Ο Νίκος Κουτσούδης και η Χρύσα Μυλωνά δεν γνώρισαν ποτέ τη γιαγιά Sophia Wanjiku και δεν συζήτησαν ποτέ μαζί της. Η γηραιά Κενυάτισσα της αρχαίας φυλής των Κικούγιου σίγουρα δεν μπορούσε ποτέ να φανταστεί πως, όταν θα ερχόταν η ώρα να «φύγει», δύο επισκέπτες από τη μακρινή Ξάνθη θα βρίσκονταν εκεί, μαζί με τους οικείους της, για να την ξεπροβοδίσουν. Από μακριά, η τελετή της κηδείας της γυναίκας έμοιαζε με γιορτή. Όποιος εκείνη την ώρα θα έφτανε στο χωριό Karunga, περίπου 100 χλμ βορειοδυτικά του Ναϊρόμπι, στον δρόμο προς τη λίμνη Kakuru και κοντά σε ένα από τα μεγαλύτερα εθνικά πάρκα της Κένυας, σε υψόμετρο 1.754 μέτρων, δεν θα άκουγε θρήνους, αλλά θα έβλεπε δάκρυα με τραγούδια και χορούς. Δεν θα συναντούσε ανθρώπους με μαύρα, αλλά μια πολύχρωμη ομήγυρη σε κίνηση.

Αυτή την εικόνα αντίκρισαν ο Νίκος και η Χρύσα, όταν έφτασαν στο Karunga, έχοντας διανύσει -με ένα υπερυψωμένο, ειδικά διαμορφωμένο αγροτικό όχημα- μια διαδρομή 2,5 ωρών (από την έδρα τους στην Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Κένυας), μέσα στη φύση, με έντονες εναλλαγές τοπίων, από χαμηλή βλάστηση μέχρι τα ψηλά δέντρα της Κένυας. Μαζί τους ο Μητροπολίτης Κένυας, Μακάριος, ο οποίος τους προσκάλεσε σε αυτή τη βιωματική εμπειρία.

Ίσως ακούγεται παράξενο, αλλά αυτή η τελετή συνοδεύεται για τους Κικούγιου από θετικά συναισθήματα: στα έθιμά τους, ο αποχαιρετισμός διαρκεί από τρεις έως πέντε μέρες και στρέφεται γύρω από τις έννοιες της ευγνωμοσύνης και της χαράς, ενώ στα χωριά η ταφή του νεκρού γίνεται κοντά στο σπίτι του και μάλιστα σε σημείο που έχει επιλέξει ο ίδιος πριν τον θάνατο του/της, ώστε να συνεχίζει να συνυπάρχει με την οικογένεια, προσφέροντας προστασία και καλοτυχία στην κατοικία και τους συγγενείς.

 Το αντίο δεν υπάρχει για τη φυλή των Κικούγιου

«Το αντίο δεν υπάρχει για τη φυλή των Κικούγιου. Ο θάνατος προσεγγίζεται ως μια γιορτή ευγνωμοσύνης και χαράς για όσα έζησε και έκανε ο εκλιπών», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Νίκος Κουτσούδης και εξηγεί: «Στους Κικούγιου υπάρχει η πίστη και η πεποίθηση ότι η ψυχή παραμένει εκεί, ανάμεσα σε φίλους και συγγενείς, ως προστάτης. Είναι καθήκον όλων των συγγενών και φίλων να επισκεφτούν το σπίτι του εκλιπόντος ως ένδειξη σεβασμού για την κοινή τους πορεία στα εγκόσμια. Τα τραγούδια και τα παραδοσιακά όργανα που συνοδεύουν τον χορό, αποτελούν φόρο τιμής για τον εκλιπόντα και ένα “ευχαριστώ” για τις στιγμές που χάρισε στους οικείους του στο δρόμο της ζωής είτε μικρός είτε μεγάλος. Ο σεβασμός προς τον νεκρό αποτυπώνεται μέσα από τη χαρά, καθώς για τους Κικούγιου ο κόσμος των πνευμάτων είναι τόσο ισχυρός, όσο και η ψυχή του νεκρού, που θα συνεχίσει να βρίσκεται ανάμεσα τους».

Παλαιότερα, επισημαίνει, επικαλούμενος συζητήσεις με τους Κικούγιου και με τον Μητροπολίτη, όταν ο θάνατος έβρισκε έναν νέο ή παιδί, τότε η κατάρα και τα κακά πνεύματα των προγόνων πιθανόν κατηγορούνταν ως αιτία θανάτου και χρειαζόταν η εμπλοκή του ντόπιου πνευματικού, ώστε να εξευμενιστεί η κατάσταση, που έφτανε μέχρι και στην αλλαγή ονόματος των μελών της οικογένειας!

Η φυλή των Κικούγιου «παραδοσιακά, πριν την ορθόδοξη πίστη, είχε διαφορετική προσέγγιση για τον θάνατο, περισσότερο φοβική, στα όρια της κατάρας γι αυτό και δεν επιτρεπόταν οι ζώντες να αγγίξουν τον νεκρό. Ακόμη πιο αντισυμβατικά για τα δικά μας δεδομένα, εάν κάποιος ήταν βαριά άρρωστος ή πλήρης ημερών και έδειχνε σημάδια ότι κοντεύει να αφήσει τα εγκόσμια, τον μετέφεραν μακριά από το χωριό μέσα στη φύση, τον άφηναν εκεί μοναχό με λίγο φαγητό και νερό. Οπότε, εάν γινόταν καλά ή μπορούσε να επιστρέψει μόνος του πίσω συνέχιζε τη ζωή του για όσο θα διαρκούσε αυτή. Εναλλακτικά, εάν δεν τον έβρισκε ο θάνατος από φυσικά αίτια, θα τον έβρισκε σίγουρα ο μακάβριος, από τις ορέξεις των άγριων ζώων», επισημαίνει.

Συνεχίζοντας το ταξίδι αλλιώς

Πώς υποδέχτηκαν οι Κικούγιου τους δύο Έλληνες σε μια τόσο ιδιαίτερη και προσωπική στιγμή και ποια ήταν τα ιδιαίτερα στοιχεία της τελετής, που εντυπωσίασαν τους ξένους επισκέπτες; «Μας υποδέχτηκαν σαν ντόπιους, με χαμόγελο και θερμές χειραψίες, μας φίλεψαν στο σπιτικό τους ντόπια εδέσματα όπως “githeri”, “chapatti” και “mukimo”. Η τελετή περιλάμβανε ομιλίες, χαρές, δάκρυα με τραγούδι και χορό, παραδοσιακά έθιμα και φαγητό για όλους.  

«Πρόκειται για μια μοναδική εμπειρία όπου η γραμμή η οποία χωρίζει ζωή και θάνατο, συναντά τον δρόμο προς την αιωνιότητα, μέσα όμως από μια διαφορετική στάση ζωής όπως την αντιλαμβάνονται και τη ζουν έντονα στην Κένυα, οι ντόπιοι της φυλής των Κικούγιου. Μια προσέγγιση λιγότερο “μαύρη” και “απαισιόδοξη”, πιθανόν ως αποτέλεσμα της ζύμωσης μεταξύ της ντόπιας Αφρικάνικης κουλτούρας και των εθίμων της κάθε περιοχής με την Ορθόδοξη πίστη να έχουν δημιουργήσει ένα μείγμα χαράς και αισιοδοξίας, ακόμη και στις δύσκολες στιγμές», λέει ο Νίκος Κουτσούδης.