Το ξακουστό «Αγίασμα» της Παναγίας της Φανερωμένης, ένα από τα σημαντικότερα προσκυνηματικά μνημεία του Μικρασιάτικου Ελληνισμού, στο νότιο τμήμα της πόλης των Κυδωνιών, το γνωστό Αϊβαλί, στην απέναντι από τη Μυτιλήνη ακτή, εγκαινιάζει το Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.
Ο Πατριάρχης θα λειτουργήσει στο θρησκευτικό αυτό μνημείο το οποίο ανακαινίστηκε πρόσφατα από τον τοπικό δήμο με χορηγίες γνωστών πλούσιων Τούρκων που κατάγονται από το Αϊβαλί, ενώ προηγουμένως ανασκάφηκε από πανεπιστημιακή αρχαιολογική σχολή φέρνοντας στο φως άγνωστα στοιχεία για την ιστορία της αμιγώς ρωμαίικης αυτής πόλης, μέχρι την καταστροφή του 1922.
Το «Αγίασμα» της Φανερωμένης βρίσκεται πολύ κοντά στην ιστορική εκκλησία της Παναγίας των Ορφανών (σημερινό Χαϊρεντίν πασά τζαμί) και ήδη εδώ και λίγους μήνες ήταν προσβάσιμο στους επισκέπτες, δίνοντας τη δυνατότητα στους χριστιανούς να ανάψουν ένα κερί και να προσευχηθούν. Για τα «εγκαίνια» του αγιάσματος της Παναγιάς της Φανερωμένης στο Αϊβαλί από τον Οικουμενικό Πατριάρχη αναμένεται να μεταβούν στη Μικρασιατική πόλη πολλοί προσκυνητές ιδιαίτερα απόγονοι Μικρασιατών προσφύγων από τη Λέσβο.
Ας σημειωθεί ότι στο Αϊβαλί και στο πλαίσιο της προσπάθειας ένταξης της πόλης στο δίκτυο μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO κυρίως λόγω του ρωμαίικου τμήματος της πόλης και των μνημείων της, έχει ανακαινιστεί και λειτουργεί ως επισκέψιμος χώρος και αίθουσα συναυλιών κλασικής μουσικής ο ιστορικός ναός του Ταξιάρχη. Ενώ από το δήμο έχει δρομολογηθεί η επισκευή του ναού της Αγίας Τριάδας ο οποίος και έχει καταρρεύσει σε μεγάλο βαθμό. Απέναντι από το ναό βρίσκεται το σπίτι του μεγάλου συγγραφέα Ηλία Βενέζη.
Επίσης σχεδιάζεται η δημιουργία δικτύου διαδρομών μέσα στην πόλη που θα περνά από το σύνολο των μνημείων του μικρασιατικού Ελληνισμού. Τέλος, τρεις ακόμη εκκλησίες, αυτές της Ζωοδόχου Πηγής ή Παναγίας των Ορφανών, του Αγίου Γεωργίου και του Αϊ-Γιάννη της Αγοράς έχουν ανακαινιστεί και εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται ως τζαμιά, κάτι που έγινε από το 1923 για τις θρησκευτικές ανάγκες των νέων κατοίκων της πόλης, μουσουλμάνων της Κρήτης που μετακινήθηκαν στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λωζάννης.
Η ιστορία του μνημείου
Το «Αγίασμα» της Φανερωμένης μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή λειτούργησε αρχικά ως αποθήκη και στη συνέχεια ως ελαιοτριβείο λόγω της ύπαρξης στο εσωτερικό του πηγών με νερό. Στα μέσα της πρώτης δεκαετίας του 2000, πέρασε στην ιδιοκτησία του υπουργείου Πολιτισμού της Τουρκίας και αργότερα, με πρωτοβουλία του τότε δημάρχου της πόλης Χασάν Μπουλέντ Τουρκοζέν, το πήρε ο δήμος προκειμένου να αξιοποιηθεί στο πλαίσιο του σχεδίου ανάπλασης του ιστορικού κέντρου της πόλης.
