Το χειρόγραφο ανήκε σε υψηλόβαθμο Αιγύπτιο αξιωματούχο που έζησε το 1420 π.Χ. Πιστευόταν ότι περιείχε μαγικά ξόρκια που καθοδηγούσαν τους νεκρούς στη μετά θάνατον ζωή.
Τμήματα του χειρογράφου ανακαλύφθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα. Πρόσφατα ο διεθνώς αναγνωρισμένος αιγυπτιολόγος Δρ John Taylor μελετούσε την αιγυπτιακή συλλογή του μουσείου, όταν του τράβηξε την προσοχή το όνομα πάνω σε έναν πάπυρο.
Ο Δρ Taylor είναι ο επιμελητής της συλλογής από μούμιες του Βρετανικού Μουσείου. Το Βρετανικό πραγματοποιεί αυτή τη στιγμή έκθεση με μούμιες στο Μουσείο του Κουΐνσλαντ. Ο αιγυπτιολόγος επισκέφθηκε τις αποθήκες του μουσείου και, κατά τη δήλωσή του, αυτό που ακολούθησε ισοδυναμεί με την ανακάλυψη που περιμένει κανείς όλη του τη ζωή.
Ύστερα από λίγο, αποκαλύφθηκε ότι είχε στα χέρια του πολλά αποσπάσματα του Βιβλίου των Νεκρών, που ανήκε σε ιερέα του Ναού του Άμωνα, 3.400 χρόνια πριν.
Ο κάτοχος του παπύρου αυτού «δεν είναι τυχαίος, επρόκειτο για έναν από τους σημαντικότερους αξιωματούχους της Αιγύπτου την περίοδο της ακμής της», λέει. «Πρόκειται λοιπόν για σημαντικό εύρημα και, αν καταφέρουμε να ανασυνθέσουμε το πλήρες χειρόγραφο, θα μας δώσει πολλές πληροφορίες».
Ο Ian Galloway, διευθυντής του Μουσείου του Κουΐνσλαντ, είπε ότι τα αποσπάσματα του χειρογράφου δωρήθηκαν στο μουσείο από μια γυναίκα 100 χρόνια πριν. Το μουσείο έχει το όνομά της, αλλά δεν γνωρίζει πώς τα αποσπάσματα βρέθηκαν στην κατοχή της. Τώρα διενεργεί σχετικές έρευνες. Ο Galloway δήλωσε έκπληξη που στη συλλογή του μουσείου βρέθηκε ένα τόσο σημαντικό αντικείμενο. Επαίνεσε μάλιστα τους επιμελητές του μουσείου που διατήρησαν τα αποσπάσματα σε τόσο καλή κατάσταση.
Το «εύρημα» αναμένεται να αναζωπυρώσει το ενδιαφέρον των επισκεπτών για το μουσείο, αλλά και να αυξήσει την αξία της συλλογής. Τα αποσπάσματα θα παραμείνουν στο Μπρισμπέιν, όπου οι ερευνητές θα επιχειρήσουν να ανασυνθέσουν τον πάπυρο σε υπολογιστή χρησιμοποιώντας φωτογραφίες.