Μπορεί ένα βιβλίο για την Ελληνική Τέχνη και την Αρχαιολογία, που διδάσκεται σε ελληνικά πανεπιστήμια, να αφορά το ευρύ κοινό; Αν πρόκειται για το εγχειρίδιο Ελληνική Τέχνη και Αρχαιολογία. 1200-30 π.Χ. του Δημήτρη Πλάντζου, κλασικού αρχαιολόγου και πανεπιστημιακού, τότε η απάντηση είναι σίγουρα θετική. Όταν, δε, το ίδιο βιβλίο, που επανακυκλοφόρησε πρόσφατα αναθεωρημένο (πάντα από τις Εκδόσεις Καπόν), γίνεται η πρώτη έκδοση του είδους της που κυκλοφορεί εκτός Ελλάδας, τότε το ενδιαφέρον γενικεύεται.
«Σκοπός μας πάντα ήταν, και παραμένει, το βιβλίο να προσφέρει στον μη ειδικό –είτε είναι μέλος της ελληνικής ομογένειας είτε ένας οποιοσδήποτε θαυμαστής της αρχαιοελληνικής τέχνης και αρχαιολογίας– την ευκαιρία να μάθει την ιστορία της μέσα από προσεκτικά επιλεγμένα και εξαιρετικά παρουσιασμένα παραδείγματα» δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Δημήτρης Πλάντζος, εξηγώντας παράλληλα γιατί αισθάνεται «ιδιαίτερα τυχερός» για την κυκλοφορία του βιβλίου του στο εξωτερικό.
«Ο εκδοτικός οίκος Lockwood, ένας ανερχόμενος και δραστήριος εκδοτικός οργανισμός, αποφάσισε, μετά από διεξοδικό έλεγχο τόσο του περιεχομένου όσο και του συνολικού σχεδιασμού του βιβλίου, να το διακινήσει στις Ηνωμένες Πολιτείες υπό τη δική του επωνυμία. Αυτό το καθιστά το πρώτο εγχειρίδιο κλασικής αρχαιολογίας που κυκλοφορεί στην Αμερική και διδάσκεται στα εκεί πανεπιστήμια, γραμμένο από Έλληνα πανεπιστημιακό» αναφέρει.
Και πώς εξηγεί αυτή τη «μοναδικότητα» του βιβλίου του, δεδομένου ότι δεν στερούμαστε πανεπιστημιακών, αρχαιολόγων και ιστορικών της τέχνης που συγγράφουν; «Έχω την εντύπωση ότι πολλοί συνάδελφοί μου, οι οποίοι θα ήταν ενδεχομένως και πολύ καταλληλότεροι από εμένα για να αναλάβουν ένα τέτοιο εγχείρημα, δεν βρίσκουν τον χρόνο ή το ενδιαφέρον για μία έκδοση που δεν θα απευθύνεται μόνο στην επιστημονική κοινότητα, αλλά θα αφορά και ένα ευρύτερο κοινό. Οι πρωτοετείς φοιτητές, στους οποίους κατά βάση απευθύνεται αυτό το βιβλίο, όσο και όλοι εκείνοι που επιθυμούν να γνωρίσουν την αρχαία ελληνική τέχνη με τρόπο σαφή, εμπεριστατωμένο και επιστημονικά έγκυρο, χρειάζονται ιδιαίτερο χειρισμό και μεθοδολογία προσέγγισης. Αυτή ήταν από την πρώτη στιγμή η αρετή που επιδιώξαμε να διακρίνει αυτό το βιβλίο» σημειώνει ο κ. Πλάντζος.
