Ανάλυση αρχαίου μιτιχονδριακού DNA έχει πραγματοποιηθεί εκτεταμένα στον προσδιορισμό μοντέλων μετανάστευσης και πληθυσμού των Αμερικανών ιθαγενών πολιτισμών πριν ο Κολόμβος φτάσει στην Αμερική. Μια νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στο διαδικτυακό περιοδικό BMC Genetics όμως χρησιμοποίησε πιο λεπτομερειακές αναλύσεις DNA ατόμων από την περιοχή Αρεκίπα, έτσι ώστε να προσδιορίσει καλύτερα τις  οικογενειακές σχέσεις καθώς και τα έθιμα ταφής στο αρχαίο Περού.

Η κοινωνική μονάδα των ιθαγενών Νοτιοαμερικανών (γνωστή ως aylla) θεωρείται ότι βασίζεται σε σχέσεις συγγένειας. Η δημιουργία κοινοτήτων με βάση την aylla  συνδέεται επίσης με ταφικά μνημεία που ονομάζονται chullpas και θεωρούνται σημαντικά όχι μόνο για τη θρησκευτική τους σημασία αλλά και γιατί εκεί στεγαζόταν η λατρεία των πρoγόνων της κάθε aylla. Μάλιστα, η προγονολατρεία και ειδικά η πίστη σε έναν κοινό πρόγονο, κεντρική στις ayllu, επιβιώνει ακόμα και σήμερα στις παραδόσεις της κοινότητας Q’ero.

Έτσι, επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας, σε συνεργασία με το Καθολικό Πανεπιστήμιο της Σάντα Μαρία προχώρησαν σε ανάλυση DNA για να ανασυνθέσουν οικογενειακά δέντρα ατόμων θαμμένων σε έξι chullpas κοντά στο ηφαίστειο Coropuna στο νότιο Περού. Παρά τη σύληση που είχε υποστεί ο χώρος στο παρελθόν, η φύση της θέσης, στα 4.000 μ. υψόμετρο, επέτρεψε την καταπληκτική διατήρηση ανθρωπίνων καταλοίπων καθώς και DNA σε οστά αλλά και δόντια.

Η ανάλυση του μιτοχονδριακού DNA  έδειξε ότι η προέλευση των ανθρώπων στις ομάδες τοποθετείται στις Άνδεις. Το σημαντικό επίσης είναι ότι μέσω του DNA φαίνεται ότι υπήρξε γενετική συνέχεια για 500 χρόνια, με σημερινούς κατοίκους των Άνδεων, χωρίς καμία μεγάλη συνέπεια από τον ευρωπαϊκό αποικισμό.

Η κοινωνική δομή κάθε aylla ταυτίστηκε χρησιμοποιώντας ανάλυση Υ (αρσενικών) χρωμοσωμάτων και αυτοσωματικών μικροδορυφορικών δεικτών, συνδυαστικά με το μιτοχονδριακό DNA. Οι οικογενειακοί δεσμοί ήταν ισχυρότεροι μεταξύ των νεκρών κάθε cullpa καθώς εκείνοι που ήταν θαμμένοι στο ίδιο chullpa είχαν μεταξύ τους περισσότερες γενετικές ομοιότητες ενώ οι άρρενες νεκροί μοιράζονταν το ίδιο Υ χρωμοσωμικό προφίλ. Σε δύο chullpas βρέθηκαν μερικές γενιές συγγενών αρρένων, κάτι που συνάδει με την άποψη ότι οι αρχαίοι κάτοικοι των Άνδεων αντάλλασσαν γυναίκες μεταξύ οικογενειών, ενώ οι άνδρες έμεναν στην πατρογονική γη.

Δεν έλειπαν όμως και οι εκπλήξεις. Σε ένα chullpa βρέθηκαν τρεις διαφορετικές γενετικές σειρές με βάση το χρωμόσωμα Υ. Σε σχέση όμως με τις λεπτομέρειες που έδωσε το μιτοχονδριακό DNA αυτών των ανδρών, δύο από αυτούς είχαν την ίδια μητέρα ενώ ο τρίτος σχετιζόταν με κάποια γυναίκα της φυλής – ίσως ετεροθαλής αδερφός. Το παραπάνω περιστατικό έδειξε τη λεπτομέρεια με την οποία μπορούν να προσδιοριστούν οι συγγένειες μέσω της μεθόδου ανάλυσης γενετικού υλικού που χρησιμοποιήθηκε εδώ.

Ο επιστήμονας Mateusz Baca εξηγεί: «Τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι αυτή η κοινότητα των βοσκών λάμα και αλπάκα ήταν γενετικά μια εκτεταμένη πατριαρχική κοινωνία. Η χρήση chullpas ως οικογενειακών τάφων συνάδει με την ιδέα ότι οι κοινότητες ayllu ήταν βασισμένες στους ισχυρούς οικογενειακούς δεσμούς. Παρά τα παραπάνω, το chullpa με τις μικτές γενιές δείχνει ότι η κοινωνική δομή μπορούσε να είναι ελαστική και οι αυστηροί κανόνες που κατεύθυναν το γάμο και την οικογένεια μπορούσαν, εκούσια ή ακούσια, να χαλαρώσουν».