Το έθιμο της κωδωνοφορίας, τους συμβολισμούς, τις ιστορικές του καταβολές αλλά και τους σημερινούς πρωταγωνιστές του κατέγραψε μια ομάδα φωτογράφων του Φωτογραφικού Κέντρου Θεσσαλονίκης που ακολούθησε τους δρόμους του κουδουνιού ταξιδεύοντας σε πάνω από 20 περιοχές της Ελλάδας. Μέρος αυτής της έρευνας και του καλλιτεχνικού έργου εκτίθεται στον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων, στην Αθήνα, μέχρι τις 27 Φεβρουαρίου.
Όπως δηλώνει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο καλλιτεχνικός διευθυντής, Βασίλης Καρκατσέλης «έπειτα από έρευνα και μελέτη διαπιστώσαμε ότι οι κωδωνοφορίες χρονολογούνται πριν από την αρχαιότητα και το Δωδεκάθεο. Νομίζαμε στην αρχή ότι ήταν ελληνοβαλκανικό έθιμο, στη συνέχεια όμως διαπιστώσαμε ότι εμπλέκονται και η Γερμανία, η Ιβηρική χερσόνησος, η Περσία».
Ο κ. Καρκατσέλης επισημαίνει ότι η φωτογραφική καταγραφή αυτής της ιστορίας μετράει τέσσερα χρόνια με διαρκείς επισκέψεις σε πολλά χωριά της Δράμας, της Μυτιλήνης, σε περιοχές στην Λάρισα. «Το ζητούμενο δεν είναι να καταγράψουμε φωτογραφικά ένα έθιμο, αλλά και να παραχθούν εικόνες τέτοιες που μπορούν να μείνουν ως φωτογραφική ιστορία. Προσπαθούμε να ξεπεράσουμε το φολκλόρ και να δώσουμε μια διαχρονική αξία σε αυτές τις φωτογραφίες. Εξάλλου, όλες οι δράσεις του Φεστιβάλ έχουν ως στόχο να συνδέσουν την παράδοση στα δρώμενα της κωδωνοφορίας στην Ελλάδα με τα αντίστοιχα του ευρωπαϊκού χώρου και να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης στους σύγχρονους καλλιτέχνες να προσεγγίσουν μέσα από την τέχνη τους και με τη δική τους δημιουργική ματιά τα έθιμα των κωδωνοφόρων».
Υπογραμμίζει ακόμα ότι «ο θεατής που έρχεται, για να μπορέσει να καταλάβει το έθιμο μέσα από τις φωτογραφίες, τού δείχνουμε διαφορετικές μάσκες, διαφορετικές προβιές διαφορετικές μεταμορφώσεις του ανθρώπου σε ζώο, διαφορετικές εκδοχές που ο άνθρωπος προσπαθεί να καρποφορήσει τη γη την άνοιξη που έρχεται. Κάθε περιοχή έχει διαφορετικό έθιμο. Υπάρχει περιοχή όπου φοράνε μόνο ένα κουδούνι με πλάτος 80 εκατοστών, ενώ σε άλλη περιοχή της Ελλάδας, συγκεκριμένα στη Λέσβο, ο κωδωνοφόρος φορά γύρω στα 120 κουδούνια».
Η έκθεση «Οι δρόμοι του κουδουνιού» παρουσιάζεται στο κτήριο του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων (Ερμού 134) στο πλαίσιο του 4ου Ευρωπαϊκού Φεστιβάλ Κωδωνοφορίας 2017 που διοργανώνεται στη Θεσσαλονίκη από τις 10 εως τις 13 Φεβρουαρίου, με προσκεκλημένους κωδωνοφόρους της Ευρώπης και της Ελλάδας, αλλά και δυο μεγάλες θεματικές εκθέσεις. Η κύρια παρέλαση των κωδωνοφόρων θα γίνει την Κυριακή στις 12 Φεβρουαρίου, από τις 11 το πρωί εως και τις 16 μετά το μεσημέρι.
«Εδώ στην Αθήνα θέλαμε να φέρουμε μέρος του έργου μας διότι η Αθήνα δεν γνωρίζει τίποτε για τα κουδούνια, διότι νομίζει ότι δεν υπάρχουν αυτά τα έθιμα. Είναι μια προσπάθεια να φέρουμε σε επαφή την Ελλάδα με έθιμα που υπήρχαν πριν ακόμη και το Δωδεκάθεο», λέει στο Πρακτορείο ο κ. Καρκατσέλης.
Στην έκθεση συμμετέχουν εννιά φωτογράφοι (Γιώργος Γκιζάρης, Εύη Δαλλίδου, Βασίλης Καρκατσέλης, Άκης Κελπέκης, Ντίνα Μαναβή, Βασίλης Μαντάς, Τριάδα Μαραγκόζη, Σταύρος Ξηρός, Μάιρα Παλτίδου, Δημήτρης Προκοπίου, Άγγελος Σοφιανίδης, Ιορτάνκα Τένοβα και ο Χάρης Φάρος) που «αιχμαλωτίζουν» με το φακό τους στιγμιότυπα από κωδωνοφορίες αλλά και τους πρωταγωνιστές τους εν δράσει.
Ένα έθιμο αιώνων
Η απαρχή του εθίμου της κωδωνοφορίας χάνεται στα βάθη των αιώνων και συναντά τις κοινότητες των ποιμένων και των αγροτών που, σε κάθε γωνιά του ευρωπαϊκού χώρου, είχαν έναν κοινό φόβο: εκείνο της κακής σοδειάς, και μία κοινή ελπίδα: την πλούσια συγκομιδή.
Μέσα από δραματικές παραστάσεις με συλλογικές μεταμφιέσεις με μάσκες, δέρματα ζώων, κουδούνια, επιδίωκαν να εξευμενίσουν τις μυστηριακές δυνάμεις που επηρεάζουν τη γονιμότητα στη φύση και να απομακρύνουν με τρόπο εκκωφαντικό τους κακούς δαίμονες που την εμποδίζουν.
Σημαντικό ρόλο σε αυτήν την ιεροπραξία έχει το κουδούνι. Στον μαγικό του ήχο ο άνθρωπος απέδιδε υπερφυσικές ιδιότητες που πίστευε ότι συνέβαλλαν στην επιβίωση της κοινότητας. Έθιμα της κωδωνοφορίας τελούνται μέχρι σήμερα σε όλη την Ελλάδα και την Ευρώπη. Οι σύγχρονοι τελεστές ευλαβικά κρατούν τα έθιμα προσκυνώντας τον Άγιό τους, χαιρετώντας τους νεκρούς τους, χορεύοντας και πανηγυρίζοντας ακόμη διονυσιακά, προσθέτοντας συχνά στη θεατρολογία των εθίμων τους σύγχρονα στοιχεία.