Έτσι ξεκίνησαν και οι ανασκαφές, που κατέβηκαν κάτω από το δάπεδο του μνημείου και έφεραν στο φως προηγούμενες χρήσεις, και συγκεκριμένα στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, πριν από την ανέγερσή του στη σημερινή μορφή, και σίγουρα μετά το 1852, οπότε αποκαλύφθηκε το εικόνισμα που παρουσιαζόταν στο χώρο.
Κατά τις ανασκαφές, που έφτασαν σε δύο «φλέβες» νερού, βρέθηκε η δεξαμενή του «Αγιάσματος» με ανάγλυφες εικόνες αγγέλων και άλλα χριστιανικά σύμβολα.
Το μνημείο του «Αγιάσματος» στο Αϊβαλί δεν είναι ναός. Πρόκειται για μια όμορφη κατασκευή από τη γνωστή κόκκινη πέτρα της περιοχής, την περίφημη «σαρμουσακόπετρα», με το μπροστινό του τμήμα να στολίζει μια όμορφη κιονοστοιχία που καταλήγει σε ψευδοκορινθιακά κιονόκρανα και αέτωμα. Χτίστηκε το 1890 (όπως αναγράφεται και στο επιστύλιο), διαδεχόμενο προηγούμενο (χτισμένο το 1867) μικρότερο κτίσμα.
Είναι πολύ κοντά στη σημερινή ακτογραμμή (περιοχή Αγγελή Γιαλός κατά τη ρωμαίικη ονοματολογία της περιοχής) και ταυτίζεται με το σημείο συγκέντρωσης του ρωμαίικου στοιχείου κατά την εκκένωση της πόλης στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.
Όπως υποστηρίζεται, η ιδιαίτερη αυτή εικόνα της Παναγίας με τον Χριστό στην αγκαλιά της, ο οποίος παίζει με ένα τόπι, πρέπει να έπεσε από κάποιον από τους αποχωρούντες Έλληνες. Το 1821, το Αϊβαλί εκκενώθηκε λόγω της ενεργούς συμμετοχής του στην Ελληνική Επανάσταση, καθώς και της ιδεολογικής στήριξης στον αγώνα μέσα από την Ακαδημία Κυδωνιών που λειτουργούσε εκεί. Η Ακαδημία Κυδωνιών, ως γνωστόν, αποτέλεσε κέντρο του Ελληνικού Διαφωτισμού.
Μετά την επιστροφή των Κυδωνιατών στο Αϊβαλί το 1832 και το ξαναχτίσιμο της πόλης, το 1852 βρέθηκε -«φανερώθηκε»- το εικόνισμα με θαυματουργικό τρόπο κατά την παράδοση. Το γεγονός αποτέλεσε αφορμή εμψύχωσης των Ρωμιών κατοίκων, που οδήγησε και στην ανάπτυξη της πόλης και το οικονομικό θαύμα που συντελέστηκε ιδιαίτερα στα τέλη του 19ου αιώνα. Δείγματα του οικονομικού αυτού θαύματος είναι ορατά και σήμερα στους επισκέπτες του Αϊβαλιού.
Το 1922, οι Μικρασιάτες πρόσφυγες μετέφεραν τη λατρεία της Φανερωμένης στη Μυτιλήνη, συνεχίζοντας να πραγματοποιούν πανηγύρι όπως και στο Αϊβαλί, στις 28 Ιουνίου, επέτειο της καταστροφής της πόλης τους.
Αντίγραφο της εικόνας υπάρχει στην κατοχή των απογόνων του αείμνηστου Αϊβαλιώτη καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης Γιάννη Φουντούλη. Ο τελευταίος έχει εκδώσει μέσω των εκδόσεων της μητρόπολης Μυτιλήνης και μια μικρή μονογραφία αφιερωμένη στο μνημείο, με τίτλο «Η Παναγία η Φανερωμένη των Κυδωνιών». Σε αξιόπιστες πηγές (μαρτυρίες από πρόσφυγες) αναφερόταν ότι η εικόνα της Φανερωμένης των Κυδωνιών μεταφέρθηκε στη Μυτιλήνη το 1922 για να μετακινηθεί στη συνέχεια, και συγκεκριμένα στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, στην Αττική. Σήμερα είναι άγνωστο το πού βρίσκεται η εικόνα αυτή.