Τα ίχνη της οικογένειας του Καϊάφα – του αρχιερέα ενώπιον του οποίου δικάστηκε ο Ιησούς – εκτιμούν πως έχουν βρει αρχαιολόγοι στην Ιερουσαλήμ.
Κλειδί για την έρευνά τους αποδεικνύεται ένα οστεοφυλάκιο που χρονολογείται μεταξύ του 1ου αι. π.Χ. και του 1ου αι. μ.Χ. και την ασβεστολιθική επιφάνεια του οποίου είχαν χαράξει αρχαιοκάπηλοι για να αυξήσουν την αξία του. Αν και ένα οστεοφυλάκιο της συγκεκριμένης περιόδου είναι συνηθισμένο εύρημα για τους ερευνητές, το συγκεκριμένο διαφέρει πολύ γιατί δεν αναγράφει – ως είθισται – μόνο το όνομα του νεκρού αλλά και τρεις γενιές μαζί, καθώς και τον τόπο καταγωγής. Οι αρχαιολόγοι μελέτησαν το εύρημα επί τρία χρόνια καθώς κατά καιρούς έχουν πέσει θύματα κίβδηλων οστεοφυλακίων, όπως συνέβη πρόσφατα με το πλαστό οστεοφυλάκιο του Ιακώβου, γιου του Ιωσήφ και αδελφού του Ιησού.
Υποστηρίζουν, δε, πως είναι αυθεντικό, αφού οι επικαθίσεις και η χλωρίδα και η πανίδα που έχουν αναπτυχθεί πάνω στον λίθο δεν είναι δυνατό να έχουν… παραχαραχθεί. Στο οστεοφυλάκιο είναι χαραγμένο το όνομα του Καϊάφα ως παππού της νεκρής Μύριαμ και ως τόπος καταγωγής αναφέρεται το χωριό Μπεΐτ Ιμρί που εκτιμάται πως βρισκόταν στις πλαγιές του όρους Χεβρών.
Το οστεοφυλάκιο βρέθηκε στην κοιλάδα Ελάχ, νοτιοδυτικά της Ιερουσαλήμ, στην περιοχή όπου σύμφωνα με τον θρύλο έγινε η μάχη Δαβίδ και Γολιάθ.