Οι πρώτοι μουσειακοί συντηρητές του 19ου αιώνα χρησιμοποιούσαν νερό και σαπούνι για τον καθαρισμό ενός έργου τέχνης. Μέθοδος άμεση αλλά συνάμα καταστρεπτική για το έργο. Έκτοτε πολύ νερό κύλησε στο αυλάκι και σήμερα η επιστήμη βαδίζει μαζί με την τέχνη και την αρχαιολογία, προσφέροντας ισχυρά όπλα στις υπηρεσίες τους, όπως οι ακτίνες Χ, η φασματομετρία, η υγρή χρωματογραφία.
Όλες αυτές οι, εκ πρώτης, ακατανόητες στο ευρύ κοινό μέθοδοι αποτελούν το αντικείμενο του σεμιναρίου «Διαγνωστικές τεχνικές στην επιστήμη της συντήρησης έργων τέχνης», το οποίο θα πραγματοποιηθεί μεταξύ 17-19 Φεβρουαρίου στο Κέντρο Διάδοσης Ερευνητικών Αποτελεσμάτων του ΑΠΘ (οδό 3ης Σεπτεμβρίου).
Το σεμινάριο πραγματοποιείται στο πλαίσιο του διατμηματικού προγράμματος μεταπτυχιακών σπουδών «Προστασία, συντήρηση και αποκατάσταση μνημείων πολιτισμού» του ΑΠΘ και περιλαμβάνει εισηγήσεις και ειδικές παρουσιάσεις από διακεκριμένους επιστήμονες της Ελλάδας και του εξωτερικού σε σύγχρονα θέματα ανάλυσης, με σκοπό την επιστημονική συντήρηση και την αποκατάσταση έργων τέχνης.
Τα θέματα που θα παρουσιαστούν δίνουν ουσιαστικά μια εικόνα από τα παρασκήνια της συντήρησης ενός αρχαιολογικού ευρήματος ή ενός έργου τέχνης. Ποια πορεία ακολουθείται εν ολίγοις από την εύρεση έως την έκθεσή του στο κοινό.
Άνθρακας, θερμότητα, ακτινοβολίες
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ομιλία του Παναγιώτη Μισαηλίδη από το τμήμα Χημείας του ΑΠΘ. Όπως αναφέρει, «ο αρχαιολόγος του 18ου και του 19ου αιώνα ενεργούσε περισσότερο ως τυμβωρύχος ενδιαφερόμενος για την αποκάλυψη πολύτιμων και αισθητικά όμορφων ευρημάτων. Η μελέτη που ακολουθούσε βασιζόταν τις περισσότερες φορές σε συγκριτική εξέταση». Ο σύγχρονος αρχαιολόγος όμως, όπως λέει ο κ. Μισαηλίδης, «έχει ή χρειάζεται να έχει ως συνεργάτες του τους φυσικούς επιστήμονες, οι οποίοι διαθέτουν τις τεχνικές, τις υπολογιστικές δυνατότητες και τον διαφορετικό τρόπο σκέψης για την αντιμετώπιση των προβλημάτων».
Έτσι, λοιπόν, μπορεί πριν από περίπου σαράντα χρόνια οι αρχαιολόγοι να βασίζονταν σε τυπολογικές συγκρίσεις και σε γραπτά κείμενα για τον υπολογισμό της ηλικίας ενός ευρήματος, όμως όλα άλλαξαν όταν βρέθηκε η επαναστατική μέθοδος του άνθρακα 14 (προτάθηκε από τον αμερικανό επιστήμονα Willard Libby το 1948).
Εικασίες και αποδείξεις
Κλασικό παράδειγμα χρονολόγησης με τη χρήση του άνθρακα 14 είναι αυτό της περίφημης σινδόνης του Τορίνο, του υποτιθέμενου νεκρικού σαβάνου του Χριστού, για το οποίο οι μετρήσεις έδειξαν, με βαθμό βεβαιότητας 95%, ότι το κομμάτι αυτό του υφάσματος είναι μεσαιωνικό (περίοδος 1260-1390), ενώ με την ίδια μέθοδο βρέθηκε επίσης πρόσφατα ότι οι εξημερωμένοι σκύλοι υπήρξαν οικόσιτα ζώα για περισσότερα από 30.000 χρόνια.
Στην περίπτωση των κεραμικών, πάλι, χρησιμοποιείται συχνά η θερμοφωταύγεια, ενώ υπάρχει και η ανάλυση με νετρονική ενεργοποίηση, με την οποία έχει γίνει πληθώρα μελετών για την προέλευση κεραμικών λόγω της διαφορετικής σύστασης του εδάφους κάθε περιοχής. Η τεχνική αυτή συνέβαλε π.χ. στην αποκάλυψη ότι οι μεγάλιθοι του Στόουνχετζ προέρχονται από την περιοχή του Preseli Hills της Ουαλίας, που βρίσκεται περίπου 240 χιλιόμετρα μακριά, αν και ο τρόπος μεταφοράς αυτών των μεγάλιθων δεν έχει ακόμη αποσαφηνιστεί.
