Θεωρείται ο πρώτος ευρωπαϊκός πολιτισμός και άνθησε σε αυτή τη «γωνιά» της Μεσογείου καταμεσής στο πέλαγος, πλην όχι σε απομόνωση, το αντίθετο σε θέση τέτοια ώστε να ελέγχει τον κόσμο γύρω του. Όπως και έπραξε για αιώνες η μινωική Κρήτη, που με βασικό κέντρο της την Κνωσό δημιούργησε έναν φωτεινό πολιτισμό με μεγάλη δυναμική και ορμή για ζωή και δημιουργία. Η ανασκαφή της Κνωσού στις αρχές του 20ού αιώνα από τον Άρθουρ Έβανς ήταν η αρχή για να ανασυρθεί από τη λήθη αυτός ο πολιτισμός και έκτοτε μελετάται αδιάκοπα καθώς νέα στοιχεία προκύπτουν διαρκώς. Το πολύτιμο λεύκωμα (εκδόσεις Μίλητος), το οποίο υπογράφουν οι αρχαιολόγοι, Γιάννης Σακελλαράκης και Έφη Σαπουνά- Σακελλαράκη, είναι το πρώτο αφιερωμένο αποκλειστικά στο λίκνο του μινωικού πολιτισμού, την Κνωσό, με τους συγγραφείς να μοιράζονται με τον αναγνώστη την εμπειρία και τη γνώση τους από την πολύχρονη θητεία τους στα μινωικά κέντρα και ιερά (Αρχάνες, Ανεμόσπηλια, Ιδαίον Αντρο, Ζώμινθος κ.ά.). Και θα έλεγε κανείς ότι το βιβλίο αυτό μοιάζει με ξεναγό που παίρνει τον αναγνώστη-επισκέπτη από το χέρι για να τον μυήσει στην αιώνια νεότητα του μινωικού πολιτισμού.
Ανάκτορο: Μία μεγάλη κεντρική αυλή γύρω από την οποία αναπτύσσεται το κτιριακό συγκρότημα θεωρείται το χαρακτηριστικό των μινωικών ανακτόρων. Άλλη ιδιαιτερότητά του είναι τα πολύθυρα, η διάσπαση δηλαδή των τοίχων με ανοίγματα, μια μινωική επινόηση που έφερνε φως στο σκοτάδι και προστάτευε από τον αέρα. Ο προσανατολισμός του ανακτόρου της Κνωσού είναι ακριβώς προς τον Βορρά, ένας προσδιορισμός που προϋποθέτει πέραν των άλλων -χρήση του δεκαδικού μετρητικού συστήματος, μέτρων βάρους και όγκου στερεών και υγρών- και προηγμένες αστρονομικές και μαθηματικές γνώσεις.
Βασιλιάς: Ασκούσε όχι μόνο διοικητική εξουσία αλλά και θρησκευτική, και η αίθουσα του θρόνου του αποτελεί το διασημότερο σημείο της Κνωσού. Πόσο μάλλον που ο ίδιος ο θρόνος σώθηκε ακέραιος στη θέση του. Πιθανώς ήταν πολύχρωμος, αλλά η μοναδικότητά του έγκειται και στο γεγονός ότι διαθέτει ψηλό ερεισίνωτο με κυματοειδή κορύφωση, στοιχεία που του προσδίδουν μεγαλοπρέπεια. Προς αυτόν εξάλλου προσβλέπουν τοιχογραφημένοι γρύπες, μυθικές μορφές που συνδυάζουν τη δύναμη του λιονταριού και την ενεργητικότητα του αετού, αποδίδοντας ταυτόχρονα τη βασιλική και τη θεία ισχύ.
Γραφή: Ήδη από την 3η χιλιετία π.Χ. εμφανίστηκε στην Κρήτη ένα πρώιμο είδος γραφής με ιερογλυφικά στοιχεία για τις ανάγκες του ιερατείου. Εξέλιξή της αποτελεί η Γραμμική Α Γραφή αλλά η αποκρυπτογράφησή της, παρά τις 3.000 πινακίδες ή πήλινα δισκία που έχουν βρεθεί στην Κνωσό, παραμένει αδύνατη. Η Γραμμική Β Γραφή αντίθετα, η οποία εμφανίστηκε στην Κρήτη με την κάθοδο και την κυριαρχία των Μυκηναίων, απέδειξε με την αποκρυπτογράφησή της (το 1952 από τους Μάικλ Βέντρις και Τζον Τσάντγουικ), ότι ήταν μια πρώιμη, προομηρική μορφή της ελληνικής γλώσσας. Είναι βέβαιο, λοιπόν, ότι τον 15ο αιώνα π.Χ. στην Κνωσό μιλούσαν ελληνικά.
