Προχωρά η ανάδειξη και προβολή του εσωτερικού χώρου του Μύλου Ματσόπουλου μετά την υπογραφή σχετικής σύμβασης στο πλαίσιο του έργου «Αποκατάσταση και Μουσειολογική Ανάδειξη του ιστορικού μηχανολογικού εξοπλισμού Μύλου Ματσόπουλου». Το έργο, κατόπιν σχετικού διαγωνισμού, έχουν αναλάβει η μουσειολόγος Βαλασία Αμοιρίδου, ο Γιώργος Αδαμίδης, επίσης μουσειολόγος, και ο Θωμάς Τσουκαλάς, αρχιτέκτονας, ειδικός σύμβουλος.
Στο πλαίσιο του παραπάνω έργου, όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κα Αμοιρίδου, θα ολοκληρωθεί η μουσειολογική και η μουσειογραφική μελέτη διαμόρφωσης του χώρου των κεντρικών κτιριακών εγκαταστάσεων. Θα αναπτυχθεί το μουσειολογικό σενάριο που θα παρακολουθεί ο επισκέπτης του ιστορικού κτιρίου και θα σχεδιαστούν οι διαμορφώσεις που θα συνοδεύουν την αφήγηση της ιστορίας του Μύλου. Ιδιαίτερη έμφαση, διευκρινίζει, δίνεται στην ανάδειξη του μηχανολογικού εξοπλισμού με τρόπο εύληπτο και εκπαιδευτικό, επισημαίνοντας τη ροή και την εξέλιξη της παραγωγικής διαδικασίας.
Ο εξοπλισμός σήμερα βρίσκεται στο στάδιο συντήρησης και αποκατάστασης. Ταυτόχρονα, αξιοποιούνται τα δεδομένα από μαρτυρίες και λοιπές ιστορικές πηγές, ώστε να αποδοθεί η ιστορία του Μύλου, δίνοντας ιδιαίτερη σημασία στον ανθρώπινο παράγοντα – ξεκινώντας από τον ιδρυτή, τους μετέπειτα ιδιοκτήτες, τους εργάτες αλλά και ολόκληρη την τοπική κοινωνία την οποία επηρέασε άμεσα η λειτουργία του Μύλου.
Κατά την οριστικοποίηση της μουσειολογικής ανάπτυξης της έκθεσης, πέρα από την ανάδειξη των ίδιων των μηχανημάτων και του κτιρίου, προβλέπεται η χρήση ποικίλων μέσων παρουσίασης, όπως οπτικοακουστικό υλικό, διαγράμματα, χάρτες, μακέτες, animation και λοιπές πολυμεσικές εφαρμογές, που θα πληροφορούν τον επισκέπτη, θα διατηρούν το ενδιαφέρον του και θα διαμορφώνουν μια περιήγηση με ποικίλα ερεθίσματα στον εκθεσιακό χώρο του ιστορικού κτιρίου του Μύλου.
Ο Μύλος Ματσόπουλου αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά νεότερα πολιτιστικά μνημεία της πόλης των Τρικάλων. Ένα βιομηχανικό κτίριο πρωτοπόρο για την εποχή του (1884), σε βαλκανικό επίπεδο, πόλος γενικότερης ανάπτυξης της πόλης στα δύσκολα χρόνια μετά την απελευθέρωση (1881).
Μέχρι τη διακοπή της λειτουργίας του, τη δεκαετία του 1980, διατήρησε σχεδόν απαράλλαχτη τη δομή της λειτουργίας του, αποτελώντας έτσι, σήμερα, μια ακτινογραφία της παραγωγικής διαδικασίας των αλευρόμυλων από τα τέλη του 19ου αιώνα. Ο μηχανολογικός εξοπλισμός βρίσκεται σχεδόν ακέραιος στη θέση του, in situ, με όλες τις αντιπροσωπευτικές μηχανές της γραμμής παραγωγής αλευροποίησης του σίτου.
Παράλληλα, το κτιριακό συγκρότημα του Μύλου έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο γιατί «αποτελεί αξιόλογο δείγμα βιομηχανικής αρχιτεκτονικής, όπως αυτή διαμορφώθηκε τον περασμένο αιώνα στον ελλαδικό χώρο, απαραίτητο για τη μελέτη της ιστορίας της Αρχιτεκτονικής».
Επομένως –τονίζει η μουσειολόγος– για τους παραπάνω λόγους, προέκυψε η ανάγκη συντήρησης και αποκατάστασης του μηχανολογικού εξοπλισμού και η μουσειακή ανάδειξή του σύμφωνα με τις σύγχρονες μουσειολογικές αντιλήψεις. «Η σύγχρονη μουσειολογία κάνει λόγο για μουσεία ανοιχτά στο κοινό, προσβάσιμα από όλους, για μουσειακούς χώρους με εκπαιδευτικό χαρακτήρα που δεν εκθέτουν απλώς τα αντικείμενα, αλλά επιχειρούν να τα αναδείξουν μέσα από την ένταξή τους στα κοινωνικά συμφραζόμενα, την ανίχνευση της σημασίας τους, τις σχέσεις τους με την εποχή και τους συγχρόνους τους, τις ιστορίες που έχουν να μας αφηγηθούν, τη θέση τους στη σύγχρονη κοινωνία» διευκρινίζει.
Έχοντας αυτό κατά νου, εξηγεί η κα Αμοιρίδου, η μουσειολογική ομάδα του έργου «Αποκατάσταση και Μουσειολογική Ανάδειξη του Ιστορικού Μηχανολογικού Εξοπλισμού Μύλου Ματσόπουλου» θα λάβει υπόψη διαφορετικές και σύνθετες παραμέτρους στο σχεδιασμό της μουσειακής έκθεσης: τόσο την ανάδειξη και τη μουσειολογική παρουσίαση του σημαντικότατου, λόγω της ιστορικής του αξίας, μηχανολογικού εξοπλισμού όσο και την αφήγηση των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών, της τεχνολογίας που προϋπήρξε, καθώς επίσης και των προσωπικών ιστοριών των ανθρώπων που σχετίζονταν με τον Μύλο (εργάτες, υπάλληλοι, διευθυντές, ιδιοκτήτες).
Με άλλα λόγια, η έκθεση θα «μιλήσει» για ένα σύνθετο πλέγμα σχέσεων, θέτοντας σε λειτουργία, όχι μόνο μία σειρά μηχανών, αλλά και μια ολόκληρη κοινωνία που τις εφηύρε, τις εκμεταλλεύτηκε, τις νοηματοδότησε και τελικά ανέδειξε σε ένα σύνθετο και συνεχώς μεταβαλλόμενο κόσμο, καταλήγει η μουσειολόγος.