Το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο βρίσκεται σε κατάσταση ετοιμότητας. Με διάθεση να κατακτήσει το κοινό, ετοιμάζεται να ανοίξει άτυπα για τον κόσμο μια ημέρα ακριβώς μετά τις εκλογές. Και όταν με την καινούργια κυβέρνηση θα οριστεί υπουργός Πολιτισμού και θα ρίξει το βλέμμα του ως τη Βασ. Σοφίας, στη βίλα Ιλίσια και στα σύγχρονα συγκροτήματα που την περιβάλλουν, εκεί όπου στεγάζεται μια πραγματική κιβωτός του βυζαντινού και μεταβυζαντινού πολιτισμού και τέχνης, τότε θα έρθει και η σειρά της κορδέλας και των φώτων. Προς το παρόν, οι αίθουσες του Βυζαντινού Μουσείου ανοίγουν για τον κόσμο. Το πρώτο μέρος της νέας μόνιμης έκθεσης που εγκαινιάστηκε πριν από πέντε χρόνια με δύο μεγάλες ενότητες: «Από τον αρχαίο κόσμο στον βυζαντινό» και «Ο κόσμος του Βυζαντίου» ολοκληρώνεται επιτέλους με το κομμάτι που της έλειπε. Με το τι έγινε δηλαδή μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, οι αλλαγές που σημειώθηκαν και πώς αυτές καθρεφτίζονται στην τέχνη. Το δεύτερο μέρος της συλλογής που ανοίγει στις 5 Οκτωβρίου έχει τίτλο «Από το Βυζάντιο στη νεότερη εποχή» και καλύπτει την περίοδο από την Άλωση μέχρι και το νέο Ελληνικό κράτος. Σε μια έκταση 1.400 τ.μ. παρουσιάζονται περίπου 1.000 αντικείμενα, τα περισσότερα από τα οποία βγαίνουν πρώτη φορά από τις οργανωμένες αποθήκες του μουσείου (243 εικόνες, 30 τοιχογραφίες, 24 γλυπτά και ένας θησαυρός από νομίσματα).

Πλήθος επιστημόνων

Για την παρουσίασή της εργάστηκαν 25 επιστήμονες όλων των ειδικοτήτων. Ο διευθυντής του μουσείου άλλωστε, Δημήτρης Κωνστάντιος, δεν τσιγκουνεύεται. Αρχαιολόγοι, ιστορικοί, μουσειολόγοι, αρχιτέκτονες και συντηρητές έβαλαν όλοι τις γνώσεις τους για να δούμε τι συνέβη αυτήν την άγνωστη εποχή όπου η τέχνη αναπτύχθηκε και έδωσε διάφορα διαμάντια, κάτω από την κυριαρχία των Οθωμανών και άλλοτε των Βενετών.
Μάρτυρες τα ίδια τα εκθέματα που αποκαλύπτουν μια σύνθετη κοινωνία η οποία ζούσε, δρούσε και παρήγαγε υπό διαφορετικά καθεστώτα. «Διηγούνται» όλα τους μικρές ιστορίες για την κοινωνία και τη λάμψη της βενετικής Κρήτης, την τέχνη στα Επτάνησα, την περίοδο των Οθωμανών κατακτητών, την Εκκλησία, τις μονές, τον ρόλο των εντύπων, τη θρησκευτική ζωγραφική στο νεοελληνικό κράτος κ.ά.
«Δεν τα παρουσιάζουμε ως αριστουργήματα, ως αισθητικά αντικείμενα ή κοινωνικά φαινόμενα, αλλά ως μαρτυρίες πολιτισμού», είχε ξεκαθαρίσει από νωρίς ο διευθυντής του μουσείου. «Είναι μια πολύ σημαντική έκθεση διότι συμβάλλει στο να αλλάξει μια ολόκληρη αντίληψη που κυριαρχεί στις μέρες μας για την εποχή της Τουρκοκρατίας και της Βενετοκρατίας. Η περίοδος αυτή, στο πλαίσιο της κατακτημένης κοινωνίας, αποκαλύπτει ότι η κοινωνία που εργάζεται κάνει συντεχνίες, ασχολείται με το εμπόριο, την ναυτιλία κ.ά., μέσα από τις δραστηριότητες αυτές, παράγει εξαιρετικά έργα τα οποία μας δείχνουν πως οι Ρωμιοί δημιουργούν τη δική τους ταυτότητα σε σχέση με τους άλλους που είναι Οθωμανοί».