Δαίδαλος: Εδώ ο μύθος έχει τον πρώτο λόγο για τον αρχιτέκτονα του Λαβυρίνθου και θαυμαστό τεχνίτη στον οποίο οι αρχαίοι απέδιδαν διάφορα επιτεύγματα.
Έβανς (1851-1941): Έφτασε στην Κρήτη τον Μάρτιο του 1894 και οδηγήθηκε στην Κνωσό από τον πρώτο, ο οποίος την ανακάλυψε αλλά δεν κατόρθωσε να την ανασκάψει, τον Μίνωα Καλοκαιρινό. Άρχισε την ανασκαφή του ανακτόρου το 1900 και ως το 1902 την είχε ολοκληρώσει. Αγόρασε ιδίοις χρήμασι τον χώρο του μινωικού ανακτόρου και μεγάλο κομμάτι γης γύρω του- ο μόνος φυσικός χώρος που διασώθηκε ως σήμερα αλώβητος από τη σύγχρονη λαίλαπα. Η Κνωσός και η Κρήτη του χρωστούν πολλά, αλλά και εκείνος μετέφερε στη Βρετανία τη μεγάλη συλλογή του με κρητικές αρχαιότητες, κυρίως μινωικούς σφραγιδόλιθους.
Ζατρίκιο: Χρονολογείται περίπου από το 1600 π.Χ. και για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκαν ελεφαντόδοντο, ορεία κρύσταλλος, γαλάζια υαλόμαζα, φύλλα χρυσού και αργύρου. Μαζί βρέθηκαν και τέσσερα ελεφάντινα πιόνια. Πρόκειται για σπάνιο βασιλικό παιχνίδι, αντίστοιχο του οποίου είναι αυτό του βασιλικού νεκροταφείου της Ουρ στη Μεσοποταμία.
Ηφαίστειο: Η έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας είχε βιβλικές συνέπειες για τη μινωική Κρήτη. Η καταστροφή του μινωικού στόλου από τα παλιρροϊκά κύματα έφερε τη λήξη της μινωικής κυριαρχίας στο Αιγαίο, ενώ η ηφαιστειακή σποδός «έθαψε» την Κνωσό. Η έκρηξη τοποθετείται γύρω στο 1500 π.Χ. σύμφωνα με τα γραπτά κείμενα, αστρονομικές και αρχαιολογικές παρατηρήσεις, αν και τελευταία οι φυσικές επιστήμες ανεβάζουν αυτή τη χρονολογία ως και το πρώτο μισό του 17ου αιώνα π.Χ.
Θαλασσοκρατία: Ακόμη και αιγυπτιακά βασιλικά αντικείμενα έχουν έρθει στο φως στα νεκροταφεία της Κνωσού αποδεικνύοντας τις εισαγωγές από όλη τη Μεσόγειο. Από την άλλη είναι βέβαιο ότι μινωικές αποικίες και εμπορεία ιδρύθηκαν σε πολλά νησιά του Αιγαίου- Κύθηρα, Κέα, Μήλο, Θήρα, Ρόδο, Νάξο ακόμη και Σαμοθράκη- ενώ οι Μινωίτες άφησαν τα ίχνη τους και στη μικρασιατική ακτή, τη Μίλητο και τις Ερυθρές. Μινωίτες ναυτικοί είχαν στα χέρια τους και το εμπόριο της παλαιστινιακής ακτής με την Αίγυπτο, ονομαζόμενοι από τους Αιγυπτίους «Κεφτιού».
Ιερά: Ο κυρίαρχος θρησκευτικός -παράλληλα με τον διοικητικό – ρόλος του ανακτόρου της Κνωσού αποδεικνύεται από το τριμερές ιερό του, τις ιερές κρύπτες και τα θησαυροφυλάκια του ιερού. Εδώ ήρθαν στο φως πινακίδες της Γραμμικής Β Γραφής και σφραγίσματα, τα περίφημα ειδώλια της «θεάς των όφεων», ομοιώματα αναθηματικών φορεμάτων και πλακίδια με απεικόνιση ζώων, όλα από φαγεντιανή, πινακίδες και δισκία της Γραμμικής Α Γραφής, και πλήθος αγγείων.
