Χρονιά μουσείων μπορεί να χαρακτηριστεί το έτος 2009, καθώς ολοκληρώνονται όλα τα έργα που είχαν ενταχθεί στο Γ΄ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης. Ούτε ένα ούτε δύο, αλλά είκοσι δύο αρχαιολογικά μουσεία και συλλογές αναμένεται να εγκαινιαστούν και επίσημα μέσα στο χρόνο.
Ανάμεσά τους είναι και το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης, αλλά και η έκθεση νέων μόνιμων συλλογών στον όροφο του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, όσο και η επανέκθεση των μεταβυζαντινών συλλογών του Βυζαντινού Μουσείου. Ανάμεσα στα 22 είναι τα Αρχαιολογικά Μουσεία Λαυρίου, Βραυρώνας, Καρδίτσας, Μεσσηνίας, Φιλίππων, Καβάλας, Καλύμνου, Νισύρου, Ισθμίας, Ναυπλίου, Άρτας, Νικόπολης, Πυθαγορείου, Χαιρώνειας, Βέροιας, Θάσου.
Σε κοινή διαδρομή βαδίζουν τα Αρχαιολογικά Μουσεία Ηρακλείου και Πάτρας, που παραμένουν κλειστά. Στην Κρήτη, το μεγαλύτερο Μουσείο στον κόσμο για το μινωικό πολιτισμό εκθέτει επιλεκτικά ορισμένους θησαυρούς του αναμένοντας την ώρα που θα ανοίξει και πάλι τις πύλες του στο κοινό. Την ίδια στιγμή, στην πρωτεύουσα της Αχαΐας φαίνεται ότι το νερό έχει μπει στο αυλάκι και μέσα στο 2009 αναμένονται τα εγκαίνια του καινούργιου Μουσείου.
Πέρασαν σχεδόν επτά χρόνια από τότε που άρχισε το έργο εκσυγχρονισμού και επέκτασης του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου. Το παλιό κτίριο του Μουσείου, που κατασκευάστηκε μεταξύ των ετών 1937 και 1940, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Πάτροκλου Καραντινού, παρουσίαζε στατικά προβλήματα. Ο αρχιτέκτονας Αλέξανδρος Τομπάζης εκπόνησε τη μελέτη, η οποία είχε εγκριθεί από το 1998 αλλά τροποποιήθηκε στην πορεία. Μεταξύ άλλων, προέβλεπε ανέγερση δύο νέων κτιρίων για τις ανάγκες του Μουσείου. Το έργο εντάχθηκε στο Γ΄ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης με αρχικό προϋπολογισμό 22 εκατ. ευρώ. Το Μουσείο έκλεισε το Νοέμβριο του 2006 λόγω των εργασιών. Έπρεπε να «αδειάσει» από τα εκθέματά του (περίπου 15.000). Το καλοκαίρι του 2007 εγκαινιάστηκε η προσωρινή έκθεση με επιλεγμένα εκθέματα. Τι γίνεται σήμερα όμως στο Μουσείο; «Το κέλυφος έχει ολοκληρωθεί, περιμένουμε να γίνει η παραλαβή του κτιρίου μέσα στο μήνα», σημειώνει η διευθύντριά του, Αναστασία Κάντα.
«Αυτή τη στιγμή δεν έχουμε εκκρεμότητα. Μέσα σε χρόνο-ρεκόρ εκπονήσαμε τη μουσειογραφική προμελέτη η οποία θα υποβληθεί στο ΥΠΠΟ», σημειώνει η Α. Κάντα. Πότε όμως τελικά θα ολοκληρωθεί το Μουσείο και θα ανοίξει για το κοινό; Οι απαισιόδοξοι κάνουν λόγο για το 2010-2011. «Εξαρτάται από το πόσο γρήγορα θα δοθούν οι χρηματοδοτήσεις», λέει η διευθύντρια του Μουσείου.
Στη δεκαετία του ’80 έχει τις ρίζες της η ιδέα για το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο της πρωτεύουσας της Αχαΐας, που θα αποτελεί σύμβολο της πόλης. Το κτίριο του νέου Μουσείου, ξεχωρίζει από τον εντυπωσιακό θόλο του. Το σχεδίασε ο αρχιτέκτονας Θεοφάνης Μπομπότης. Ο ίδιος εκπόνησε τη μουσειογραφική και μουσειολογική μελέτη, σε συνεργασία με την Αρχαιολογική Υπηρεσία. Το κέλυφος του Μουσείου παραδόθηκε το 2006. Η ανέγερσή του είχε προϋπολογισμό 22 εκατ. ευρώ.
Το έργο είχε ενταχθεί στα προγράμματα του Ταμείου Διαχείρισης Πιστώσεων για την Εκτέλεση Αρχαιολογικών Έργων (ΤΔΠΕΑΕ) του υπ. Πολιτισμού. Για την υλοποίησή του ορίστηκε Επιστημονική Επιτροπή με πρόεδρο τον Λάζαρο Κολώνα.
Τι γίνεται όμως και δύο χρόνια μετά την παράδοση του κτιρίου, το Μουσείο ακόμα δεν έχει ανοίξει τις πύλες του στο κοινό; Όταν, μάλιστα, το παλιό Μουσείο έκλεισε το Δεκέμβριο του 2007 για να μεταφερθούν και να συντηρηθούν τα εκθέματα στο νέο κτίριο! Το σημαντικότερο πρόβλημα ήταν η τοποθέτηση των 12 μεγάλων ρωμαϊκών ψηφιδωτών, που αρχικά προβλεπόταν να τοποθετηθούν κάθετα μέσα στο Μουσείο. Στην πορεία η πρόταση άλλαξε. Στη σχετική συνεδρίαση του ΚΑΣ, η Επιστημονική Επιτροπή επεσήμανε ότι υπάρχει στατικό πρόβλημα στην κάθετη τοποθέτηση των ψηφιδωτών, ενώ ο Θ. Μπομπότης υπερασπίστηκε την αρχική του ιδέα, σημειώνοντας ότι η μελέτη έχει προβλέψει όλα τα ενδεχόμενα. Τελικά το ΚΑΣ είπε να τοποθετηθούν ορισμένα από τα ψηφιδωτά οριζόντια (ξαπλωμένα), ενώ και για την έκθεση των υπολοίπων δόθηκε διαφορετική λύση. Προς το παρόν έχουν μπει οι προθήκες, ενώ απαιτούνται 2,5 εκατ. ευρώ που απαιτούνται για την ολοκλήρωση του έργου. Η χρηματοδότηση αναμένεται να αντληθεί από το ΕΣΠΑ.

Α.Μ.

Πηγή: Ελεύθερος Τύπος, Π. Παναγιωτάκος, 18/1/09