Τα εξήντα ένα μαρμάρινα γλυπτά που κοσμούν τις αίθουσες, τις βεράντες και τους κήπους του ανακτόρου του Αχιλλείου στην Κέρκυρα χαρακτηρίστηκαν μνημεία από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων.
Στα γλυπτά συγκαταλέγονται προτομές, ανάγλυφα και ολόσωμα γλυπτά, τα οποία δημιούργησαν ανώνυμοι και επώνυμοι γλύπτες του 19ου αιώνα. Στην πλειονότητά τους τα γλυπτά αποτελούν αντίγραφα έργων που φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Νάπολης και σε μουσεία της Ρώμης. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι τα περισσότερα από τα γλυπτά είναι τοποθετημένα στις ίδιες θέσεις που τα είχε τοποθετήσει η εμπνεύστρια του Αχιλλείου, αυτοκράτειρα Ελισάβετ.
Το γνωστότερο όλων των γλυπτών του Αχιλλείου είναι το εμβληματικό «Αχιλλεύς θνήσκων», που φιλοτέχνησε το 1884 ο Ερνστ Γκούσταβ Χέρτερ. Το γλυπτό, που παρουσιάζει τον Αχιλλέα που πεθαίνει προσπαθώντας να βγάλει το ακόντιο από τη φτέρνα του, αποτελεί προσωπική παραγγελία της αυτοκράτειρας Ελισάβετ στο γλύπτη και τοποθετήθηκε αρχικά στο αυτοκρατορικό θερινό ανάκτορο στη Βιέννη. Σημαντικό σύνολο αποτελούν και τα γλυπτά στον κήπο των Μουσών που αποτυπώνουν τις εννέα Μούσες, τ0ν Απόλλωνα, τις τρεις Χάριτες και τη «Χριστιανική Φιλοσοφία».
Το Αχίλλειο χτίστηκε από την αυτοκράτειρα της Αυστρίας, Ελισάβετ (γνωστή και ως Σίσσυ). Οι εργασίες ξεκίνησαν το 1889 και ολοκληρώθηκαν το 1891. Στα κινητά έργα του Αχιλλείου συγκαταλέγονται πίνακες, χαρακτικά, φωτογραφίες, έντυπα, έπιπλα, ρολόγια, πορσελάνινα αγγεία, ωστόσο τα γλυπτά θεωρούνται τα σπουδαιότερα αντικείμενα του ανακτόρου.
Το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων γνωμοδότησε κατά την πρόσφατη συνεδρίασή του ομόφωνα υπέρ του χαρακτηρισμού των γλυπτών ως μνημείων γιατί αποτελούν ενιαίο σύνολο με καλλιτεχνική, ιστορική και αισθητική αξία, αναπόσπαστο κομμάτι του ανακτόρου και της ιστορίας του.