H πορεία προς το νέο

Η Άλωση είναι μια ιστορική τομή που διαμορφώνει και καθορίζει τους επόμενους αιώνες και την πορεία του νέου ελληνισμού. Δεν είναι ένα ξερό ιστορικό και πολιτικό γεγονός. «Δείχνουμε τι προηγείται και τι έπεται», τονίζει στην «Κ» η επιμελήτρια της έκθεσης Αναστασία Λαζαρίδου. «Ομάδες αντικειμένων προσπαθούν να ξαναδιαβάσουν την ιστορία δίνοντας στο ευρύ κοινό μια νέα οπτική στην περίοδο που αποκαλούσαμε περιφρονητικά έως τώρα τουρκοκρατία ή βενετοκρατία». Και είναι σαφές και για το κοινό που δεν είναι μυημένο, τι θα ανακαλύψει. «Πως η κοινωνία αυτή δεν μένει καθόλου αδρανής. Παράγει, δημιουργεί και διαμορφώνει όλη την ιστορική της πορεία μέχρι το νέο ελληνισμό».
Το Βυζαντινό Μουσείο επιχειρεί ένα νέο τρόπο ανάγνωσης της έκθεσης και φλερτάρει με το κοινό από μιαν άλλη πλευρά κλείνοντάς του το μάτι. «Δεν είναι απλώς μία έκθεση μεταβυζαντινών συλλογών. Δείχνουμε όλη την πορεία προς τον νέο ελληνισμό και τα κοινωνικά φαινόμενα της εποχής».
«Η Ενετική κυριαρχία και οι Γραικοί» δίνουν το έναυσμα για τη νέα ξενάγηση, από εκεί που την αφήσαμε το 2004, στην «Τελευταία αναλαμπή» που παρουσιάζει την εποχή των Παλαιολόγων. Τώρα, βλέπουμε τις όψεις της τέχνης και του πολιτισμού που αναπτύχθηκε στις βενετοκρατούμενες περιοχές, Κρήτη και Επτάνησα. Στην Κρήτη ανθεί η ζωγραφική των φορητών εικόνων και ζωγράφοι ονομαστοί όπως οι: Άγγελος, Δαμασκηνός, Κλόντζας, Λαμπάρδος και Βίκτωρ. Η τέχνη στα Επτάνησα «Είδος μεικτό, αλλά νόμιμο» δίνει έργα της ανανέωσης της θρησκευτικής ζωγραφικής μέσα από τον χρωστήρα ζωγράφων όπως του Τζάνε, του Πουλάκη, του Μόσκου, κ.ά.
Στην δεύτερη ενότητα «Από το ανθίβολο στην εικόνα» βλέπουμε σχέδια εργασίας των ζωγράφων που αποτελούν πολύτιμο υλικό για τη διάδοση της ζωγραφικής τέχνης, ενώ στη συνέχεια παρακολουθούμε την «Οθωμανική κατάκτηση και το Γένος», και πώς μορφώνονται και εργάζονται οι Ρωμιοί. Επίσης, τη δράση της Εκκλησίας η οποία δεν είναι μόνο τόπος πίστης αλλά και μοχλός της κοινωνικής συμμετοχής. Οσο για τα μοναστήρια, αυτά είναι τα οικονομικά και πνευματικά κέντρα και, βέβαια, οι χρηματοδότες των καλλιτεχνών.
Οι «Όψεις της καθημερινής ζωής» αποτελούν την τρίτη ενότητα με τις κοινότητες των Ρωμιών που συνεχίζουν με «Το έντυπο και τον Νέο Ελληνισμό», ενότητα η οποία αναπτύσσεται σε ξεχωριστό χώρο. Το εκθεσιακό υλικό ενισχύεται και από μια σειρά οθονών. Στόχος, να φωτιστεί η συμβολή των ελληνικών και ξένων τυπογραφείων στη συγκρότηση της ταυτότητας του νέου ελληνισμού. Η έκθεση κλείνει με την «Θρησκευτική ζωγραφική στο νεοελληνικό κράτος». Σ’ αυτήν την πέμπτη ενότητα παρακολουθούμε πως η ορθόδοξη ζωγραφική του 19ου αι. στρέφεται στη δυτικότροπη τρισδιάστατη και παράλληλα σε παραδοσιακές τάσεις που επιβιώνουν.
Κι όμως, η έκθεση δεν τελειώνει εδώ. Το εύρημα «Το Βυζάντιο και η νεότερη τέχνη» δίνει στον επισκέπτη τη δυνατότητα να δει τι ακολούθησε. Την πρόσληψη της βυζαντινής τέχνης από τη νεότερη τέχνη. Ιδέα του διευθυντή του μουσείου ο οποίος θέλει ανά εξάμηνο να ανανεώνει την έκθεση αυτή με διαφορετικό θέμα. Νεότεροι σύγχρονοι καλλιτέχνες του 20 αι. έχουν θέση εδώ, όπως ο Κόντογλου, ο Παρθένης, ο Εγγονόπουλος, ο Χατζηγιαννόπουλος κ.ά., δίνοντας στο κοινό τη δυνατότητα να δει πώς έφτασε η θρησκευτική τέχνη στον προηγούμενο αιώνα.
Έξυπνη ιδέα και το πέρασμα του επισκέπτη μέσα από την μόνιμη έκθεση για να φτάσει σε εκείνη του Γουόρχολ. Οργάνωση που ετοιμάστηκε ειδικά για το Β.Μ. «Η ιδέα ήταν να συνδέσουμε τον Γουόρχολ μέσα από τη βυζαντινή εικόνα. Είναι η ανάδειξη του προσώπου. Νέα ανάγνωση, ενδιαφέρουσα που θα αρέσει στο κοινό», λέει η Αναστασία Λαζαρίδου.
«Έχουμε διαφορετικής μορφής εκθέματα, τα περισσότερα εικόνες και μικροτεχνία. Αυτά δημιουργούν την ανάγκη εκθεσιακών πετασμάτων τα οποία διαρθρώνονται με τέτοιο τρόπο στον χώρο, ώστε να αφήνουν μεγάλες οπτικές φυγές. Να μην αισθάνεται, δηλαδή, πιεσμένος ο επισκέπτης», λέει με τη σειρά της η αρχιτέκτων – μουσειογράφος Αυγή Τζάκου. «Για την ενετοκρατούμενη περιοχή και αυτή της τουρκοκρατίας δημιουργήσαμε διάφορες χρωματικές ενότητες ώστε να δοθεί η αίσθηση της αυτοτέλειας, ενώ για υλικά χρησιμοποιήσαμε πωρόλιθο, ανοξείδωτα στοιχεία, κρύσταλλο και πλεξιγκλάς».

