Στο Palazzo Te της Mantova εγκαινιάζεται μια «απίθανη» έκθεση με θέμα πώς η αρχαία ελληνική τέχνη κατέκτησε τη Ρώμη και έφθασε ώς εμάς. Ο Salvatore Settis, διευθυντής της Scuola Normale Superiore di Pisa, σε συνεργασία με τους Maria Luisa Catoni, Lucia Franchi, Francesco De Angelis και Paul Zanker, έφεραν στον ίδιο χώρο 125 μαρμάρινα και χάλκινα αγάλματα και αγγεία που αποτελούν έργα «αναφοράς» των μουσείων που τα φιλοξενούν:
Για πρώτη φορά βρίσκονται μαζί το τόρσο Belvedere, ο Έφηβος της Μοτύης, ο Απακανθιζόμενος του Καπιτωλίου και ο Απακανθιζόμενος της Modena. Στην έκθεση θα περιληφθούν και «επανατρισθείσες» αρχαιότητες από το Metropolitan Museum και το Getty.
Η έκθεση είναι αφηγηματική, από τον 7ο αιώνα της «Ελληνικής Ιταλίας» όπως τιτλοφορείται το πρώτο κεφάλαιο της «αφήγησης»: ξεκινά με την εποχή που ένα σημαντικό μέρος της Ιταλίας είναι ελληνικό, με τις αποικίες στον Τάραντα, τον Κρότωνα, το Ρήγιο, τη Σικελία, ενώ την ίδια εποχή η τέχνη των Ελλήνων αποκτά τα χαρακτηριστικά και διαρκή της γνωρίσματα: την ενεργητικότητα και την κομψότητα, τη στάση και την κίνηση του ανθρώπινου σώματος, το αισθησιακό στοιχείο στην απόδοση του γυναικείου κυρίως σώματος και την ιδεώδη ένταση στο ανδρικό πρόσωπο, την αφήγηση των μύθων και την εξεικόνιση των θεών. Εδώ θα δει ο επισκέπτης τον κούρο «Apollino Milani» του 6ου αιώνα και τον Έφηβο της Mozia (450-440 π.Χ.)
Το δεύτερο «κεφάλαιο»-ενότητα έχει τον τίτλο «Η Ελλάδα κατακτά τη Ρώμη» και το βλέμμα του θεατή κατακτά η θεία γυμνότητα των αγαλμάτων της Αφροδίτης. Από τον 3ο αιώνα π.Χ. έως τον 4ο μ.Χ. για κάθε ενημερωμένο Ρωμαίο αριστοκράτη ο ελληνικός πολιτισμός αποτελεί σταθερό σημείο αναφοράς. Σε αυτό το πλαίσιο οι Ρωμαίοι προσπαθούν να αυτοκαθοριστούν, σε πρώτο επίπεδο ως «νικητές» με τους θριάμβους τους, με τις συλλογές έργων τέχνης και τους Έλληνες λογίους που μετακαλούν στη Ρώμη και απασχολούν στους οίκους τους. Η ζήτηση πρωτότυπων ελληνικών έργων είναι μεγαλύτερη από την προσφορά και αρχίζει η κατασκευή των αντιγράφων που μας διέσωσαν έως σήμερα πληθώρα αγαλματικών τύπων. Εδώ βλέπουμε τον χαλκό Απόλλωνα του Piombino από το Λούβρο, τη θνήσκουσα Νιοβίδα από το Palazzo Massimo, τον Δορυφόρο Lancelotti, μια από τις ωραιότερες αντιγραφές του πρωτότυπου έργου του Μύρωνα, μαζί με τον Δορυφόρο του Uffizi που θεωρείται το πιο πιστό αντίγραφο.