Καταγωγή: Από την Καρία ήλθαν οι Μινωίτες στην Κρήτη, σύμφωνα με τις επικρατέστερες θεωρίες. Το γεγονός ότι η Καρία σχετίζεται μυθολογικά με την Κρήτη και το ότι υπάρχουν και γλωσσικά στοιχεία που συνδέουν την περιοχή αυτή γενικότερα με το Αιγαίο, είναι τα επιχειρήματα της θεωρίας. Σημειώνεται επίσης ότι η λέξη Κνωσός, η οποία δεν ερμηνεύεται στα ελληνικά, έχει καρική προέλευση. «Κνως» είναι κύριο όνομα στα καρικά και αν αληθεύουν τα ανωτέρω, Κνωσός σημαίνει «η πόλη του Κνω».
Λαβύρινθος: Δεδομένου ότι η λέξη «λάβρυς» σημαίνει κατά τον λεξικογράφο της αρχαιότητας Ησύχιο διπλός πέλεκυς, έχει υποτεθεί ότι λαβύρινθος σημαίνει «το σπίτι του διπλού πέλεκυ». Το ίδιο το ανάκτορο λοιπόν ήταν ο λαβύρινθος, όσο για τον μύθο του Δαιδάλου φαίνεται ότι δημιουργήθηκε στην Κνωσό.
Μίνως: Μινωικό ανθρωπωνύμιο ή τίτλος, όπως ο Φαραώ στην Αίγυπτο; Η απάντηση στο ερώτημα αναζητείται και έτσι οι μύθοι σχετικά με τον Μίνωα έχουν τον πρώτο λόγο.
Νεκροταφεία: Διάφορα νεκροταφεία ανασκάφθηκαν γύρω από την Κνωσό δίνοντας στοιχεία για τους τύπους των τάφων αλλά και για τα ταφικά έθιμα. Μοναδικός είναι ο τάφος σε σχήμα διπλού πελέκεως ενώ πολύτιμα ευρήματα προήλθαν από τις ταφές, όπως χρυσά σφραγιστικά δαχτυλίδια με σκηνές λατρείας, χρυσά κοσμήματα, σκαραβαίοι κ.ά.
Ξένοι επισκέπτες: Στενές από την 3η χιλιετία π.Χ. ήταν οι σχέσεις της Κνωσού με την Αίγυπτο. Θεωρείται μάλιστα πιθανόν ότι ο Αμενχοτέπ Γ΄ (1390-1353 π.Χ.) και η βασίλισσα Τίι μπορεί να είχαν επισκεφθεί την Κνωσό. Παρόμοια επίσκεψη καταδεικνύει ένα ενεπίγραφο λίθινο αγαλμάτιο που φαίνεται να αφιέρωσε σε ιερό της Κνωσού ο αξιωματούχος Ουζέρ του Μέσου Βασιλείου (22ος-17ος αιώνας π.Χ.).
Όπλα: Χάλκινα κράνη ή με οστέινη επένδυση, χρυσεπένδυτα χάλκινα ξίφη με χρυσή λαβή, αλλά και απλές λόγχες έχουν έρθει στο φως κατά τις ανασκαφές των νεκροταφείων της Κνωσού.
Πλαστική: Η κεραμική, η λιθοτεχνία, η μεταλλοτεχνία έδωσαν σπουδαία έργα τέχνης στη μινωική Κνωσό, μερικά από τα οποία είναι διάσημα ανά τον κόσμο. Είναι το λίθινο ρυτόν σε σχήμα ταυροκεφαλής με χρυσά κέρατα, ένα ακόμη ρυτό από αλάβαστρο σε σχήμα κεφαλής λέαινας, οι λίθινες κομμώσεις, οι θεές των όφεων από φαγεντιανή, ένας ελεφάντινος ταυροκαθάπτης με τις χρυσές κλωστές στο κεφάλι του να υποδηλώνουν κόμη, τα πήλινα ειδώλια και αγγεία, τα αργυρά και χάλκινα σκεύη.
Ρυτά: Διάσημα λίθινα αγγεία σπονδών με μορφή ζώων. Γέμιζαν με υγρό από μία τρύπα στον τράχηλο ενώ κατά την τελετουργία έχυναν το υγρό από τρύπα στο ρύγχος. Εξαιρετικό θεωρείται αυτό που απομιμείται κεγακεφαλή ταύρου από οφείτη, με μάτια από ορεία κρύσταλλο και ίασπη, ρύγχος από μάργαρο και κέρατα- που δεν σώθηκαν – από επιχρυσωμένο ξύλο.
