Επί 1.600 χρόνια, η Κωνσταντινούπολη, η μεγαλύτερη πόλη της Τουρκίας, κτιζόταν και καταστρεφόταν, αναδυόταν και αφανιζόταν, καθώς τα στρώματα κατοίκησης και ζωής διαδέχονταν το ένα το άλλο ανάμεσα στους επτά της λόφους.
Σήμερα, η Κωνσταντινούπολη, μια πόλη 13 εκατομμυρίων κατοίκων, έχει εξαπλωθεί πολύ πιο πέρα από τα όρια αυτών των λόφων. Σε μια μικρή χερσόνησο στη λίμνη Κιουτσούκτσεκμετσέ, 20 χλμ. από το κέντρο της πόλης, η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως ένα εντυπωσιακό εύρημα.
Το εύρημα έχει την ονομασία Bathonea, και είναι ένας σημαντικός αρχαίας λιμένας του 2ου αι. π.Χ. Πρωτοανακαλύφθηκε το 2007, ύστερα από μια περίοδο ανομβρίας, όταν η στάθμη των υδάτων της λίμνης κατέβηκε. Το αρχαίο λιμάνι έκρυβε θησαυρό αντικειμένων από τον 4ο έως τον 6ο αι. μ.Χ., την περίοδο δηλαδή στην οποία ιδρύθηκε η Κωνσταντινούπολη, ως κέντρο εξουσίας τριών διαδοχικών αυτοκρατοριών – της Ανατολικής Ρωμαϊκής, της Βυζαντινής και της Οθωμανικής.
Ενώ υπάρχουν ιστορικές μαρτυρίες εκείνης της περιόδου, τα αντικείμενα που σώζονται είναι ελάχιστα. Τα λιγοστά εκθέματα που περιέχει το εκάστοτε τμήμα για την Κωνσταντινούπολη στα διάφορα αρχαιολογικά μουσεία ωχριούν σε σύγκριση με τα πλούσια ευρήματα από την Ανατολία, τη Μεσοποταμία και τον Λίβανο.
Η Bathonea, επομένως, έχει το δυναμικό να γίνει μια «βιβλιοθήκη της Κωνσταντινούπολης», λέει η Sengul Aydingun, η αρχαιολόγος που πρώτη βρήκε το αρχαίο λιμάνι.
Όταν, λόγω της ξηρασίας, ήρθαν στο φως τμήματα ενός καλοδιατηρημένου τείχους περίπου 3,2 χλμ., η Δρ Aydingun και η ομάδα της ανακάλυψαν ότι το λιμάνι διέθετε νεωδόχους, κτίρια και κυματοθραύστη, που χρονολογούνταν πιθανότατα στον 4ο αιώνα. Γρήγορα ακολούθησαν και άλλα ευρήματα. Στην τελευταία ανασκαφική περίοδο, οι αρχαιολόγοι αποκάλυψαν τείχη του λιμένα, επιμελημένα κτίσματα, μία τεράστια δεξαμενή, έναν βυζαντινό ναό και λιθόκτιστους δρόμους.
«Η έρευνα πεδίου που έφερε σε πέρας η αρχαιολογική ομάδα μέσα στα δύο περασμένη έτη είναι εντυπωσιακή» σχολίασε ο Volker Heyd, αρχαιολόγος του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ που παρίστατο στις δύο τελευταίες ανασκαφικές περιόδους. «Τα ευρήματα ρίχνουν νέο φως στην ευρύτερη περιοχή κατοίκησης της Κωνσταντινούπολης. Αρχίζει να ξετυλίγεται το νήμα μιας συναρπαστικής ιστορίας».
Το 2008, για παράδειγμα, ο Hakan Oniz, ένας αρχαιολόγος του Ανατολικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου που ειδικεύεται στην ενάλια αρχαιολογία, ερεύνησε μια κτιριακή κατασκευή μέσα στο βυθό της λίμνης, για την οποία οι τοπικοί θρύλοι έλεγαν ότι επρόκειτο για έναν μυστικό μιναρέ που εμφανιζόταν και εξαφανιζόταν ανάλογα με την αμαρτωλή συμπεριφορά των χωρικών που ζούσαν γύρω από τη λίμνη. Τα κατάλοιπα αυτού του κτιρίου, 243 περίπου μέτρα από την όχθη, πιθανότατα ανήκαν σε φάρο.
Στο μεταξύ, η ομάδα της δρος Aydingun και οι ερευνητές οκτώ ξένων πανεπιστημίων βρήκαν ένα δεύτερο, αρχαιότερο λιμάνι στην ανατολική πλευρά της χερσονήσου, το οποίο εμφανίζει ελληνικά στοιχεία και γι’ αυτό χρονολογείται στον 2ο αι. π.Χ.
