Η αντιδικία κρατούσε από το καλοκαίρι του 2023, όμως η ορειχάλκινη κεφαλή του Ρωμαίου αυτοκράτορα Σεπτίμιου Σεβήρου θα επιστραφεί τελικά στην Τουρκία, ανακοίνωσε πρόσφατα το μουσείο της Δανίας που την είχε στην κατοχή του. «Η Γλυπτοθήκη τάχθηκε υπέρ του αιτήματος επιστροφής αυτού του αρχαίου ορειχάλκινου πορτρέτου στην Τουρκία» αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση.

Πριν από δύο χρόνια, ένα ακέφαλο άγαλμα του Σεπτίμιου Σεβήρου (145-211) επέστρεψε στην Τουρκία, αφού παρέμεινε επί δεκαετίες στις ΗΠΑ, στη συλλογή ενός ιδιώτη ο οποίος το είχε δανείσει στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης.

Στο παρελθόν, για το άγαλμα αυτό εικαζόταν ότι συνδεόταν με το ορειχάλκινο κεφάλι που βρισκόταν στη Δανία. Η κεφαλή του Ρωμαίου αυτοκράτορα εντάχθηκε στη συλλογή της Γλυπτοθήκης το 1970, όμως δεν υπήρχαν πληροφορίες για την προέλευσή της. Το 1979, ένας πρώην συντηρητής του μουσείου κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το κεφάλι της Δανίας και το σώμα της Νέας Υόρκης ήταν τα δύο μισά ενός αγάλματος.

Τα δύο μισά ενώθηκαν για μια προσωρινή έκθεση και η Τουρκάλα αρχαιολόγος Ζαλέ Ινάν συμπέρανε τότε ότι προέρχονταν από την πόλη Βουβών της αρχαίας Λυκίας. Βασιζόμενη στα επιχειρήματα της Ινάν, η οποία στο μεταξύ απεβίωσε, η πρεσβεία της Τουρκίας στη Δανία ζήτησε επισήμως την επιστροφή της ορειχάλκινης κεφαλής, τον Μάιο του 2023 – ένα αίτημα που αρχικά αντιμετωπίστηκε με επιφύλαξη.

«Δεν λέω ότι δεν ταιριάζουν μαζί. Λέω απλώς ότι δεν είμαστε τόσο σίγουροι, όπως δεν ήμασταν και πριν από 25 με 30 χρόνια», είχε δηλώσει τότε ένα στέλεχος της Γλυπτοθήκης, ο Ρούνε Φρεντέρικσεν.

Αν και δεν εξακριβώθηκε με βεβαιότητα ότι τα δύο μισά αποτελούν ένα άγαλμα, το δανέζικο μουσείο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το γλυπτό που είχε στην κατοχή του προερχόταν όντως από την πόλη Βουβών, στα σημερινά παράλια της Τουρκίας.

«Μοναδικοί αρχαιολογικοί θησαυροί προερχόμενοι από τη Βουβώνα πουλήθηκαν παράνομα σε συλλέκτες και σε μουσεία σε όλον τον κόσμο. Τα τελευταία χρόνια μεγάλος αριθμός αυτών των αντικειμένων, ιδίως εκείνα που φυλάσσονταν σε συλλογές στις ΗΠΑ, επεστράφησαν» ανέφερε η διευθύντρια του μουσείου, Γκέρτρουντ Χβίντμπεργκ-Χάνσεν. «Αυτοί οι παράγοντες συνέβαλαν στην απόφασή μας να συγκατατεθούμε στο αίτημα της Τουρκίας», πρόσθεσε.