Η ιδέα της συγγραφής ενός βιβλίου όπου θα παρουσιάζεται με συνοπτικό αλλά εμβριθή τρόπο η εξέλιξη της αρχαίας ελληνικής τέχνης γεννήθηκε το 2009, όταν του ανατέθηκε για πρώτη φορά η διδασκαλία του σχετικού μαθήματος στο πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. «Κι αυτό, γιατί διαπίστωσα την έλλειψη ενός επαρκούς εγχειριδίου που θα πραγματεύεται με τρόπο συστηματικό και μεθοδολογικά σαφή τις θεμελιώδεις αρχές, τα κυριότερα στάδια εξέλιξης, τα σημαντικότερα παραδείγματα, αλλά και τις βασικές ερευνητικές προσεγγίσεις στη μελέτη αυτού του τόσο σημαντικού πολιτισμικού φαινομένου» τονίζει και επισημαίνει:
«Είχα την τύχη την ιδέα μου αυτή να συμμεριστούν και να στηρίξουν με ενθουσιασμό η Ραχήλ και ο Μωυσής Καπόν, οι οποίοι όχι μόνο δέχτηκαν να υλοποιήσουν το φιλόδοξο αυτό εγχείρημα, αλλά και το εμπλούτισαν σημαντικά, με ιδέες, προτάσεις και την πασίγνωστη πλέον καλλιτεχνική τους ευαισθησία. Η Ραχήλ και ο Μωυσής Καπόν ανήκουν σε ένα σπάνιο πλέον είδος εκδότη: οραματιστές και χειρώνακτες ταυτόχρονα. Αγαπούν και παθιάζονται για τα θέματά τους, αλλά και για την ίδια τη διαδικασία παραγωγής ενός βιβλίου και ταυτόχρονα τους διακρίνει ένα συγκινητικό αίσθημα πατριωτισμού, που εκφράζεται μέσα από τις προσπάθειές τους για την προβολή του ελληνικού πολιτισμού μέσω των βιβλίων τους», επισημαίνει, συμπληρώνοντας ότι «οι μνημειακές τους εκδόσεις, άρτια σχεδιασμένες, μεταφράζονται στα αγγλικά, κυρίως, αλλά και σε άλλες γλώσσες, με σκοπό τη διάδοσή τους διεθνώς. Βιβλία όπως οι Μεγάλες Στιγμές της Ελληνικής Αρχαιολογίας, το Ιερά και Αγώνες, αλλά και το πιο πρόσφατο Η Μάχη του Μαραθώνα, πραγματοποίησαν και πραγματοποιούν σημαντική πορεία εντός και εκτός Ελλάδας», διευκρινίζει.
Όσο για το αν υπάρχει κάποια περίοδος στην αρχαία ελληνική τέχνη που ξεχωρίζει, ο ίδιος αναφέρει: «Αν και ξεκίνησα την ακαδημαϊκή σταδιοδρομία μου από την ελληνιστική τέχνη, στην οποία είναι αφιερωμένο και το πρώτο μου βιβλίο, η διδακτική μου εμπειρία με έφερε πιο κοντά στις πρώιμες περιόδους, που έχουν ενδεχομένως αδικηθεί στη συνείδησή μας από τη σύγκρισή τους με την Κλασική περίοδο που τις ακολουθεί», απαντά.
Το εγχειρίδιο, που έχει υιοθετηθεί από πολλά πανεπιστημιακά τμήματα της χώρας μας, προσφέρει επισκόπηση της ελληνικής αρχαιολογίας από την κατάρρευση των μυκηναϊκών ανακτόρων έως το τέλος των ελληνιστικών βασιλείων (1200-30 π.Χ.). Η αναθεωρημένη και εμπλουτισμένη δεύτερη έκδοσή του επεκτείνεται περισσότερο στην επισκόπηση της τέχνης των μυκηναϊκών χρόνων και παρουσιάζει εστιασμένες αναφορές σε πολιτισμικά φαινόμενα της Αρχαίας Ελλάδας, όπως το συμπόσιο και ο αθλητισμός, που άφησαν ευδιάκριτο αποτύπωμα στην τέχνη της εποχής τους. Υπάρχει επίσης εκτενής αναφορά στην άνθηση των επιστημών κατά την Ελληνιστική περίοδο, καθώς και στο χαρακτηριστικότερο αρχαιολογικό εύρημα που την αντιπροσωπεύει, τον Μηχανισμό των Αντικυθήρων.