Ο Οδυσσέας της Sperlonga (από το σπήλαιο στην ακτή νότια της Ρώμης όπου ανακαλύφθηκαν το 1957 τέσσερις ομάδες έργων μυθολογικών σκηνών) είναι έργο ενός προικισμένου εργαστηρίου καλλιτεχνών από τη Ρόδο. Είχαν εξειδικευτεί στην υψηλού επιπέδου αντιγραφή ελληνιστικών έργων και απευθύνονται σε απαιτητικό κοινό: η έπαυλη στη Sperlonga ανήκε στον αυτοκράτορα Τιβέριο.
Εδώ εκτίθεται και το διασημότερο ίσως έργο από τη Βίλλα των Παπύρων στο Herculaneum, ο ψευδο-Σενέκας (2ου αι. π.Χ.) μαζί με πλήθος πορτραίτων ποιητών και φιλοσόφων από το Αρχαιολογικό Μουσείο της Napoli.
Τελευταία ενότητα είναι «Η νοσταλγία της Ελλάδας». Καταγράφει την πορεία από τον Μεσαίωνα έως τον 19ο αιώνα και την αποκρυστάλλωση της έννοιας «αρχαία ελληνική τέχνη» όπως μας είναι γνωστή σήμερα. Σημειώνεται το πέρασμα μέσα από μια μαζική σχεδόν καταστροφή έργων από μέταλλο (με το λιώσιμο του μετάλλου) και την δεύτερη χρήση ή κονιορτοποίηση για οικοδομικούς λόγους των μαρμάρινων και η πλήρης σύγχυση ανάμεσα σε ελληνικά πρωτότυπα και ρωμαϊκά αντίγραφα. Η διάδοση των ελληνικών χειρογράφων με τα έργα των Ελλήνων κλασικών και τα ενδιαφέροντα της Αναγέννησης καθιστούν την ελληνική τέχνη πρότυπο και μέτρο αισθητικής για όλη την Ευρώπη. Η πρώτη περιδιάβαση με αρχαιολογικό ενδιαφέρον γίνεται από τον Κυριακό τον Αγκωνίτη τον 15ο αιώνα. Ο πρώτος οδηγός επιστημονικής αρχαιολογίας συγγράφεται το 1755 από τον Johann Joachim Winckelmann (που ποτέ δεν ταξίδεψε στην Ελλάδα).
Εδώ θα δούμε τον χάλκινο Απακανθιζόμενο (Spinario) του Καπιτωλίου, έργο του 1ου αι. π.Χ., το μικρό βοσκόπουλο που καθισμένο βγάζει από το γυμνό του πόδι τα αγκάθια, έργο που έχει αντιγραφεί όσο λίγα κατά τη διάρκεια της Αναγέννησης. Αποτελεί δωρεά του Πάπα Σίξτου Δ´ το 1471. Μαρμάρινο έργο του 1ου αιώνα π.Χ. είναι το άγαλμα με το ίδιο θέμα από τον Παλατινό Λόφο.
Η έκθεση κλείνει με έναν ιταλικό θρίαμβο, τον επιστραφέντα από το Metropolitan Museum κρατήρα του Ευφρονίου, ένα από τα σπουδαιότερα ερυθρόμορφα έργα (520-510 π.Χ.).
Η έκθεση πραγματοποιείται υπό την Αιγίδα του Προέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας.
Διαρκεί έως τις 6 Ιουλίου 2008 και είναι επισκέψιμη όλες τις ημέρες 9:00-19:00.
Ο κατάλογος της Maria Luisa Catoni έχει τυπωθεί από τις περίφημες εκδόσεις Skira.
Δύο δικτυακοί τόποι έχουν στηθεί για να πλαισιώσουν την έκθεση: ένας του Palazzo Te που την φιλοξενεί, και ένας ομότιτλος με την έκθεση όπου μπορεί κανείς να δει την αναγραφή των έργων που εκτίθενται κατά ενότητες, φωτογραφίες αλλά και τα τηλεοπτικά διαφημιστικά μηνύματα για την έκθεση.
La Repubblica / Arte (28 Μαρτίου 2008) – απόδοση του κειμένου του Goffredo Silvestri
Κ.Γ.