατρικά με στεφάνια από λουλούδια και μαντήλια όπως στους κλασικούς πίνακες και τους φωτογράφιζα. Η αναπαραστατική ζωγραφική των ζωγράφων της εποχής του Βύρωνα, η ερωτική σαγήνη των tableaux vivants, το μυστήριο που χαρίζουν οι γκραβούρες σε κάποιο φυσικό τοπίο και οι νέες δυνατότητες για ψηφιακή ζωγραφική έγιναν το υλικό και η έμπνευση ενός κόσμου που συνέλαβα για να τοποθετήσω σαν αλληγορίες τα ζωντανά όμορφα πλάσματα που μετατρέπω σε βυρωνικούς ήρωες», τονίζει η εικαστικός στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Και ο λόγος που ο βυρωνισμός επιβιώνει; «Τα χρόνια του Βύρωνα οι Έλληνες ήταν επίσης ξεπεσμένοι και κακοποιημένοι από τις ταλαιπωρίες, καχύποπτοι, γεμάτοι έριδες. Σχεδόν όλοι οι ήρωες της επανάστασης δολοφονήθηκαν. Παρότι νίκησαν οι “κακοί”, η αλήθεια ξέθαψε τους αθάνατους μέσα από την αγάπη του κόσμου. Ούτε εμείς καταλαβαίνουμε γιατί αγαπάμε τον Βύρωνα ούτε εκείνος το γιατί μας αγάπησε. Όμως από μόνη της αυτή η αγάπη αποτελεί διάσταση, μια διάσταση ανέπαφη και παντοτινή που την κατανοεί ο δεκτικός και ο μυημένος στην αγάπη», καταλήγει η κα Βενιέρη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.