Ιστορία σε σύντομα επεισόδια μας αφηγείται το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηγουμενίτσας μέσα από την ενότητα «Το Έκθεμα του Μήνα» που φιλοξενείται στον δικτυακό του τόπο. Στόχος της συγκεκριμένης δράσης είναι αφενός μια διαφορετική προσέγγιση των επιλεγμένων ευρημάτων μέσω της ένταξής τους σε θεματικές ενότητες διαφορετικές από εκείνες της Μόνιμης Έκθεσης του μουσείου, αφετέρου η εστίαση σε αντικείμενα ή λεπτομέρειες παραστάσεων που μπορεί να διαφύγουν την προσοχή του επισκέπτη.
Αυτή τη φορά η προσοχή του κοινού στρέφεται σε ένα εύρημα που εκτίθεται στον αύλειο χώρο του μουσείου. Πρόκειται για κάλυμμα μαρμάρινης σαρκοφάγου που μιμείται κλίνη, τα άκρα της οποίας κοσμούνται με ζωόμορφες κεφαλές και φύλλα άκανθας. Πάνω σε αυτήν βρίσκεται ξαπλωμένη νεαρή ανδρική μορφή, από την οποία λείπει το κεφάλι. Ο νεαρός άνδρας, που απεικονίζει τον νεκρό, είναι ντυμένος με χιτώνα και ιμάτιο και ακουμπά σε χαμηλό μαξιλάρι. Με το αριστερό χέρι κρατά ειλητάριο και με το δεξί, πιθανότατα, γιρλάντα με λουλούδια. Όπως μας δηλώνει το αποχαιρετιστήριο επίγραμμα, πρόκειται για τον πρόσχαρο και γλυκό Αντώνιο, ο οποίος πέθανε σε ηλικία είκοσι ενός ετών.
Η σαρκοφάγος χρονολογείται στα μέσα του 2ου αι. μ.Χ. και είναι κατασκευασμένη από λευκό μάρμαρο Διονύσου Αττικής. Η Αθήνα κατά τον 2ο-3ο αι. μ.Χ. αποτελούσε σημαντικό κέντρο παραγωγής πολυτελών σαρκοφάγων, οι οποίες συχνά κοσμούνταν με ανάγλυφες μυθολογικές παραστάσεις. Τα προϊόντα αυτά δεν προορίζονταν μόνο για τοπική χρήση, αλλά είχαν μεγάλη ζήτηση εντός και εκτός ελλαδικού χώρου.
Το εύρημα προέρχεται από τη θέση Ζάβαλι Λαδοχωρίου, στο νότιο μυχό του κόλπου της Ηγουμενίτσας, όπου το 1975 εντοπίστηκε ταφικός θάλαμος και έπαυλη των ρωμαϊκών χρόνων. Στο ταφικό μνημείο βρέθηκαν τμήματα άλλων δύο σαρκοφάγων, μεταξύ των οποίων και η ακέραιη σαρκοφάγος με σκηνές από το ομηρικό έπος που παραμένει στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων.
Βιβλιογραφία: Βοκοτοπούλου Ι., ΑΔ 30 (1975), Β 2 Χρονικά, σ. 211-213.