Το 2007, στη διάρκεια εργασιών εκβάθυνσης στο λιμάνι της Χάιφα, εντοπίστηκε ένα χάλκινο ελληνικό κράνος. Μετά τον καθαρισμό του ευρήματος από συντηρητές της Αρχής Αρχαιοτήτων του Ισραήλ, διαπιστώθηκε ότι το κράνος ήταν καλυμμένο με φύλλα χρυσού και διακοσμημένο με φίδια, λιοντάρια και μια ουρά παγονιού (ή ανθέμιο).
Αυτά τα στοιχεία το καθιστούν «ένα από τα πιο περίτεχνα δείγματα πρώιμης ελληνικής πολεμικής εξάρτυσης που έχουν ανακαλυφθεί ποτέ», σύμφωνα με τον Jacob Sharvit, διευθυντή της Μονάδας Ενάλιας Αρχαιολογίας της Αρχής Αρχαιοτήτων του Ισραήλ, και τον John Hale, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Louisville, οι οποίοι μελέτησαν το κράνος.
Οι δύο επιστήμονες παρουσίασαν τα αποτελέσματα της έρευνάς τους τον περασμένο Ιανουάριο στην ετήσια συνάντηση του Archaeological Institute of America.
Στην ανακοίνωσή τους στάθηκαν ιδιαίτερα στις υποθέσεις που μπορούν να διατυπωθούν σχετικά με την προέλευση του κράνους και τον κάτοχό του, καθώς παραμένει μυστήριο το πώς κατέληξε στον βυθό του Κόλπου της Χάιφα.
Στη διάρκεια της έρευνας, διαπιστώθηκε ότι το κράνος έχει μεγάλες ομοιότητες με ένα άλλο κράνος που είχε εντοπιστεί τη δεκαετία του ’50 κοντά στο ιταλικό νησάκι Τζίλιο και το οποίο είχε χρονολογηθεί περίπου στο 600 π.Χ. Αυτό βοήθησε τους ερευνητές να καταλήξουν σε μια αντίστοιχη χρονολόγηση για το κράνος του Κόλπου της Χάιφα.
Την εποχή, λοιπόν, που κατασκευάστηκε το κράνος, περίπου το 600 π.Χ., ελληνικές αποικίες ήταν διασκορπισμένες σχεδόν στο σύνολο των ακτών της Μεσογείου, από τη Μαύρη Θάλασσα μέχρι τη νότια Γαλλία. Ωστόσο, δεν υπάρχουν στοιχεία για την ύπαρξη ελληνικών αποικιών στο Ισραήλ, γεγονός που υποδηλώνει ότι ο κάτοχός του ήταν πιθανότατα μισθοφόρος και πολεμούσε, σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, στην υπηρεσία του Αιγύπτιου Φαραώ Νεκώ Β′.
Ο Νεκώ Β′ είχε εμπλακεί σε διάφορες συγκρούσεις στην περιοχή, παρεμβαίνοντας μάλιστα υπέρ των Ασσυρίων όταν αυτοί απειλήθηκαν από τον επεκτατισμό των νεοβαβυλωνίων βασιλέων Ναβοπαλάσσαρου και Ναβουχοδονόσορα Β′. Είχε διατηρήσει, επίσης, τις άριστες σχέσεις που είχε αναπτύξει ο πατέρας του με τους Λυδούς, τους Κάρες και τις ελληνικές πόλεις, και είχε χρησιμοποιήσει Έλληνες μισθοφόρους στο στρατό του.
Το γεγονός ότι το κράνος είναι ιδιαίτερα φροντισμένο οδηγεί επίσης στο συμπέρασμα ότι ο Έλληνας πολεμιστής θα ήταν πιθανότατα αρκετά εύπορος, καθώς ελάχιστοι μισθοφόροι μπορούσαν να έχουν στη διάθεσή τους ένα τόσο περίτεχνο κράνος. Οι ερευνητές δεν είναι σίγουροι για τον τόπο κατασκευής του, αν και υποψιάζονται ότι ο πολεμιστής ίσως προερχόταν από κάποια ελληνική αποικία της Ιωνίας, στα δυτικά παράλια της σημερινής Τουρκίας.
Όσον αφορά το πώς κατέληξε στο βυθό του Κόλπου της Χάιφα, οι υποθέσεις που διατυπώνονται είναι πολλές, από το ότι απλώς έπεσε από κάποιον που επέβαινε σε κάποιο πλοίο έως το ότι «παρέπεσε» κατά τη διάρκεια της υποχώρησης των στρατευμάτων του Νεκώ Β′ μετά την ήττα τους από τους Βαβυλώνιους.
Ωστόσο η πιο ενδιαφέρουσα εκδοχή είναι ότι το πλοίο που μετέφερε τον πολεμιστή βυθίστηκε, γεγονός που δηλώνει ότι ένα αρχαίο ναυάγιο βρίσκεται κάπου στην περιοχή, περιμένοντας την ανακάλυψή του. «Σκοπεύουμε να επιστρέψουμε στο σημείο και να προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε και άλλο αρχαιολογικό υλικό εκεί», δήλωσε μεταξύ άλλων ο Jacob Sharvit.
Για όσους ενδιαφέρονται να το δουν, το κράνος εκτίθεται στο National Maritime Museum στη Χάιφα.