Τα χάιλαϊτ της έκθεσης

Οι εικόνες του Αγγελου, του Δαμασκηνού, του Τζάνες, του Πουλάκη και η «Ουρανία» του Δοξαρά. Οι τοιχογραφίες ενός ολόκληρου τοίχου του 15ου αι. από την Απόλπαινα Λευκάδας. Τα ζωγραφισμένα θωράκια από τον διάσημο καλλιτέχνη Μόσκο, που αποκαλύπτουν την επιρροή που δέχτηκε από τις χαλκογραφίες της Δύσης.
Τα σχέδια του Βαυαρού Λουδοβίκου Θείρσιου, (εισάγει την τρίτη διάσταση που έχει απορρίψει η βυζαντινή ζωγραφική), τα σχέδια για αγιογραφίες (τα ανθίβολα δηλαδή) του Σπύρου Παπαλουκά, οι τοιχογραφίες (18ος αι.) από την Παναγιά των Δελφών που γκρεμίστηκε προκειμένου να γίνουν οι ανασκαφές στο χώρο.
Αλλά και πανέμορφοι επιτάφιοι από διάσημες κεντήστρες της Κωνσταντινούπολης, οι καραμανλίδικες εικόνες με επιγραφές στα τουρκικά γραμμένες με ελληνικά στοιχεία, ο αρχιερατικός σάκος που ήρθε από το υποπροξενείο της Ανατολικής Ρωμυλίας, το τέμπλο επτανησιακής προέλευσης που ανασύνδεσαν οι συντηρητές του μουσείου, η προσφορά του βοεβόδα της Βλαχίας Ματθαίου Βασαράβα προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο κ.ά. Και, φυσικά, οι κρίκοι με τους οποίους έδεναν τους «δαιμονισμένους» στην εκκλησία. Κανείς δεν μένει ασυγκίνητος μπροστά σε αυτό το έκθεμα.