Με την ίδια τεχνική επιβεβαιώθηκε ότι οι μονόλιθοι βάρους 70 τόνων των αγαλμάτων του φαραώ Αμενόφι Γ’ (περ. 2500 π.Χ.) στην περιοχή των Θηβών (Άνω Αίγυπτος) προέρχονται από την περιοχή της Μέμφιδος (σημερινό Κάιρο) και μεταφέρθηκαν με πλοίο 600 χιλιόμετρα αντίθετα στο ρεύμα του Νείλου.
Όσον αφορά τη χώρα μας, εξετάσεις διαφόρων αρχαιολογικών ευρημάτων (κυρίως κεραμικών) με ανάλυση με νετρονική ενεργοποίηση έγιναν στο παρελθόν χρησιμοποιώντας τον πυρηνικό αντιδραστήρα του ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος». Ως παράδειγμα ο κ. Μισαηλίδης αναφέρει μια παλαιά μελέτη ενός αριθμού από κεχριμπαρένιες χάνδρες που βρέθηκαν στο νεκροταφείο της περιοχής της Σίνδου, που πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. «Οι μετρήσεις έδειξαν ότι το κεχριμπάρι αυτό παρουσιάζει σύσταση παραπλήσια με το κεχριμπάρι της Βαλτικής παρά με αντίστοιχες ουσίες της περιοχής της Μεσογείου. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, θα μπορούσε να υποστηριχθεί και η άποψη ότι τον 10ο αιώνα π.Χ. υπήρχαν ήδη εμπορικές σχέσεις με περιοχές της Βόρειας Ευρώπης», τονίζει.
Κρυμμένοι… πίνακες
Με τη νετρονική ραδιογραφία, ένας πίνακας εκτίθεται για μικρό χρονικό διάστημα σε δέσμη θερμικών νετρονίων. Και αυτή η μέθοδος επιφυλάσσει σε πολλές περιπτώσεις εκπλήξεις. Για παράδειγμα, κάτω από τον πίνακα του A.V. Dyck «Η Αγία Ροζαλία προσεύχεται για το Παλέρμο που χτυπήθηκε από τη χολέρα το 1624» κρυβόταν μία αυτοπροσωπογραφία του ζωγράφου.
Κατά τον ίδιο τρόπο οι ραδιολογικές εξετάσεις με τη βοήθεια των ακτίνων Χ έδωσαν τη δυνατότητα συλλογής μεγάλης ποσότητας πληροφοριών για μούμιες και τον σκελετό τους, ενώ την ίδια ώρα η εξέλιξη των υπολογιστικών τεχνικών οδήγησε περαιτέρω στη δυνατότητα ανάπλασης της εικόνας του προσώπου με βάση το σχήμα του κρανίου και ανθρωπομετρικά δεδομένα. Έτσι έγινε η ανάπλαση της μορφής σειράς μουμιοποιημένων βασιλέων της αρχαίας Αιγύπτου, όπως και του Φιλίππου Β’, του οποίου ο σκελετός βρέθηκε στη Βεργίνα.
Οι τεχνικές, πάντως, που χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια για τη διαπίστωση της αυθεντικότητας και τη συλλογή πληροφοριών για τη συντήρηση έργων τέχνης «είναι οι διαφόρων τύπων αναλύσεις που βασίζονται στη χρήση επιταχυντών σωματιδίων», όπως αναφέρει ο κ. Μισαηλίδης.
Πρώτη βάση δεδομένων
Στο συνέδριο θα μιλήσουν μεταξύ άλλων και ο χημικός Ιωάννης Καραπαναγιώτης, ο οποίος θα αναφερθεί στην έρευνα χάρη στην οποία για πρώτη φορά ταυτοποιήθηκαν οι βαφές σε μια εκτενή συλλογή υφασμάτων του Αγίου Όρους, δημιουργώντας κατά αυτόν τον τρόπο την πρώτη βάση δεδομένων που περιγράφει τη μέχρι πρότινος άγνωστη ταυτότητα των υλικών αυτών. Στην ανάπτυξη που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια της εφαρμογής της φθορισμομετρίας ακτίνων Χ θα αναφερθεί ο Νικόλαος Καλλίθρακας-Κόντος από το Πολυτεχνείο Κρήτης και στην ηλεκτρονική μικροσκοπία σάρωσης, μια μέθοδο που «έχει χρησιμοποιηθεί εκτεταμένα για τον χαρακτηρισμό υλικών αντικειμένων καλλιτεχνικής και αρχαιολογικής σημασίας», θα αναφερθεί η φυσικός Ελένη Παυλίδου.