Νοιάζονταν για τη σωτηρία της ψυχής τους και φοβούνταν τις ασθένειες. Αναφερόμαστε στους ανθρώπους που ζούσαν στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Και αυτό είναι ένα μόνο από τα συμπεράσματα που μπορεί να εξαγάγει κανείς διαβάζοντας για την έρευνα της Kathryn Rudy, λέκτορα στο Τμήμα Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο του St. Andrews.
H Rudy εστίασε την έρευνά της σε προσευχητάρια του 15ου και των αρχών του 16ου αιώνα, προσπαθώντας να ρίξει φως στις αναγνωστικές συνήθειες των ανθρώπων εκείνης της εποχής. Σύντομα συνειδητοποίησε ότι το σκούρο χρώμα που είχαν κάποιες σελίδες οφειλόταν στην ένταση και τη συχνότητα με την οποία είχαν φυλλομετρηθεί. Οι πιο «βρόμικες» σελίδες ήταν πιθανότατα και οι πιο διαβασμένες, ενώ οι σχετικά καθαρές σελίδες μάλλον δεν είχαν προσελκύσει το ενδιαφέρον των αναγνωστών.
Με τη βοήθεια ενός ειδικού πυκνόμετρου, η Rudy κατάφερε να ερμηνεύσει πώς ένας αναγνώστης αντιμετώπιζε ένα βιβλίο, ποια τμήματά του ήταν τα περισσότερο και ποια τα λιγότερο δημοφιλή.
«Αν και είναι συχνά δύσκολο να μελετήσει κανείς τις συνήθειες ή την εκάστοτε συναισθηματική κατάσταση των ανθρώπων, αυτή η νέα τεχνική μπορεί να μας επιτρέψει να μπούμε στο μυαλό των ανθρώπων του παρελθόντος», πιστεύει η Rudy.
Για παράδειγμα, οι μετρήσεις του πυκνόμετρου σε ένα χειρόγραφο αφιερωμένο στoν Άγιο Σεβαστιανό, στον οποίο συχνά προσεύχονταν οι πιστοί ζητώντας προστασία από την πανούκλα, έδειξαν ότι ο αναγνώστης ήταν τρομοκρατημένος από την εν λόγω ασθένεια και επαναλάμβανε την προσευχή, ίσως στην προσπάθειά του να την αποκρούσει.
Παρομοίως, οι σελίδες που περιείχαν προσευχές για την προσωπική σωτηρία είχαν περισσότερους ρύπους και ήταν περισσότερο χρησιμοποιημένες από εκείνες που είχαν προσευχές για τη λύτρωση των άλλων ανθρώπων.
«Η θρησκεία ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τη σωματική υγεία, τη διαχείριση του χρόνου και των διαπροσωπικών σχέσεων στον Μεσαίωνα. Στον αιώνα πριν από την εμφάνιση της τυπογραφίας, οι άνθρωποι παρήγγελναν δεκάδες χιλιάδες προσευχητάρια – με υπέροχη πολλές φορές εικονογράφηση- παρότι μπορεί να κόστιζαν σχεδόν όσο ένα σπίτι», είπε η Rudy.
Ωστόσο και τα προσευχητάρια, όσο προσφιλή και αν ήταν στους ανθρώπους, φαίνεται πως είχαν κάποιες «παρενέργειες». Από τις αναλύσεις της Rudy προέκυψε ότι σε μια συγκεκριμένη προσευχή, που εκφωνούνταν τις πρώτες πρωινές ώρες, ήταν λερωμένες μόνο οι πρώτες σελίδες, γεγονός που υποδηλώνει ότι, πιθανότατα, οι πιστοί άνοιγαν επανειλημμένα το βιβλίο και άρχιζαν να προσεύχονται, αλλά δεν ολοκλήρωναν ποτέ την προσευχή. «Οι περισσότεροι αναγνώστες φαίνεται πως αποκοιμιούνταν στο ίδιο σημείο», δήλωσε η Ρούντι.