Πάρκο με τον καινούργιο χρόνο

Το 2010 θα είναι έτοιμος ο περιβάλλων χώρος του μουσείου. Το πάρκο (20 στρεμμάτων) που θα παραδοθεί στην πόλη, προσφέροντας έναν πράσινο πολιτιστικό άξονα στους κατοίκους της, θέλει λίγο ακόμη χρόνο. Τριακόσια δέντρα φυτεύτηκαν, 2.500 θάμνοι, ετοιμάστηκαν οι διαδρομές, τοποθετήθηκε ο κεντρικός φωτισμός, αλλά χρειάζονται κι άλλες φυτεύσεις, όπως και χρήματα για να ολοκληρωθεί το έργο.
Στο μεταξύ, ξεκίνησε και το λίφτινγκ στο διπλανό πάρκο Ριζάρη, όπου είναι η είσοδος και η έξοδος του μετρό. Xρόνια καθαρίζεται, διαμορφώνεται και μαζί με αυτό του Βυζαντινού Μουσείου και την έκταση του Λυκείου στην οδό Ρηγίλλης (τώρα που προσφέρθηκε ο ΟΠΑΠ να πληρώσει την ανάδειξή του), θα αλλάξει την εικόνα της Αθήνας, δίνοντας πρωταγωνιστικό ρόλο στο μουσείο, που δεν έχουν ανακαλύψει ακόμη οι Αθηναίοι. Το καφέ και το πωλητήριο θα παραδοθούν προς χρήση σε λίγους μήνες.
Tα κτίρια είναι έτοιμα, αλλά εξυπηρετούν προσωρινά τους αρχαιολόγους μέχρι να μεταφερθούν στα παλιά κτίρια διοίκησης για να φτιαχτεί η βίλα της Δούκισσας της Πλακεντίας, το κεντρικό ιστορικό κτίριο, στο οποίο θα στεγάζονται περιοδικές εκθέσεις.

Πέντε εκθέματα-αριστουργήματα και η ιστορία τους

Ποτήριο Θείας Μετάληψης με διάτρητη και έκτυπη φυτική διακόμηση, 17ος αι. Προέρχεται από τη Μονή Τιμίου Προδρόμου Σερρών. Η μονή συνέβαλε σημαντικά στους θρησκευτικούς και εθνικούς αγώνες κατά την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα και των βαλκανικών πολέμων, με αποτέλεσμα τη λεηλασία του σκευοφυλακίου και της βιβλιοθήκης της από ομάδα Βουλγάρων. Μετά τη λήξη των βαλκανικών πολέμων αρκετά από τα κειμήλια επιστράφηκαν στην Ελλάδα.
Ευαγγελιστάριο από χαρτί, 1644. Αποτελεί προσφορά του βοεβόδα της Βλαχίας Ματθαίου Βασαράβα προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Στα φύλλα 2v-3r παριστάνονται ολοσέλιδες μικρογραφίες του δωρητή και της συζύγου του. Ο κώδικας φέρει πολύτιμη αργυρεπίχρυση στάχωση. Προέρχεται από τη Μονή Κοίμησης της Θεοτόκου στο Μπάτσκοβο της Ανατολικής Ρωμυλίας, στη σημερινή Βουλγαρία.
Επιμάνικα με παράσταση του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, 1610. Προέρχονται από τη Μονή Φλαμ (π) ουρίου (Αγίου Συμεών του Ανυπόδητου) στο Πήλιο. Το αντικείμενο αποτελούσε δωρεά της μονής στην Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία και περιήλθε στο Βυζαντινό Μουσείο το 1923 με την ενσωμάτωση της συλλογής στο Β. Μ.
Ο Άγιος Χριστόφορος ο Κυνοκέφαλος, 1685. Προέρχεται από τη Μικρά Ασία, είναι έργο λαϊκής τέχνης και εκτελέστηκε πιθανότατα σε κάποιο τοπικό εργαστήριο της Ανατολής. Ανήκει στη συλλογή Κειμηλίων Προσφύγων, η οποία περιλαμβάνει αντικείμενα προερχόμενα από ναούς των ελληνικών κοινοτήτων της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης, τα οποία μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών.
Λιθόγλυπτος φεγγίτης με διάτρητα ανοίγματα και παράσταση δικέφαλου αετού, 18ος αι. Ανήκει στα γλυπτά, που εντοιχίζονταν πάνω από πόρτες και παράθυρα ναών και οικιών στα νησιά του Αιγαίου, και κυρίως στην Τήνο, από την οποία προέρχεται.

Πηγή: Καθημερινή, Γ. Συκκά, 27/9/09
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_2_27/09/2009_330640