Σύμβολα: Ο διπλούς πέλεκυς υπήρξε το εμβληματικό σύμβολο της μινωικής Κρήτης χαραγμένο πολλές φορές σε τοίχους και πεσσούς του ανακτόρου της Κνωσού και συχνά τοποθετημένο ανάμεσα στα κέρατα του ταύρου. Ενα μικρό δωμάτιο του ανακτόρου έχει ονομασθεί «ιερό των διπλών πελέκεων» λόγω των πολλών πελέκεων που έχουν βρεθεί σε αυτό, μαζί με ζεύγη κεράτων καθιέρωσης, άλλο ιερό σύμβολο των Μινωιτών που έστεφε τις προσόψεις ιερών αλλά και των ανακτόρων.
Τοιχογραφίες: Οι τοίχοι του ανακτόρου της Κνωσού, όπου η διακόσμηση είναι αναπόσπαστο κομμάτι της εκλεπτυσμένης αρχιτεκτονικής και γενικότερα της αισθητικής του χώρου, άρχισαν να καλύπτονται με διακοσμητικά θέματα από το 1700 π.Χ. Από τις παλαιότερες τοιχογραφίες είναι ο λεγόμενος κροκοσυλλέκτης πίθηκος, ενώ γνωστότερες είναι του «πρίγκιπα με τα κρίνα», οι «γαλάζιες κυρίες», η διάσημη «Παριζιάνα» αλλά και η τοιχογραφία των ταυροκαθαψίων.
Υλικά: Ελεφαντόδοντο, φαγεντιανή, γυαλί είναι υλικά που δούλευαν κατ΄ εξοχήν οι μινωίτες τεχνίτες για κοσμήματα κυρίως, αλλά και για διάφορα άλλα κομψοτεχνήματα. Ανάμεσά τους τα 42 πλακίδια από φαγεντιανή, τα οποία θα κοσμούσαν τοίχο ή έπιπλο, και αποδίδουν προσόψεις σπιτιών με δύο ή τρεις ορόφους! Αλλα πολύτιμα υλικά τους ήταν ο αμέθυστος, ο σάρδιος, ο κύανος (λάπις λάζουλι), ο ίασπις, ο αιματίτης και η ορεία κρύσταλλος.
Φύση: Κατάφυτος ήταν ο περιβάλλων χώρος της Κνωσού και όπως μαρτυρούν οι τοιχογραφίες του ανακτόρου υπήρχαν κήποι με κάθε λογής φυτά, μυρτιές, αγριοτριανταφυλλιές αλλά και φοίνικες, ενώ έχει υποτεθεί ότι φύονταν και πάπυροι. Στις τοιχογραφίες απεικονίζονται επίσης διάφορα είδη πουλιών, όπως τσαλαπετεινοί και πέρδικες, πολυάριθμα ήταν τα ελάφια και οι αίγαγροι, ενώ οι βασιλικοί κήποι θα φιλοξενούσαν και εξωτικά ζώα όπως πιθήκους.
Χρόνος: Κύρια περίοδος ακμής της μινωικής Κνωσού είναι η Εποχή του Χαλκού (2700-1150 π.Χ.). Τα πρώτα ανάκτορα χτίστηκαν περί το 2100 π.Χ. για να καταστραφούν από σεισμό το 1700 π.Χ. Ακολούθησε η περίοδος νέων ανακτόρων που καταστράφηκαν με τη σειρά τους το 1500 π.Χ. και στη συνέχεια, περί το 1450 π.Χ., έφθασαν στην Κνωσό οι Αχαιοί, επικρατώντας έκτοτε σε όλη την Κρήτη.
Ψήγματα: Μπορεί τα ευρήματα της Κνωσού και των άλλων μινωικών κέντρων να «μιλούν» με διάφορους τρόπους για τη ζωή και την ιστορία των ανθρώπων της εποχής, όμως εν τέλει δεν είναι παρά ψήγματα της αλήθειας μέσα στον χρόνο.
Ωραίος: Που σημαίνει στην ώρα του. Και ο μινωικός πολιτισμός άνθησε πράγματι την κατάλληλη εποχή για να θέσει σε κίνηση τον χρόνο του πολιτισμού για τη Δύση.
Πηγή: Το Βήμα, Μ. Θερμού, 25/1/09