Το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου ανακοίνωσε την ολοκλήρωση της τέταρτης ανασκαφικής περιόδου για το έτος 2024 στη θέση Κούκλια-Μάρτσελλο από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ). Η ανασκαφή χρηματοδοτήθηκε από το ΕΚΠΑ και πραγματοποιήθηκε από ομάδα 12 προπτυχιακών, μεταπτυχιακών και διδακτορικών φοιτητών υπό τη διεύθυνση του Καθηγητή Αρχαιολογίας Κωνσταντίνου Κοπανιά.

Στο Μάρτσελλο έχει πραγματοποιηθεί σειρά ερευνών από μία Βρετανική (1950-55) και μία Γερμανοελβετική αρχαιολογική αποστολή (1966-73, 1985, 1992-95), καθώς και πιο πρόσφατα από το Πανεπιστήμιο Κύπρου (2006-08). Οι παλαιότερες έρευνες έφεραν στο φως τμήμα ενός μνημειακού τείχους, συνολικού μήκους 168 μέτρων, δίχως όμως να ολοκληρωθεί η ανασκαφή του. Αδιευκρίνιστη παραμένει ακόμη η χρονολόγηση των επιμέρους οικοδομικών φάσεων του τείχους, αλλά και η συνολική ερμηνεία του.

Η ανασκαφή των προηγούμενων ετών προσέφερε σημαντικά νέα στοιχεία, που επιβεβαιώνουν την ύπαρξη μίας πρωιμότερης φάσης του τείχους, η οποία ανήκει στην Υστεροκυπριακή ΙΙΓ περίοδο (13ος αι. π.Χ.). Ωστόσο, προβληματική παρέμενε η χρονολόγηση των υστερότερων οικοδομικών φάσεων. Κατά τη διάρκεια της ανασκαφικής περιόδου του 2024 έμφαση δόθηκε αρχικά στη διερεύνηση ενός ορύγματος (τούνελ), το οποίο διασχίζει εγκάρσια το τείχος σε βάθος 2,3 μέτρων. Η προσεκτική ανασκαφή του τούνελ επέτρεψε την πληρέστερη κατανόηση της στρωματογραφίας, αλλά και τη χρονολόγηση των υστερότερων φάσεων του τείχους. Προέκυψαν νέα δεδομένα που ενισχύουν την άποψη του F. Maier, ότι στο τείχος έγιναν επισκευές κατά την Κυπροαρχαϊκή και αργότερα στην Κυπροκλασική περίοδο. Ωστόσο, δεν επιβεβαιώθηκε η παλαιότερη θεωρία, σύμφωνα με την οποία τα τούνελ που έχουν εντοπιστεί σε διάφορα σημεία του τείχους είχαν κατασκευαστεί το 499/498 π.Χ., κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Παλαιπάφου από τους Πέρσες. Επί του παρόντος η χρήση αυτών των τούνελ παραμένει αινιγματική. Οι ανασκαφείς ελπίζουν ότι μελλοντικά ευρήματα θα προσφέρουν νέα στοιχεία για την ερμηνεία τους.

Η ανασκαφή του 2024 επικεντρώθηκε, επίσης, στη διερεύνηση ενός μνημείου βόρεια του τείχους και σε μικρή απόσταση από αυτό, το οποίο έχει το σχήμα του γράμματος «Π» και είναι στραμμένο προς τη θάλασσα. Παλαιότερα είχε θεωρηθεί ότι αυτή η κατασκευή αποτελούσε τμήμα της οχύρωσης και λειτουργούσε ως αμυντικός πύργος. Ωστόσο, η νέα ανασκαφή έδειξε ότι δεν συνδέεται με το τείχος και πως μάλλον είχε λατρευτικό χαρακτήρα. Τα μέχρι τώρα διαθέσιμα ανασκαφικά στοιχεία δείχνουν ότι είχε θεμελιωθεί σε στρώμα της Υστεροκυπριακής ΙΙΙ περιόδου (12ος-11ος αι. π.Χ.), περιέπεσε σε αχρηστία κατά την Κυπρογεωμετρική περίοδο και στη συνέχεια το επισκεύασαν κατά την Κυπροαρχαϊκή περίοδο (6ος αι. π.Χ.). Το 2023 εντοπίστηκαν στην εξωτερική πλευρά αυτής της αινιγματικής κατασκευής οι παραστάσεις δύο εγχάρακτων πλοίων, τα οποία μοιάζουν με αντίστοιχες απεικονίσεις σκαφών στο Κίτιον. Το 2024 εντοπίστηκε μία ακόμη παράσταση πλοίου, το οποίο όμως παρέμεινε ημιτελές.

Η φετινή ανασκαφική περίοδος επεφύλασσε μία ιδιαίτερη έκπληξη: την εύρεση μίας αποσπασματικά σωζόμενης μικρής επιγραφής σε κυπριακό συλλαβάριο, η οποία βρέθηκε σε δεύτερη χρήση, εντοιχισμένη σε τοίχο της Κυπροαρχαϊκής περιόδου. Τα πορίσματα που θα προκύψουν από τη μελέτη της επιγραφής αναμένονται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Η έρευνα του ΕΚΠΑ πραγματοποιείται σε αγαστή συνεργασία με το υφιστάμενο Πρόγραμμα Διερεύνησης του Αστικού Τοπίου Παλαιπάφου του Πανεπιστημίου Κύπρου, που διευθύνει η Καθηγήτρια Μ. Ιακώβου. Η στενή συνεργασία των δυο ερευνητικών ομάδων συνεισφέρει στη διάσωση και επιστημονική προβολή του αρχαιολογικού πλούτου της περιοχής της Παλαιπάφου. Η πέμπτη ετήσια αποστολή του ΕΚΠΑ θα πραγματοποιηθεί εντός του 2025.