Κοντά σε αυτό, πάνω από τα θεμέλια ενός ελληνικού ναού, βρήκαν τα κατάλοιπα μιας βυζαντινής εκκλησίας και ενός νεκροταφείου του 5ου ή 6ου αι. μ.Χ. Νομίσματα, κεραμική και άλλα ευρήματα υποδηλώνουν ότι η εκκλησία καταστράφηκε στο μεγαλύτερο μέρος της σε σεισμό του 557, αλλά παρέμεινε σε χρήση έως το 1037, όταν μία ακόμη σεισμική δόνηση την κατεδάφισε ολοσχερώς.
Οι ερευνητές έφεραν επίσης στο φως μια υπαίθρια δεξαμενή, τείχη και θεμέλια πολυώροφων κτιρίων που ίσως ανήκαν σε έπαυλη ή ανάκτορο που γνώρισε μετατροπές διαμέσου των αιώνων.
Επειδή οι αρχαιολόγοι βρίσκονται στην αρχή μιας πολυετούς ανασκαφής σε μια θέση που δεν είναι γνωστή από τις γραπτές πηγές, διστάζουν να προχωρήσουν σε συμπεράσματα. Ακόμη και η ονομασία Bathonea προέρχεται από τη σύνθεση δύο αναφορών σε αρχαίες πηγές: η πρώτη είναι ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος ο οποίος στη «Φυσική Ιστορία» του αναφέρει έναν ποταμό που εκβάλλει στη λίμνη με το όνομα Bathynias, και η δεύτερη προέρχεται από έναν Βυζαντινό μοναχό, τον Άγιο Θεοφάνη τον Ομολογητή, που σε έργο του 9ου αιώνα μιλά για την περιοχή Bathyasos.
«Ως προς την ονομασία υπάρχει ένα τεράστιο ερωτηματικό», λέει η Δρ Aydingun. «Είναι πολύ νωρίς για να μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα εάν ισχύει. Αλλά το όνομα δεν είναι τόσο σημαντικό. Το πιο αξιοσημείωτο είναι ότι υπάρχουν κτίρια και δρόμοι εκεί που μέχρι τώρα πιστεύαμε ότι δεν υπήρχε τίποτα».
«Κι όμως κάτι υπάρχει εκεί» συνεχίζει. «Θα χρειαστούμε πολλά χρόνια για να πούμε τι ακριβώς είναι».
Εκείνο που γνωρίζουν αυτή τη στιγμή οι αρχαιολόγοι είναι ότι ο οικισμός ήταν πολύ μεγάλος. Εκτεινόταν σε τουλάχιστον 7,8 τετραγωνικά χλμ., ενώ τα τείχη του λιμένα έχουν μήκος που φτάνει τουλάχιστον το μισό του μήκους των τειχών της Κωνσταντινούπολης. Ο οικισμός ήταν σχετικά πλούσιος. Πιθανότατα ήταν το θέρετρο της αστικής ελίτ, την οποία προσέλκυαν τα εύφορα εδάφη του και η λίμνη. Εκεί έκτιζαν επαύλεις και ανάκτορα.
Στη θέση βρέθηκαν γυάλινα αντικείμενα και κεραμική που χρονολογούνται έως τον 14ο αιώνα, αλλά και πλίνθοι με την επιγραφή ΚΩΝCTANS, του 5ου αι. μ.Χ.
Φαίνεται πως η Bathonea είχε εμπορικές σχέσεις με περιοχές μακρινές όπως η Παλαιστίνη και η Συρία. Διέθετε εξάλλου δρόμους μεγάλου πλάτους, οι αρχαιότεροι των οποίων χρονολογούνται στη ρωμαϊκή περίοδο.
Η σχέση της ωστόσο με την Κωνσταντινούπολη παραμένει ασαφής. «Μου αρέσει η ιδέα της Bathonea ως επινείου μιας μεγάλης πόλης» λέει ο Bradley A. Ault, αρχαιολόγος που έχει μελετήσει αρχαίους λιμένες στην Ελλάδα και την Κύπρο.
Εάν ισχύει κάτι τέτοιο, τότε πιθανότατα να εξυπηρετούσε εμπορικά πλοία και το στόλο της αυτοκρατορίας ως ασφαλές λιμάνι έξω από τα τείχη της πόλης. «Τον 5ο αιώνα ο στόλος της Κωνσταντινούπολης ήταν μεγάλος», λέει ο Robert Ousterhout, βυζαντινολόγος του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια. «Και η αυτοκρατορία είχε λιμάνια στον Κεράτιο Κόλπο και τη Θάλασσα του Μαρμαρά».
Με βάθος που σήμερα φτάνει τα 20 μ., η λίμνη Κιουτσούκτσεκμετσέ θα μπορούσε στο παρελθόν να είναι ένας κόλπος όπου έπλεαν πλοία όλων των μεγεθών, σύμφωνα με τη δρα Aydingun. Στις όχθες της έχουν εντοπιστεί έξι βυζαντινές άγκυρες, ενώ έχουν βρεθεί καρφιά που χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή πλοίων.