Τι κοινό μπορεί να έχουν το Ευαγγέλιο του Ιούδα κι ένα γαμήλιο συμβόλαιο της Ύστερης Αρχαιότητας από την Αίγυπτο; «Το μελάνι», θα απαντούσαν οι πιο υποψιασμένοι από εσάς και θα ήταν σωστοί. Την ίδια σκέψη έκαναν λοιπόν και κάποιοι επιστήμονες που εστίασαν στην ανάλυση του μελανιού που χρησιμοποιήθηκε στη συγγραφή του Ευαγγελίου, συγκρίνοντάς το με παρόμοιο υλικό από άλλα χειρόγραφα, με σκοπό να επιβεβαιώσουν την αυθεντικότητα αλλά και τη χρονολογία του αμφισβητούμενου κειμένου.
Η πενταμελής επιστημονική ομάδα, με επικεφαλής τον ερευνητή μικροσκοπιστή Τζόζεφ Μπαράμπ (της εταιρείας McCrone Associates), εργάστηκε σε μέρος διεπιστημονικής έρευνας που οργανώθηκε το 2006 από την National Georgraphic Society με σκοπό τον προσδιορισμό της αυθεντικότητας του Ευαγγελίου του Ιούδα, που αποκαλύφθηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’70, 1.700 χρόνια μετά τη συγγραφή του. Το κείμενο, γραμμένο στην αιγυπτιακή κοπτική είναι συνταρακτικό γιατί, αντίθετα με άλλες βιβλικές αναφορές που δείχνουν τον Ιούδα τον Ισκαριώτη ως μισητό προδότη, συστήνει ότι ο ίδιος ο Ιησούς ζήτησε από τον φίλο του, Ιούδα, να τον προδώσει στις αρχές.
Μετά από την ανάλυση ενός δείγματος, ο Μπαράμπ και οι συνεργάτες του συμπέραναν ότι το κείμενο γράφτηκε με μια πρώιμη μορφή μελανιού από όζο σιδήρου που περιλάμβανε και μαύρη αιθάλη άνθρακα, συνδεδεμένα με συνδετικό κόμμι. Αν και το εύρημα συστήνει ότι το κείμενο θα πρέπει να έχει γραφεί μεταξύ του 3ου και του 4ου αι. μ.Χ., οι ερευνητές βρήκαν ότι από το μελάνι αυτό έλειπε το θείο, ένα συστατικό που συναντάται σε όλα τα μελάνια τέτοιου τύπου. «Δεν το καταλαβαίναμε. Δεν ταίριαζε με οτιδήποτε είχαμε συναντήσει», λέει ο Μπαράμπ.
Τελικά όμως ο ερευνητής βρήκε μια αναφορά σε μια μικρή γαλλική μελέτη ερευνητών από το Λούβρο που ανέλυαν αιγυπτιακά αρχειακά κείμενα στην κοπτική και την ελληνική, σχετικά με γάμους και κατοχή γης, που χρονολογούνταν από τον 1ο μέχρι και τον 3ο αι. μ.Χ. Για καλή τύχη του Μπαράμπ, οι ερευνητές αυτοί είχαν βρει ότι ένα γαμήλιο συμβόλαιο και άλλα έγγραφα ήταν γραμμένα με μελάνι που περιείχε χαλκό αλλά λίγο ή καθόλου θείο.
«Το να βρούμε αυτή τη μελέτη και να κατανοήσουμε το τι συνέστηνε, ενίσχυσε το ότι η άποψή μου συμφωνούσε με την εποχή. Η μνήμη μου γι αυτή τη μελέτη παραμένει ζωντανή. Είχα ένα ξαφνικό συναίσθημα ηρεμίας ότι όλα ήταν εντάξει και ότι θα μπορούσαν να υποβάλω τη δική μου μελέτη χωρίς ερωτηματικά», λέει ο Μπαράμπ, που υποστηρίζει σήμερα ότι το μελάνι του Ευαγγελίου του Ιούδα ήταν μάλλον ένας μεταβατικός τύπος μελανιού, ο κρίκος που έλειπε μεταξύ των μελανιών της αρχαιότητας που είχαν βάση τον άνθρακα και εκείνων από όζο σιδήρου που χρησιμοποιήθηκαν τον Μεσαίωνα και τα οποία περιείχαν θειικό σίδηρο.